Με βάση
αυτές τις δημογραφικές προβολές η Ευρωπαϊκή
Επιτροπή (Ageing Working Group) στην έκθεση του
2021 για την βιωσιμότητα των συστημάτων
κοινωνικής ασφάλισης στα κράτη-μέλη της Ε.Ε.-27,
για την χώρα μας είχε εκτιμήσει ότι το 2070 το
όριο ηλικίας συνταξιοδότησης θα αυξηθεί από το
67ο στο 71ο έτος.
Στην
αντίστοιχη έκθεση του έτους 2024 (Απρίλιος
2024), η οποία εκπονείται κάθε τρία χρόνια, η
Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναθεωρεί αυτή την πρόβλεψη
για αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης
τόσο των ανδρών όσο και των γυναικών στα 72,5
έτη. Μάλιστα, στις προβολές που διεξάγει το
Ageing Working Group για την κανονική ηλικία
συνταξιοδότησης στη χώρα μας, θεωρεί ότι μέχρι
το 2030 η ηλικία συνταξιοδότησης θα αυξηθεί από
το 67ο στο 68,5ο έτος. Έτσι, με αυτές τις
αυξήσεις στο όριο ηλικίας συνταξιοδότησης η
Ελλάδα θα είναι η χώρα με το μεγαλύτερο όριο
συνταξιοδότησης στην Ε.Ε.-27 μέχρι το 2030 και η
δεύτερη μέχρι το 2070 πίσω μόνο από την Δανία
για την οποία εκτιμάται ότι το όριο ηλικίας
συνταξιοδότησης θα αυξηθεί μέχρι το 2070 στο 74ο
έτος.
Στην
τρίτη θέση θα είναι η Ιταλία με όριο ηλικίας
συνταξιοδότησης το 71ο έτος και μετά όλες οι
υπόλοιπες χώρες θα έχουν όρια ηλικίας
συνταξιοδότησης το πολύ μέχρι το 69ο έτος. Από
την άποψη αυτή είναι ενδιαφέρον να σημειωθεί,
όπως εξάλλου επισημαίνεται και στην έκθεση, ότι
στις χώρες που παρατηρείται η αύξηση του
κανονικού ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης έχει
νομοθετηθεί η σύνδεση του ορίου ηλικίας
συνταξιοδότησης με το προσδόκιμο ζωής. Από τις
27 χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης οι 10 έχουν
συνδέσει τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης με το
προσδόκιμο ζωής (Ελλάδα, Ιταλία, Εσθονία,
Κύπρος, Ολλανδία, Πορτογαλία, Σλοβακία, Δανία,
Φιλανδία και Σουηδία).
Στις
υπόλοιπες 17 χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης που δεν
έχει νομοθετηθεί η σύνδεση του ορίου ηλικίας
συνταξιοδότησης με το προσδόκιμο ζωής, το όριο
ηλικίας κανονικής συνταξιοδότησης δεν υπερβαίνει
το 65ο ή το 67ο έτος μέχρι και το 2070. Αυτό
σημαίνει ότι οι νέες γενιές στην Ελλάδα, σύμφωνα
με τις εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, θα
εργάζονται κατά έξι έτη περισσότερο προκειμένου
να λάβουν σύνταξη, σ’ ένα δυσοίωνο και αβέβαιο
εργασιακό περιβάλλον στο οποίο οι ευέλικτες
μορφές απασχόλησης θα είναι ο κανόνας και όχι η
εξαίρεση. Βέβαια, σε μία τέτοια προοπτική θα
είναι αντικειμενικά αρκετά δύσκολο ο
ασφαλισμένος να συγκεντρώσει τις απαιτούμενες
ημέρες ασφάλισης προκειμένου να θεμελιώσει
δικαίωμα κανονικής πλήρους συνταξιοδότησης, με
ό,τι αυτό αρνητικά συνεπάγεται για το βιοτικό
επίπεδο των νέων γενεών και των νέων
συνταξιούχων στην χώρα μας.
Στην
κατεύθυνση αυτή η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκτιμώντας
τον δείκτη της συνταξιοδοτικής δαπάνης ως
ποσοστό του ΑΕΠ, έχει λάβει υπόψη ότι το όριο
ηλικίας συνταξιοδότησης για την Ελλάδα θα
αυξηθεί στο 67,8ο έτος το 2027, το 2030 στο
68,6ο έτος, το 2040 στο 69,5ο έτος, το 2050 στο
70,5ο έτος, το 2060 στο 71,5ο έτος και το 2070
στο 72,5ο έτος. Είναι ενδιαφέρον να σημειωθεί
ότι με αυτά τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης
υπολογίστηκε ότι η συνταξιοδοτική δαπάνη στην
Ελλάδα ως ποσοστό του ΑΕΠ θα ήταν 12,7% του ΑΕΠ
το 2023 από 14,5% του ΑΕΠ το 2022 και θα είναι
12% του ΑΕΠ το 2070. Αυτό το ποσοστό καθιστά,
κατά την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το σύστημα
κοινωνικής ασφάλισης στην Ελλάδα βιώσιμο επειδή
ο συγκεκριμένος δείκτης παραμένει κάτω από το
όριο του 16,2% του ΑΕΠ.
Δηλαδή,
το γεγονός ότι το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης
θα παραμείνει βιώσιμο εάν δεν γίνει καμία
παραμετρική αλλαγή, σημαίνει ότι ο δείκτης της
συνταξιοδοτικής δαπάνης ως ποσοστό του ΑΕΠ θα
παραμείνει στα ανεκτά όρια υπό την προϋπόθεση
ότι το όριο ηλικίας συνταξιοδότησης θα αυξηθεί
το 2027 στο 67,8ο έτος, το 2030 στο 68,6ο έτος
και το 2070 στο 72,5ο έτος εφόσον βέβαια σε αυτό
το χρονικό διάστημα το προσδόκιμο ζωής δεν
αυξηθεί ακόμα περισσότερο, κάτι το οποίο όμως
θεωρείται σχεδόν απίθανο.
Παράλληλα θα πρέπει να σημειωθεί ότι η
οικονομική επιβάρυνση λόγω της γήρανσης του
πληθυσμού στην Ελλάδα εκτιμάται περίπου στα 50
δις ευρώ. Αυτό σημαίνει ότι εάν η χώρα μας
ακύρωνε την διάταξη της σύνδεσης του ορίου
ηλικίας συνταξιοδότησης με το προσδόκιμο όριο
ζωής και διατηρούσε το όριο ηλικίας
συνταξιοδότησης σταθερό στο 67ο έτος την περίοδο
2020 – 2070, τότε η οικονομική επιβάρυνση θα
ήταν 50 δις ευρώ σε παρούσες αξίες για όλη την
περίοδο των 50 ετών με ένα μέσο ετήσιο ρυθμό
αύξησης του ΑΕΠ ίσο με 1,3% την περίοδο 2023 –
2070.
Όμως, η
ασκούμενη κοινωνικο-ασφαλιστική πολιτική στην
Ελλάδα επέλεξε ο κρατικός προϋπολογισμός να μην
αναλάβει το κόστος της γήρανσης του πληθυσμού
νομοθετώντας από την μία πλευρά την δέσμευση της
αύξησης στο μέλλον των ορίων ηλικίας
συνταξιοδότησης και από την άλλη πλευρά την
ανάληψη χρηματοδότησης του κόστους μετάβασης των
78 δις για την κεφαλαιοποίηση της επικουρικής
ασφάλισης καθώς και εξ αυτού του λόγου το κόστος
των τυχόν μελλοντικών κρίσεων των αγορών.
Των Σάββα Γ. Ρομπόλη Ομ. Καθηγητή Παντείου
Πανεπιστημίου
Βασίλειου Γ. Μπέτση Δρ. Παντείου Πανεπιστημίου
Πρώτη
δημοσίευση στον Οικονομικό Ταχυδρόμο |