Να
υπάρξεις και παιδί και γονιός και παππούς
– μακάρι και προπάππους, σεπτό απολίθωμα μιας
περασμένης εποχής.
Και
πρωτάρης στον έρωτα, με την ορμή, με τη
σεξουαλική περιέργεια να σε κάνει ασυγκράτητο,
αδηφάγο, πρόθυμο να χυθεί στην πιο αλλόκοτη
περιπέτεια, στο πιο παράδοξο και φευγαλέο
σμίξιμο. Και ώριμος, με εκλεκτικότητα, με ελαφρά
αποστασιοποίηση – την ενστικτώδη έχει διαδεχθεί
η αισθητική απόλαυση, το φιλί έχει εξελιχθεί σε
τέχνη, το άγγιγμα σε βιρτουοζιτέ, οι παύσεις, οι
σιωπές αντί για αμηχανία δημιουργούν ατμόσφαιρα.
Και
ναύτης και λοστρόμος και καπετάνιος ακόμα στον
επαγγελματικό τομέα σου. «Πρέπει να ‘σαι πολύ
λέρα για να κυβερνάς γαλέρα» έλεγε ένα αναρχικό
γνωμικό. Εγώ πάλι παρατηρώ ότι αν δεν φουντάρεις
στη θάλασσα ή αν δεν σε κρεμάσουν από το
κατάρτι, κάποια στιγμή, με λίγη τύχη, θα
κρατήσεις το τιμόνι – δείτε τον Τζο Μπάιντεν,
θυμηθείτε τον Κόνραντ Αντενάουερ, καγκελάριο της
Δυτικής Γερμανίας στην τρυφερή ηλικία των 87,
τον Στέφανο Τζουμάκα ακόμα-ακόμα, που ορίστηκε
στα 76 του επικεφαλής στρατηγικής και ανάλυσης
του ΣΥΡΙΖΑ, άντεξε ο Στέφανος ζαμάνια στα
αζήτητα, έδινε το παρών με βροχή και με χαλάζι,
ώσπου του κλήρωσε. Ξαναβρέθηκε, φευγαλέα έστω,
στο επίκεντρο.
Το
ουσιαστικό ζητούμενο; Να διατηρείς, αλλάζοντας
ηλικίες, τη μνήμη σου. «I know what it is to be
young» έλεγε ο Ορσον Γουέλς, το τρομερότερο
παιδί του 20ου αιώνα, στο μοναδικό μάλλον
τραγούδι που έγραψε. «Ξέρω πώς είναι η νεότητα».
«But you don’t know what it is to be old…». Ενα
χάρισμα σου δίνει περνώντας ο χρόνος: να μπορείς
να μπαίνεις στη θέση των άλλων. Εχοντας βαδίσει,
νωρίτερα, στα ίδια μονοπάτια.
Βοηθάω
τη θυγατέρα μου να προετοιμαστεί για τις
προαγωγικές της πρώτης γυμνασίου. Της κρατάω
δηλαδή το βιβλίο της Ιστορίας και μου λέει το
μάθημα. Οπως ακριβώς έκανε η μάνα μου για μένα
πριν από 44 χρόνια, τα οποία μοιάζει σαν να
πέρασαν νερό. Ο τρόπος διδασκαλίας έχει
– υποτίθεται – εκμοντερνιστεί. Ουδέν
ψευδέστερον. Η ίδια μονότονη παράθεση από
χρονολογίες, ονόματα, τοποθεσίες μαχών. Η
εικονογράφηση απλώς έχει γίνει έγχρωμη. Και πλάι
στην άνυδρη αφήγηση που συνιστά την ύλη, έχουν
μπει εμβόλιμα ποιήματα, μαρτυρίες, πηγές, ώστε
να διευρυνθεί η οπτική των μαθητών. Πλην εκείνοι
βλέφαρο δεν τους ρίχνουν. Καίγονται να
απομνημονεύσουν ό,τι πιθανόν να πέσει…
Κοιτάζει
έξω από το παράθυρο, παίζει μηχανικά με τις
μπούκλες της, «μην αφαιρείσαι» της κάνω
ψευτοαυστηρά, «μα γιατί τα μαθαίνω όλα αυτά;»
αναρωτιέται στα όρια της απελπισίας. Τη νιώθω
απόλυτα. Της ορκίζομαι ότι η Ιστορία δεν είναι ο
άνοστος αυτός χυλός. Πως παραβγαίνει σε ένταση,
σε ανατροπές το πιο αριστουργηματικό
μυθιστόρημα, την πιο περιπετειώδη ταινία. Τους
το έχει εκμυστηρευτεί και ο δάσκαλός τους στο
σχολείο. Πλην οφείλουν να συμμορφωθούν στις
απαιτήσεις του υπουργείου… Γαμώ τα υπουργεία
μου! Δαγκώνω τη γλώσσα μου για να μην της πω να
πετάξει το «διδακτικό» εγχειρίδιο, να ακούσει
μουσική, να βγει βόλτα… «Οι έφηβοι» έλεγε ο
αγαπημένος μας φιλόλογος Αχιλλέας Κοντοστάθης
«θα έπρεπε να κυλιούνται μέρα-νύχτα στα
γρασίδια…».
Ούτε
όμως ο Κοντοστάθης μάς είχε λύσει το χαλινάρι.
Ούτε εγώ δικαιούμαι, με την αυτοπεποίθηση της
ηλικίας μου, να απελευθερώσω την κόρη μου από
τις μαθητικές της υποχρεώσεις. Την επανάστασή
της θα την κάνει μόνη της, κόντρα και σε μένα
– ίσως κυρίως κόντρα σε μένα – όταν ξεχειλίσει
το δικό της ποτήρι. «Τι εξήγαν στην Αίγυπτο οι
Μινωίτες;» τη ρωτάω, με ύφος ανακριτή.
Το δώρο
του χρόνου; Να μπαίνεις στη θέση του άλλου. Η
σοφία του; Να επιστρέφεις στη δική σου θέση και
να την τιμάς όσο μπορείς.
Χρήστος
Χωμενίδης (in.gr) |