Παρατηρώντας τα πρώτα
σημάδια –την αναταραχή
στις αγορές, τις
απώλειες και την
αναστολή διαπραγμάτευσης
μετοχών μιας δωδεκάδας
περιφερειακών τραπεζών–
οι αναλυτές προβλέπουν
ότι η αστάθεια στις
αγορές θα αυξηθεί.
Ιδιαίτερα καθώς οι
οικονομικές αλλά και οι
γεωπολιτικές συνθήκες
είναι γεμάτες
προκλήσεις, σε μια
περίοδο αύξησης των
επιτοκίων, με τον
κίνδυνο της ύφεσης και
τους διεθνείς
ανταγωνισμούς που
απειλούν την παγκόσμια
οικονομία.
Βεβαίως, πρώτη
προτεραιότητα σε μια
τραπεζική κρίση είναι να
μειωθεί ο κίνδυνος του
ντόμινο. Οπως σημειώνει
ο Ντέιβιντ Λίοναρντ
στους
New
York
Times,
η σπουδή του προέδρου
Μπάιντεν να διαβεβαιώσει
τους καταθέτες αντανακλά
μια δομική αλήθεια των
αγορών: ότι
αν υπάρξουν μαζικές
αναλήψεις σε μια
τράπεζα, το πλήγμα στην
εμπιστοσύνη μπορεί να
διαδοθεί και αλλού,
οδηγώντας σε ένα
γενικευμένο «bank»
ως αυτοεκπληρούμενη
προφητεία. Προκειμένου
να αποτρέψει ένα τέτοιο
σενάριο, η κεντρική
τράπεζα των ΗΠΑ εισήγαγε
την
πιο ευρεία ομοσπονδιακή
κάλυψη στο αμερικανικό
χρηματοπιστωτικό σύστημα
από την κρίση του 2008 –
και όπως σχολίασε ο
Αντριου Ρος Σόρκιν στην
ίδια εφημερίδα, αυτή
πλέον δεν περιλαμβάνει
μόνο τις τράπεζες, αλλά
και τον ριψοκίνδυνο
κλάδο του
venture
capital.
Το προηγούμενο της
κρίσης του 2008 βάζει
στο μικροσκόπιο και την
πολιτική διαχείριση του
θέματος, με τον
γερουσιαστή Μπέρνι
Σάντερς να αποδίδει τις
εξελίξεις στη χαλάρωση
της τραπεζικής
νομοθεσίας
Dodd-Frank
από τον τέως πρόεδρο
Τραμπ, τον νομπελίστα
οικονομολόγο
Πολ Κρούγκμαν να
κατηγορεί τη διοίκηση
της τράπεζας
SVB
για «απάτη α λα
Μέιντοφ», ενώ από την
πλευρά του ο πρόεδρος
Μπάιντεν υπόσχεται ότι
αυτή τη φορά το κόστος
της διάσωσης δεν θα το
επωμιστούν οι
φορολογούμενοι, αλλά οι
τράπεζες.
Σχολιάζοντας τα
μέτρα εγγύησης των
καταθέσεων, το πρώην
στέλεχος του Διεθνούς
Νομισματικού Ταμείου
Μάρτιν Μιλάιζεν
σημειώνει ότι η κρίση
του 2008 έχει διδάξει
σημαντικά μαθήματα στις
εποπτικές αρχές. Οπως
προσθέτει, όμως, όπως
δείχνει η οικονομική
ιστορία, το τέλος μιας
μακράς περιόδου
εξαιρετικά χαμηλών
επιτοκίων εγκυμονεί το
ενδεχόμενο σοβαρών
ανατροπών, ακόμη και για
τους μεγάλους
χρηματοοικονομικούς
οργανισμούς – πόσο
μάλλον που έχουν
προστεθεί και νέοι
κίνδυνοι, όπως τα
κρυπτονομίσματα αλλά και
ο κίνδυνος των ψηφιακών
επιθέσεων. Οπως
προειδοποιεί ο Μιλάιζεν,
σε αυτό το ασταθές
περιβάλλον, ακόμη και
ένα μικρότερο σοκ από
εκείνο της
Lehman
Brothers
θα μπορούσε να
προκαλέσει σοβαρή
χρηματοπιστωτική και
οικονομική αναταραχή –
και όχι μόνο στις ΗΠΑ.
Οι κυβερνήσεις και οι κεντρικές
τράπεζες θα πρέπει να
είναι προετοιμασμένες
και σε συντονισμό μεταξύ
τους, ώστε να αποτρέψουν
τα χειρότερα.
* Η κ. Κατερίνα Σώκου
είναι
Nonresident
Senior
Fellow
στο
Atlantic
Council
και ερευνήτρια
Εξωτερικού στο ΕΛΙΑΜΕΠ,
έδρα Θεοδώρου Κουλουμπή
για
τις Ελληνοαμερικανικές
Σχέσεις.
Πρώτη δημοσίευση στην
Καθημερινή |