Εάν το
Ισραήλ δεχθεί μια μόνιμη εκεχειρία, ο Ερντογάν
μπορεί να το εμφανίσει αυτό ως νίκη και στο
διεθνές ισλαμικό/αραβικό ακροατήριο αλλά και
στην εσωτερική του κοινή γνώμη, αποκόπτοντας τη
δυναμική περαιτέρω ανόδου του ισλαμιστικού
κόμματος Yeni Refah Partisi του οποίου ηγείται ο
γιος του Νετσμετίν Ερμπακάν, Φατίχ. Στο κόμμα
αυτό μετακινήθηκαν μαζικά –σε ποσοστό άνω του
85%– οι δυσαρεστημένοι ψηφοφόροι του ΑΚΡ στις
περιφερειακές εκλογές του περασμένου Μαρτίου.
Μολονότι
αυτή η ερμηνεία έχει μια λογική, δεν παύει να
παραμένει επιφανειακή ως προς τη βαρύτητα των
αιτιών που οδήγησαν στην επαπειλούμενη
κατάρρευση των τουρκοϊσραηλινών εμπορικών
σχέσεων, που κρατήθηκαν σε υψηλό επίπεδο ακόμη
και κατά τη διάρκεια του δωδεκαετούς
ψυχροπολεμικού κλίματος μεταξύ των δύο κρατών
από το επεισόδιο του Mavi Marmara έως την πλήρη
αποκατάσταση των διπλωματικών τους σχέσεων το
2022.
Οι λόγοι
αυτής της κατάρρευσης είναι πολύ απλοί. Το
Ισραήλ από στρατηγικής άποψης δεν συγχέει, όπως
δυστυχώς κάνουν ορισμένοι στην Αθήνα, την
επανομαλοποίηση με τη γεωπολιτική
επαναπροσέγγιση. Η πρώτη είναι θέμα συγκυρίας. Η
δεύτερη προϋποθέτει γεωπολιτική ταύτιση
συμφερόντων και η ερντογανική Τουρκία έχει
καταστήσει σαφές –από την απίστευτη διαμαρτυρία
της για τα ελλαδικά θαλάσσια πάρκα και την
ενόχλησή της για τη «στρατιωτικοποίηση» της Κω–
το πώς εννοεί αυτήν την επαναπροσέγγιση.
Αλλωστε,
σε αντίθεση με τις επικίνδυνες παλινωδίες του
άλλοτε δυναμικού ελλαδικού προγράμματος
επανεξοπλισμού (βλ. «πάγωμα» κορβετών,
καθυστέρηση εκσυγχρονισμού ΜΕΚΟ, καθυστέρηση
παραγγελίας βλημάτων για F16 και F35 κ.ά.) η
τουρκική εξοπλιστική κούρσα συνεχίζεται με
αμείωτη ένταση. Το Ισραήλ δεν τρέφει αυταπάτες
ως προς την πραγματική ταυτότητα του
ερντογανικού ιμπεριαλισμού. Ηδη από τον Οκτώβριο
του 2023 με αφορμή τις πρώτες δηλώσεις
αλληλεγγύης του Ερντογάν προς τη Χαμάς, στην
οποία εξακολουθεί να προσφέρει καταφύγιο, το
Ισραήλ απέσυρε όλους τους διπλωμάτες του από την
Τουρκία. Τον Απρίλιο του 2024 ο Ερντογάν
υποδέχθηκε πανηγυρικά τον πολιτικό ηγέτη της
Χαμάς, Ισμαήλ Χανίγια, στην Κωνσταντινούπολη.
Τον ίδιο
μήνα το Ισραήλ απαγόρευσε στην Τουρκία, σε
αντίθεση με την άδεια που έδωσε σε ΗΠΑ,
Γερμανία, Ιορδανία και Αίγυπτο, να προχωρήσει σε
επιχειρήσεις αερογέφυρας ανθρωπιστικής βοήθειας
προς τους πολίτες της Γάζας. Ισως μάλλον γιατί
δεν εμπιστεύεται –και δικαίως– την Τουρκία ότι
μαζί με την ανθρωπιστική βοήθεια δεν θα στείλει
και άλλα «αιχμηρότερα» αντικείμενα προς τη
Χαμάς. Ο αποκλεισμός της Τουρκίας από τη
συμμετοχή της στην ανθρωπιστική αερογέφυρα των
ΗΠΑ αποτέλεσε τη γενεσιουργό αιτία της απόφασής
της στις 9 Απριλίου να απαγορεύσει την εξαγωγή
πενήντα τεσσάρων βιομηχανικών προϊόντων και
υλικών προς το Ισραήλ μεταξύ των οποίων
περιλαμβάνονται κατασκευαστικά μηχανήματα,
χημικά προϊόντα, πετρελαιοειδή και συγκεκριμένα
αεροπορικά καύσιμα, αλουμίνα, αλουμίνιο,
τσιμέντο, σίδηρος και χάλυβας.
Η
ελληνική ενεργειακή, χημική και κατασκευαστική
βιομηχανία μπορεί κάλλιστα να βοηθήσει το Ισραήλ
να αντικαταστήσει μέρος αυτών των υλικών και
μάλιστα σε μόνιμη βάση. Μια συμφωνία μεγάλων
ενεργειακών και κατασκευαστικών ομίλων από την
Ελλάδα προς το Ισραήλ δεν θα ξεχασθεί ποτέ υπό
την παρούσα συγκυρία. Οι Ισραηλινοί δεν είναι
γεωπολιτικά αγνώμονες και έχουν μνήμη για το
ποιος τους βοήθησε στα δύσκολα. Η απώλεια του
πέμπτου μεγαλύτερου εμπορικού τους εταίρου,
δηλαδή της Τουρκίας, δημιουργεί μια σοβαρή
επενδυτική ευκαιρία για την ελληνική βιομηχανία
που θα πολλαπλασιάσει και το γεωπολιτικό
κεφάλαιο της Ελλάδας στο Ισραήλ.
Αν μη τι
άλλο κάτι τέτοιο δεν θα πρέπει να παρεμποδιστεί
ή να αποθαρρυνθεί από το ελληνικό κράτος. Η
ανάγκη διατήρησης του κλίματος νηνεμίας στις
ελληνοτουρκικές σχέσεις δεν μπορεί να γίνει σε
βάρος ή σε ζημία της ενδυνάμωσης της στρατηγικής
σχέσης Ελλάδας – Ισραήλ, ιδίως την ώρα που
εξαγγέλλονται από τον υπουργό Αμυνας φιλόδοξα,
αν και απολύτως απαραίτητα, προγράμματα
αεράμυνας τύπου Iron Dome. Προφανώς τα
προγράμματα αυτά δεν μπορούμε να τα αναπτύξουμε
αξιόπιστα παρά μόνο με τη συστηματική συνδρομή
του Ισραήλ σε μακροπρόθεσμο μάλιστα επίπεδο. Το
ίδιο ισχύει με τη δυνατότητα να πάρουμε οπλικά
συστήματα από το Ισραήλ για τα αμερικανικά μας
μαχητικά, κάτι που επίσης μπορεί να χρειαστούμε
σε μεσοπρόθεσμο επίπεδο πολύ νωρίτερα απ’ ό,τι
ίσως υπολογίζουν ορισμένοι.
*Ο δρ
Θεόδωρος Τσακίρης είναι καθηγητής Γεωπολιτικής
και Ενεργειακής Πολιτικής Πανεπιστημίου
Λευκωσίας.
** Το
άρθρο δημοσιεύτηκε αρχικά στην Καθημερινή της
Κυριακής. |