Και
μια δικαίωση ενός μεγάλου και επίπονου αγώνα για
να ελευθερωθεί ένας άνθρωπος που το μόνο
«έγκλημά» του ήταν ότι βοήθησε να αποκαλυφθεί η
αλήθεια για τους πολέμους στο Ιράκ και στο
Αφγανιστάν.
Η
αλήθεια για τα εγκλήματα πολέμου, για τα
βασανιστήρια, για τους θανάτους αμάχων.
Σήμερα
μας φαίνεται αυτονόητο ότι στους
«αυτοκρατορικούς» πολέμους των ΗΠΑ έγιναν
εγκλήματα, υπήρξε τεράστιο κόστος για τους
αμάχους και κυριάρχησε ο κυνισμός παραβιάζοντας
βάναυσα τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Όμως,
ξεχνάμε πόσο συνέβαλαν σε αυτή την επίγνωση οι
αποκαλύψεις των Wikileaks, δηλαδή της πλατφόρμας
που έφτιαξε ο Τζούλιαν Ασάνζ ακριβώς επειδή
ήθελε να μη μείνει κρυφή η αλήθεια.
Γιατί ο
Τζούλιαν Ασάνζ δεν διώχτηκε ούτε γιατί
παραποίησε τα πραγματικά γεγονότα, ούτε γιατί
συκοφάντησε ή είπε ψέματα.
Ο
Τζούλιαν Ασάνζ διώχτηκε και κυνηγήθηκε γιατί
είπε την αλήθεια.
Κανένας
δεν αμφισβήτησε ότι τα έγγραφα και οι
πληροφορίες που έφερε στο φως της δημοσιότητας
ήταν αυθεντικά και αναφέρονταν σε πραγματικά
περιστατικά.
Η δίωξή
του κινήθηκε επειδή υποτίθεται ότι όλα αυτά ήταν
απόρρητα. Γι’ αυτό και ενεργοποιήθηκε σε βάρος
του το νομοθετικό οπλοστάσιο περί
«κατασκοπείας».
Δηλαδή,
βαφτίστηκε «κατασκοπεία» η αποκάλυψη των
εγκλημάτων σε βάρος αμάχων και της υποκρισίας
της «μόνης υπερδύναμης».
Κοντολογίς, ο Τζούλιαν Ασάνζ διώχτηκε και
κυνηγήθηκε όλα αυτά τα χρόνια γιατί έκανε τη
δουλειά που οφείλουν να κάνουν οι δημοσιογράφοι.
Αυτό που υποτίθεται ότι είναι το λειτούργημά
τους. Αυτό που είναι η ευθύνη τους: να αναζητούν
και να αποκαλύπτουν την αλήθεια, έτσι ώστε οι
πολίτες να γνωρίζουν αυτό που πραγματικά
συμβαίνει, ανεξάρτητα από όσα τους λένε οι
εξουσίες.
Και
μπορεί να είμαστε χαρούμενοι που επιτέλους αυτός
ο άνθρωπος θα είναι ελεύθερος, αλλά δεν μπορεί
παρά να προκαλεί θλίψη το γεγονός ότι για να
μπορέσει να ανακτήσει την ελευθερία του, έπρεπε
να παραδεχτεί ενοχή με βάση τη νομοθεσία περί
κατασκοπείας, ούτως ώστε να θεωρηθεί ότι είχε
ήδη εκτίσει την ποινή που αναλογούσε.
Μόνο που
όπως και να το δει κανείς, αυτό που έκανε δεν
ήταν κατασκοπεία, αλλά ερευνητική δημοσιογραφία
και ουσιαστική συμβολή στην αντικειμενική
ενημέρωση, η οποία σήμερα δέχεται σοβαρά
πλήγματα με την ελευθερία του Τύπου να
περιορίζεται ανησυχητικά σε πολλές χώρες και τις
συνθήκες άσκησης του δημοσιογραφικού
επαγγέλματος να επιδεινώνονται.
Και εδώ
είναι το πρόβλημα. Όσο περνούν τα χρόνια ολοένα
και αυξάνονται οι πληροφορίες που
χαρακτηρίζονται ως απόρρητες και άρα απειλούνται
με βαριές ποινές οι δημοσιογράφοι που θα τις
αποκαλύψουν.
Δηλαδή,
ολοένα και περισσότερο τα κράτη περιορίζουν την
πληροφορία που φτάνει στον πολίτη, με προφανή
σκοπό τον απόλυτο έλεγχο και τελικά την απόκρυψη
της αλήθειας. Ολόκληροι τομείς της κρατικής
δράσης βαφτίζονται, συχνά αυθαίρετα, «ζήτημα
εθνικής ασφάλειας» και κάθε πληροφορία για
αυτούς θεωρείται διαβαθμισμένη. Με αποτέλεσμα ο
πολίτης απλώς να μην ξέρει τι ακριβώς συμβαίνει,
ποιες αποφάσεις λαμβάνονται, από ποιους και σε
ποια κατεύθυνση.
Και για
να μην πάμε μακριά ας δούμε π.χ. στη χώρα μας
τον αγώνα που εξακολουθεί να δίνεται για να
μάθουμε επιτέλους την αλήθεια για τις υποκλοπές
της ΕΥΠ και του εγκατεστημένου στο Μέγαρο
Μαξίμου παραμηχανισμού, αλήθεια που επίσης
προσκρούει στον υποτίθεμενο χαρακτήρα απορρήτου
που πρέπει να έχει οτιδήποτε σχετίζεται με την
ΕΥΠ.
Μόνο που
μια εξουσία η δράση της οποίας δεν είναι πλήρως
γνωστή στους πολίτες, είναι μια εξουσία εξ’
ορισμού ανεξέλεγκτη, αυθαίρετη και σε τελική
ανάλυση επικίνδυνη.
Και μια
δημοκρατία όπου οι πολίτες έχουν μόνο
«φιλτραρισμένη» γνώση για το τι κάνουν οι φορείς
του κράτους, δεν είναι σε τελική ανάλυση μια
πραγματική δημοκρατία.
Και αυτό
σημαίνει ότι κάποια στιγμή πρέπει να
παραδεχτούμε ότι όσο λιγότερα είναι τα «μυστικά
του κράτους» τόσο το καλύτερο.
Επειδή
όμως το κράτος δεν πρόκειται τόσο εύκολα να
επιτρέψει η πληροφορία να κυκλοφορήσει ελεύθερη,
χρειαζόμαστε δημοσιογράφους με θάρρος, με
επιμονή, με ηθική ακεραιότητα και με ετοιμότητα
να υποστούν τις συνέπειες.
Χρειαζόμαστε, δηλαδή, ανθρώπους σαν τον Τζούλιαν
Ασάνζ.
Λευτέρης
Θ. Χαραλαμπόπουλος (in.gr) |