Κατά
δεύτερον, καθώς η οικονομία ανακαταλαμβάνει
προηγούμενα της κρίσεως επίπεδα αξιών, οι τιμές
των ακινήτων κινούνται σε παράλληλο εύρος. Αν
λοιπόν το ΑΕΠ είναι στα επίπεδα του 2009, γιατί
μας παραξενεύει που οι τιμές των ακινήτων
επιστρέφουν στα επίπεδα του 2009; Υπήρχε χρυση
βίζα τότε; Όχι βέβαια. Πώς τεκμηριώνεται η σχέση
χρυσής βίζας με κάποια «υπερβολική» άνοδο τιμών
χωρίς περαιτέρω βαθύτερη μελέτη και μόνο με την
επίκληση της μαγικής σκέψεως;
Υπάρχει
ωστόσο ένα σημείο, μαζί με την αναγκαία μέριμνα
για τους ευάλωτους συμπολίτες μας, που είναι
πραγματικό και πραγματική πηγή ανησυχίας: η
επιταχυνόμενη αδυναμία των νέων γενικότερα και
των νέων ζευγαριών σε αναπαραγωγική ηλικία
ειδικότερα να μπουν στην αγορά κατοικίας στα
μεγάλα αστικά κέντρα. Σε συνδυασμό με τη
δημογραφική κατάρρευση, αυτό είναι πράγματι ένα
σοβαρό πρόβλημα. Αν και οι παράμετροι του είναι
πολλές, από την εγκατάλειψη και ερήμωση της
περιφέρειας ως την περίπου ανυπαρξία κοινωνικής
στεγαστικής πολιτικής, είναι ένα πρόβλημα που
δεν έχουμε την πολυτέλεια να παραμελήσουμε για
πολύ. Όσο πιο γρήγορα βοηθήσουμε τους νέους να
αποκτήσουν δικό τους σπίτι, τόσο πιο γρήγορα θα
λυθούν μια σειρά από προβλήματα.
Όπως δεν
κουράζομαι να γράφω τα τελευταία χρόνια, η χώρα
μας είναι ουραγός σε πανευρωπαϊκό επίπεδο όσον
αφορά στα προγράμματα κοινωνικής στεγαστικής
πολιτικής και μέριμνας για τους πιο αδύναμους,
κάτι που για μένα είναι κι ένα είδος προσωπικής
σταυροφορίας. Υποτίθεται ότι αυτό έχει να κάνει
με έλλειψη χρημάτων, αλλά νομίζω στην
πραγματικότητα έχει να κάνει περισσότερο με
έλλειψη στοχεύσεως ή απλώς ανυπαρξία πολιτικής
βούλησης και οράματος. Πέρυσι και μετά από πολλά
χρόνια, εφαρμόστηκε επιτέλους ένα πρόγραμμα
στέγης για νέους. Όμως, έτσι όπως εφαρμόστηκε,
ήταν πολύ ακριβό, δύσκολο να επαναληφθεί και
κυρίως άφησε απέξω πολλούς από τους
ασθενέστερους οικονομικά που έχουν και την
μεγαλύτερη ανάγκη. Στην πράξη, μόνο νέοι που
είχαν αποταμιεύσεις ή γενναία βοήθεια απο την
οικογένεια μπόρεσαν να το αξιοποιήσουν πλήρως.
Και τούτο γιατί τα έξοδα πέραν της καθαρής αξίας
του ακινήτου είναι σημαντικά.
Κι εδώ
τίθεται το ερώτημα. Τι μας ενδιαφέρει πρωτίστως
ως κοινωνία; Να επιδοτήσουμε τα παιδιά λιγότερο
ή περισσότερο προνομιούχων οικογενειών να
επενδύσουν σε ακίνητα ή να βοηθήσουμε ζευγάρια
που έχουν ή θέλουν να κάνουν παιδιά; Αν λοιπόν
είναι μέλημα μας η συνέχεια μας, τότε δεν
έχουμε παρά να επικεντρωθούμε στο δεύτερο. Και
για το δεύτερο χρειαζόμαστε χρήματα και
αναπτυξιακή δυναμική και όχι ευχολόγια ή
δαπανηρά και μη επαναλήψιμα προγράμματα. Κι εδώ
τα προγράμματα προσελκύσεως ξένων επενδύσεων
μπορούν να παίξουν σημαντικό ρόλο, καθώς
προσφέρουν και τα δυο.
Αν
σταματήσουμε να σκεφτόμαστε με όρους καταργήσεως
ή αποτροπής του προγράμματος της χρυσής βίζας
και αρχίσουμε να βλέπουμε την προσέλκυση ξένων
επενδύσεων ως αναπτυξιακό εργαλείο, οι λύσεις
είναι μπροστά στα μάτια μας. Μια αύξηση του
παραβόλου των επενδυτών 10.000€, μαζί με τα
τρέχοντα έσοδα από το φόρο μεταβίβασης 3%,
φτάνει τα έσοδα από κάθε απλή χρυσή βίζα των
250.000€ κοντά στις 20.000. Σε άλλες ευρωπαϊκές
χώρες όπως η Μάλτα μάλιστα είναι υποχρεωτικό
κάποια χρήματα να πηγαίνουν σε κοινωνικούς
σκοπούς. Αν αυτά τα χρήματα πάνε σε ειδικό
λογαριασμό υπέρ του δημογραφικού ή του
στεγαστικού λοιπόν, μπορούμε να έχουμε άμεση
χρηματοδότηση νέων ζευγαριών για απόκτηση
στέγης. Πηγαίνοντας ένα βήμα πιο πέρα, καθώς τα
ζευγάρια αποκτούν περισσότερα παιδιά, μέρος ή
όλο το ποσόν μπορεί να τους χαρίζεται, χωρίς
καμία επιβάρυνση για τον κρατικό προϋπολογισμό.
Σκεφθείτε για παράδειγμα ένα πλαίσιο όπου ένα
νεο ζευγάρι παίρνει άτοκο δάνειο 10.000€ ενώ με
ένα παιδί παίρνει άτοκο δάνειο 20.000€ και στο
δεύτερο παιδί το δάνειο του χαρίζεται.
Έχουμε
αποδείξει ότι μπορούμε να προσελκύσουμε ξένες
επενδύσεις και με αυτό τον απλό τρόπο, όχι μόνο
θα συνεχίσουν να τροφοδοτούν την ανάπτυξη της
εμπεριστάτου ελληνικης οικονομίας, η οποία ήδη
μετά τις περυσινές αλλαγές νιώθει τη διαφορά στη
ροή επενδύσεων, αλλά θα ανακουφίσουν άμεσα το
οξύ δημογραφικό πρόβλημα. Κι έτσι θα γίνει πιο
σαφές σε όλους ότι τα προβλήματα δε λύνονται με
τη μαγική σκέψη, αλλά με δουλειά, όραμα και
στόχευση.
* Ο κ.
Θεοδωρίδης είναι Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Μεσιτών PAC/CEPI, Αντιπρόεδρος Συλλόγου Mεσιτών
Aθηνών
Πρώτη
δημοσίευση στο Money Review |