Τα γεγονότα – αρκεί να έχουµε τα µάτια
ανοιχτά – αναδεικνύουν την αναντιστοιχία ανάμεσα
στις προκλήσεις των καιρών και τις δυνατότητες
αντιµετώπισής τους από τα οργανωμένα συστήματα,
με πρώτο το πολιτικό. Γι’ αυτό, ή πάντως και γι’
αυτό, είναι μοιραία η φετινή χρονιά: γιατί
αποκαλύπτει κάτι σημαντικό, τη στιγμή που έχει
πλέον μετατραπεί σε αδιέξοδο.
Κάθε μήνας, κάθε
εβδομάδα, σχεδόν κάθε
μέρα φέρνει μια νέα
απόδειξη. Ενας πόλεμος
στην καρδιά της Ευρώπης,
που η διεθνής κοινότητα
δεν τον περίμενε, δεν
μπόρεσε να τον αποτρέψει
και δεν βρίσκει καμία
διέξοδο, οκτώ μήνες μετά
το ξέσπασμα και τη
διαρκή κλιμάκωσή του.
Τα «δόγματα»
αναποδογυρίστηκαν: η
πυρηνική απειλή από
εργαλείο αποτροπής
μετατράπηκε σε εργαλείο
διαιώνισης, ο «ψυχρός
πόλεμος» είναι θερμός, η
Ευρωπαϊκή Ενωση που
φτιάχτηκε για να
εγγυάται την ειρήνη
στρατιωτικοποιείται
ενόψει μιας μόνιμης
μη-ειρήνης, η λεγόμενη «Δύση»
απειλείται θανάσιμα αλλά,
αντί να συσπειρώνεται,
βγάζει στην επιφάνεια
την ετερογένεια σκοπών
και στόχων της. Η
ηγεμόνευση με πήλινα
πόδια των ΗΠΑ, λόγω
στρατιωτικής κυρίως,
αλλά όχι μόνο, έλλειψης
οργάνωσης της Ευρώπης,
το ΝΑΤΟ που, από «εγκεφαλικό
νεκρό» πριν από λίγους
μήνες, έγινε η μόνη
ασπίδα προστασίας (χωρίς
να μπορεί ουσιαστικά να
προστατέψει), η πλήρης
αυτοεξουδετέρωση του ΟΗΕ,
τα μεγάλα άλματα της
Ευρωπαϊκής Ενωσης (βοήθεια
στην Ουκρανία, κοινό
μέτωπο κυρώσεων,
οικονομικός και
ενεργειακός συντονισμός)
που χάνουν τη δυναμική
και την
αποτελεσματικότητα τους
μέσα από τόσες
δολιχοδρομήσεις,
εξαιρέσεις,
οπισθοχωρήσεις (φυσιολογικές
σε κάθε άλλη περίπτωση
εκτός της υπαρξιακής
κρίσης) – όλα αυτά
φανερώνουν όχι έλλειψη
προσπάθειας, αλλά
ακριβώς το αντίθετο,
φρενιτώδη προσπάθεια που
δεν μπορεί εκ των
πραγμάτων να αποδώσει.
Επιπλέον, ο πόλεμος δεν
προκάλεσε αλλά έκανε πιο
εμφανή, και συγχρόνως
πιο βαθιά και πιο
περίπλοκα, τα δομικά
προβλήματα.
Την εγγενή αντίφαση
στον αγώνα κατά της
κλιματικής αλλαγής, που
θα είχε κάποιες ελπίδες
επιτυχίας μόνο με
εγκατάλειψη της σώρευσης
υλικών αγαθών, σώρευσης
που βρίσκεται στην
καρδιά της καλπάζουσας «τεχνολογικής
παγκοσμιοποίησης». Τη
διαρκή αύξηση των
ανισοτήτων, λόγω του
τρόπου που «μοιράζεται»
ο πλούτος και διαχέονται
τα δημόσια αγαθά και οι
ατομικές δεξιότητες. Την
έκταση της διαφθοράς,
που οδηγείται πλέον
επίσημα από το «παράδειγμα»
των ηγεσιών: φορολογικοί
παράδεισοι, τρόπος
άσκησης, και
επαναδιεκδίκησης, της
εξουσίας από Τραμπ,
Μπολσονάρο και τόσους
άλλους. Τη γενικευμένη
πολιτιστική έκπτωση,
γιατί (και) ο «πολιτισμός»
έχει γίνει υλικό/εμπορικό
αγαθό, φτιαγμένο για, ή
χειραγωγούμενο ώστε, να
υπνωτίζει και όχι να
αφυπνίζει.
Απέναντι σε αυτά τα
δεδομένα, τα μεν
πολιτικά συστήματα,
εθνικά και διεθνή,
αιρετά και μη (όπως η
Εκκλησία αλλά και η
ηγεσία του παγκόσμιου
αθλητισμού), είναι, στην
καλύτερη περίπτωση,
ξεπερασμένα και, στη
χειρότερη και πιο συχνή,
συνένοχα, τα δε ιδιωτικά
δίκτυα – «κοινωνία των
πολιτών», «Αγορές»,
ταγοί του πνεύματος και
της γνώσης – ασυντόνιστα,
με αμφίβολη ανεξαρτησία
κι ακόμη πιο αμφίβολη
επιρροή.
Η δυσοίωνη αυτή
εικόνα θα μπορούσε να
θεωρηθεί ως δηλωτική
μιας άλλου είδους «αναστροφής
των άκρων»: δεν
φανερώνει επικράτηση της
Οικονομίας επί της
Κοινωνίας, ή μετατροπή
της Δεξιάς σε Αριστερά,
του «προοδευτικού» σε «συντηρητικό»,
της Δημοκρατίας σε «λαϊκισμό»,
αλλά αναποδογύρισμα της
τάξης σε αταξία και
ανεπαίσθητη, όσο και
αδήριτη, μετατροπή της
αταξίας σε παγκόσμια
πολιτική και πολιτιστική
νόρμα. Ο σημερινός
Σίσυφος δεν προσπαθεί να
ανεβάσει τα αγκωνάρια
στην κορυφή του βουνού
αλλά να τα χώσει στα
έγκατα μιας αφιλόξενης
γης.