Μια τροπολογία
που είναι κατατεθειμένη στη Βουλή, έχει το δικό
της ξεχωριστό ενδιαφέρον. Εξαιρούνται, λέει, από
την υποχρέωση καταβολής τέλους επιτηδεύματος, το
γνωστό μνημονιακό 650άρι ειδικά για τα
φορολογικά έτη 2022, 2023 και 2024 μόνο τα
φυσικά πρόσωπα καλλιτέχνες, δημιουργοί,
επαγγελματίες της τέχνης και του πολιτισμού που
είχαν διακόψει τις εργασίες τους από 1η
Ιανουαρίου 2010 και μετά και θέλουν να τις
ξαναρχίσουν.
Από την εποχή των
μνημονίων και μετά,
δηλαδή. Επιπλέον όσοι
συνάδελφοί τους καλλιτέχνες δεν
είχαν κλείσει τα βιβλία
τους, θα πληρώνουν
μικρότερο τέλος
επιτηδεύματος για τις
ίδιες χρονιές.
Το 650άρι, γίνεται για
αυτούς 400άρι. Χωρίς να
είναι σαφής η στόχευση
ούτε για τα προηγούμενα,
σε άλλο άρθρο,
επισημαίνεται η πιο «παράξενη»
φορολογική διάταξη στην
ιστορία. Θα
επιχορηγούνται, λέει, με
30% επί του κύκλου
εργασιών και μέχρι 5.000
ευρώ, οι πρώτοι 3.100
καλλιτέχνες, οι οποίοι
θα κάνουν έναρξη
εργασιών στην Εφορία έως
τις 30 Ιουνίου του 2023.
Οποιος πρόλαβε, πρόλαβε
δηλαδή και το ερώτημα
είναι πάνω σε ποια βάση
νομική ή συνταγματική
φτιάχτηκε αυτή η διάταξη.
Και γιατί οι πρώτοι
3.100 (προφανώς από
κάποιο στατιστικό
προέρχεται) και όχι οι
πρώτοι 5.000. Προφανώς
ξέρουν τον αριθμό αλλά
δεν το λένε.
Από ό,τι καταλαβαίνουμε
από την αιτιολογική, η
επιχορήγηση θα προκύψει
από κάποια ενίσχυση του Ταμείου
Ανάκαμψης, με την
ένδειξη παροχή κινήτρων
«δεύτερης ευκαιρίας» για
όσους αναγκάστηκαν να
κλείσουν τα βιβλία τους
κατά τη διάρκεια της
οικονομικής κρίσης.
Θεωρώντας δεδομένο ότι
τουλάχιστον έχει
εξασφαλιστεί για όλους
τους καλλιτέχνες που
χτυπήθηκαν από την κρίση
και έκλεισαν τα βιβλία
τους, μια πρόσβαση στη
δεύτερη ευκαιρία, το
θέμα είναι τι είδους
δεύτερη ευκαιρία είναι
αυτή που δίνεται σε μια
συγκεκριμένη κατηγορία
πολιτών και όχι σε όλους.
Δηλαδή κάποιος που
εργάζονταν στον χώρο της
διαφήμισης ή της
επικοινωνίας, τότε που
χτυπήθηκαν τα πάντα στις
αρχές του 2010 και
έκλεινε η μια εταιρεία
μετά την άλλη και έχανε
τη δουλειά του ή τα
εισοδήματά του δεν
δικαιούται δεύτερης
ευκαιρίας; Το ίδιο
ισχύει και για άλλους
κλάδους.
Επίσης έχει πολύ
ενδιαφέρον ο χρόνος
αυτής της πρωτοβουλίας.
Δεν εκδηλώθηκε ούτε το
2019 αν δεχτούμε – και
έτσι είναι – ότι είναι
μια πρωτοβουλία αυτής
της κυβέρνησης. Δεν
υπήρξε ούτε πέρυσι το
2021 μετά το άνοιγμα της
διασκέδασης από τον
Covid. Αλλά εκδηλώνεται
φέτος, το 2022.
Δεν ξέρω αν έχει
προεκλογικά
χαρακτηριστικά ή όχι.
Ούτε αν τα περίπου 15-20
εκατ. ευρώ που στοιχίζει
μπορεί να τα δώσει ο
προϋπολογισμός ή αυτή
πρέπει να είναι μια
επιλέξιμη δράση του
Ταμείου Ανάκαμψης,
δεδομένου ότι δεν
περιλαμβάνει κάποιου
είδους μετεκπαίδευση ή
αποδεικτικό αυτής. Ολα
αυτά τα αφήνω στο πλάι.
Δημιουργεί ένα ξεκάθαρο
θέμα φορολογικής
δικαιοσύνης. Είναι
δεδομένο ότι είμαστε
υπέρ της καλλιτεχνικής
δημιουργίας. Υπέρ του
πολιτισμού και των
ανθρώπων του.
Αλλά βλέποντας τις
δουλειές είτε αυτές
είναι σε μουσικά
γεγονότα, στο θέατρο,
στη δημιουργία, να
ανοίγουν με μεγάλη
ένταση σε όλα τα επίπεδα
και το κόστος που
χρεώνουν να είναι άλλων
εποχών, προφανώς μαζί
και τα μεροκάματα που
εισπράττουν, είναι να
απορεί κανείς αν τώρα
είναι ο σωστός χρόνος
για την ενίσχυσή τους.
Αν τώρα είναι οι
φορολογούμενοι Ελληνες
που έχουν τη μεγαλύτερη
ανάγκη να τύχουν τέτοιων
προνομίων από το κράτος…