Προ
ημερών παρακολούθησα μια αξιοσημείωτη ομιλία της
προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ursula von der
Leyen στο Ευρωκοινοβούλιο, από μια παρέμβασή της
στις 8 Ιουνίου. Συνοψίζω εδώ το μέρος της
δήλωσης στο οποίο επιθυμώ να εστιάσω:
«Οι τιμές του
ηλεκτρισμού έχουν
εκτοξευτεί. Κάνουμε
πολλά, έχουμε θεσπίσει
μια εργαλειοθήκη την
οποία πολλά κράτη μέλη
χρησιμοποιούν όπου
φορολογούμε τα υπερκέρδη,
επιδοτούμε τα ευάλωτα
νοικοκυριά και τις
ευάλωτες επιχειρήσεις.
Ωστόσο, αναγνωρίζουμε
ότι αυτή είναι μια
βραχυπρόθεσμη ανακούφιση
που δε θα αλλάξει τη
δομή της αγοράς. Ποιο
είναι το πρόβλημα της
δομής της αγοράς; Έχουμε
ακόμη μια αγορά
ηλεκτρισμού που είναι
σχεδιασμένη όπως ήταν
απαραίτητο πριν 20
χρόνια όταν αρχίσαμε να
εντάσσουμε τις
ανανεώσιμες πηγές
ενέργειας. Είναι οι
ανανεώσιμες πηγές
ενέργειας που μπαίνουν
πρώτες, τότε πολύ πιο
ακριβές, και μετά
μπαίνουν οι άλλες πηγές
ενέργειας, όπως το
πετρέλαιο, το φυσικό
αέριο, τα πυρηνικά και ο
άνθρακας, και τελευταίες
μπαίνουν οι πιο ακριβές
μονάδες που ορίζουν τις
τιμές. Σήμερα η αγορά
είναι τελείως
διαφορετική. Είναι οι
ανανεώσιμες που είναι οι
πιο φτηνές, και
τελευταίο μπαίνει το
φυσικό αέριο, το οποίο
είναι το πιο ακριβό,
αλλά ορίζει την τιμή για
όλους. Αυτό το σύστημα
αγοράς δε λειτουργεί
πλέον. Πρέπει να το
μεταρρυθμίσουμε. Πρέπει
να το προσαρμόσουμε στη
νέα πραγματικότητα όπου
οι ΑΠΕ κυριαρχούν. Αυτό
είναι το έργο που έχει
αναλάβει η Επιτροπή. Δεν
είναι απλό. Είναι μια
τεράστια μεταρρύθμιση.
Θα πάρει χρόνο. Πρέπει
να σχεδιαστεί προσεκτικά,
αλλά πρέπει να
προσαρμόσουμε την αγορά
μας στις νέες συνθήκες.»
Εκτός αν παρερμηνεύω
κάτι στις δηλώσεις της,
η κυρία Von der Leyen
κατακεραυνώνει το
σύστημα δημοπρασιών
ενιαίας τιμής και
εξαγγέλει την επερχόμενη
κατάργησή τους. Οι
δημοπρασίες ενιαίας
τιμής αποτελούν έναν από
τους ακρογωνιαίους
λίθους της πανευρωπαϊκής
αγοράς ηλεκτρισμού. Στις
επόμενες παραγράφους
συνοψίζω πώς λειτουργούν,
γιατί επιλέχθηκαν ως ο
επικρατών σχεδιασμός
στην Ευρώπη και
παγκοσμίως, και γιατί η
κατάργησή τους ίσως θα
αποτελούσε ένα βήμα στη
λάθος κατεύθυνση.
Σε μια δημοπρασία
ηλεκτρισμού, όπως τις
προθεσμιακές
προ-ημερήσεις
δημοπρασίες που
διεξάγονται κάθε 24ωρο
μια μέρα πριν τη
λειτουργία του
συστήματος, οι παραγωγοί
υποβάλουν προσφορές
ηλεκτρισμού που
αποτελούνται από μια
ποσότητα (πόσα MWh είναι
διατειθμένοι να παράγουν)
και μια τιμή (πόσα €/MWh
ζητούν κατ’ελάχιστο για
να παράγουν). Ο
λειτουργός της
δημοπρασίας καλείται να
επιλέξει τις πιο
οικονονομικά συμφέρουσες
προσφορές, και να τις αποζημιώσει.
Πιστεύω ότι όλοι θα
συμφωνούσαμε ότι οι
είναι οικονομικά
ορθολογικό να επιλεγούν
οι πιο φτηνές προσφορές,
ώστε να ελαχιστοποιηθεί
το κόστος της παραγωγής
ηλεκτρισμού. Το ερώτημα
είναι πώς πρέπει να
αποζημιωθούν αυτές οι
προσφορές. Οι δημοπρασίες
ενιαίας τιμής αποζημιώνουν
όλους τους παραγωγούς
στην τιμή της οριακής
προσφοράς, ήτοι της πιο ακριβής προσφοράς
η οποία ενεργοποιήθηκε
για να καλύψει έστω και
μέρος της ζήτησης. Στο
υποθετικό παράδειγμα του
γραφήματος, αυτή είναι η
τιμή που αντιστοιχεί στο
κόστος των
υδροηλεκτρικών σταθμών
όταν η ζήτηση είναι
χαμηλή, και αντιστοιχεί
στο κόστος του φυσικού
αερίου όταν η ζήτηση
είναι υψηλή.
Το παράπονο που φαίνεται
να εκφράζει η κυρία von
der Leyen είναι το εξής:
γιατί όλες οι μονάδες να
πληρώνονται το κόστος
του φυσικού αερίου; Όσο
η τιμή του φυσικού
αερίου ήταν χαμηλή,
αυτός ο σχεδιασμός δεν
προκαλούσε ιδιαίτερες
συζητήσεις πέραν
εξειδικευμένων κύκλων.
Τώρα που η τιμή του
φυσικού αερίου έχει
εκτοξευτεί σε πρωτόγνωρα
επίπεδα, το ερώτημα
φτάνει μέχρι την κορυφή
της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Η θεωρητική θεμελίωση
των δημοπρασιών ενιαίας
τιμής βρίσκεται στις
δημοπρασίες δεύτερης
τιμής (second price
auctions) τις οποίες
ανέλυσε πρώτος ο
νομπελίστας Vickrey.
Όταν η δημοπρασία
ανταλάσσει ένα μοναδικό
αγαθό, η δημοπρασία
δεύτερης τιμής ωθεί τους
παραγωγούς να
αποκαλύψουν τα αληθινά
τους κόστη στη
δημοπρασία. Επί
παραδείγματι, εάν
πληρώναμε τον κάθε
παραγωγό αυτό που ο
ίδιος ο παραγωγός
ισχυρίζεται ότι είναι το
κόστος του, τότε ο κάθε
παραγωγός θα προσπαθούσε
να μαντέψει σε ποια τιμή
θα προσέφερε ο πιο
ακριβός παραγωγός (εν
προκειμένω το φυσικό
αέριο) και θα
προσπαθούσε να υποβάλει
μια προσφορά
κατ’ελάχιστο χαμηλότερη
από την τιμή του πιο
ακριβού παραγωγού.
Ιδανικά, οι φθηνότεροι
παραγωγοί σε αυτήν την
περίπτωση θα μπορούσαν
να μαντέψουν σωστά την
τιμή του πιο ακριβού
παραγωγού (στην οποία
περίπτωση θα είχαμε το
ίδιο αποτέλεσμα με τη
δημοπρασία ενιαίας τιμής)
αλλά μερικές φορές θα
αστοχούσαν και θα
κατέληγαν να μην
παράγουν και ας είναι
φθηνότεροι!
Τα υπερκέρδη που
προκύπτουν από τη
δημοπρασία ενιαίας τιμής
(όπως θα προέκυπταν και
από εναλλακτικούς
μηχανισμούς) συμβάλουν
στην κάλυψη του
μακροπρόθεσμου κόστους
επένδυσης των παραγωγών.
Σαφώς και τα ευάλωτα
νοικοκυριά πρέπει να
προστατευτούν (και
ενδεχομένως υπάρχουν
εναλλακτικές πηγές για
να επιτευχθεί αυτός ο
στόχος), αλλά ας
αναλογιστούμε κατά πόσο
η φορολόγηση αυτών των
υπερκερδών είναι συμβατή
με την πρόθεση πολλών
κρατών μελών να
υλοποιήσουν μηχανισμούς
αποζημίωσης ισχύος
(Capacity Remuneration
Mechanisms). Σε κάθε
περίπτωση, στην παρούσα
συγκυρία, προσπαθεί
κανείς να πετύχει μια
ισορροπία μεταξύ της
μείωσης της ζήτησης όταν
το σύστημα το έχει
ανάγκη (για καταναλώσεις
που δεν είναι
νευραλγικής σημασίας) με
τη διασφάλιση της
πρόσβασης σε ένα
πρωταρχικό αγαθό (για
καταναλώσεις που είναι
νευραλγικής σημασίας).
Κατά την άποψή μου, το
πραγματικό πρόβλημα
είναι η έλλειψη φυσικού
αερίου. Ο υπάρχων
σχεδιασμός της
Ευρωπαϊκής αγοράς
ηλεκτρισμού, ο οποίος
θεωρώ ότι είναι στιβαρός,
απεικονίζει στις τιμές
ηλεκτρισμού το αυξημένο
κόστος της πρώτης ύλης,
και δεν είναι ξεκάθαρο
σε εμένα πώς η επίθεση
στις δημοπρασίες ενιαίας
τιμής θα λύσει αυτό το
θεμελιώδες πρόβλημα.
*Ο Αντώνιος
Παπαβασιλείου είναι
Επίκουρος Καθηγητής στη
Σχολή Ηλεκτρολόγων
Μηχανικών και Μηχανικών
Υπολογιστών του Εθνικού
Μετσόβιου Πολυτεχνείου.
Το Ίδρυμα Μποδοσάκη
απένειμε στον κ.
Παπαβασιλείου το
Επιστημονικό Βραβείο
στον Τομέα Εφαρμοσμένων
Επιστημών/Τεχνολογίας
2021, για τη συνεισφορά
του στην ορθολογική
χρήση των ενεργειακών
πόρων και την υψηλής
κλίμακας διείσδυση
Ανανεώσιμων Πηγών
Ενέργειας στα συστήματα
ηλεκτρικής ενέργειας.