Σήμερα,
δέκα έξι χρόνια μετά το ξέσπασμα της κρίσης τού
2008, τα φαινόμενα που προκλήθηκαν από το
γεγονός αυτό έφεραν στο προσκήνιο τα
αποκαλούμενα «οικονομικά της ευτυχίας» (Happinomics),
τα οποία έχουν ήδη γίνει μία νέα μόδα. Από τις
βρετανικές και γαλλικές κυβερνήσεις που
εξετάζουν τρόπους για την παρακολούθηση των
happinomics, έως τα
Ηνωμένα Έθνη που δημοσίευσαν την πρώτη ετήσια
Έκθεση Παγκόσμιας Ευτυχίας το 2012, η ευτυχία
έχει γίνει δημοφιλές αντικείμενο μέτρησης και
ευρύτερου προβληματισμού σε πολιτικό επίπεδο.
Δεν είναι η καλύτερη ώρα να ανακαλύψει κανείς
ότι η ζωή δεν είναι μόνον τα λεφτά, όταν δεν
υπάρχουν αρκετά;
Δυστυχώς
όμως τις σημερινές αβέβαιες ημέρες μας, όσοι
αναζητούν έναν πιο ευχάριστο τρόπο να
προσεγγίσουν το θέμα αυτό , θα απογοητευθούν-
Σύμφωνα με τον δείκτη αρνητικών συναισθημάτων
(π.χ. θυμός, λύπη, πόνος) που συντάσσεται από
την εταιρεία δημοσκοπήσεων
Gallup,
αν συνεχιστούν οι σημερινές τάσεις, γεωπολιτικές
εντάσεις και οικονομικές αβεβαιότητες, ο κόσμος
μας θα είναι για μια περίοδο πολύ πιο
κατσουφιασμένος απ’ ό,τι ήταν πριν μία δεκαετία.
Παρόλα αυτά, υπάρχουν παγκόσμιες νησίδες
ευτυχίας που πιθανότατα, αποτελούν αντίβαρο στη
σημερινή απαισιοδοξία και δικαιολογούν κάποιες
ελπίδες.
Σύμφωνα
με την
Gallup,
κατά την τελευταία δεκαετία οι περισσότερες
χώρες έχουν δει βελτίωση απ’ ό,τι χειροτέρευση.
Αλλά η πρόοδος είναι άνιση. Ενώ οι Κινέζοι
γίνονται πιο χαρούμενοι, στην Αμερική, την
Ιαπωνία και σε 11 χώρες της Δυτικής Ευρώπης οι
άνθρωποι είναι κατά μέσον όρο όλο και λιγότερο
ικανοποιημένοι από την ζωή τους —με την Ελλάδα
να κατέχει τα πρωτεία στην Δύση.. Και το ερώτημα
που τίθεται είναι αυτό της σύνδεσης της ευτυχίας
με την οικονομική μεγέθυνση και ανάπτυξη και υπό
ποιους όρους.
Το θέμα
της σχέσης οικονομίας και ευτυχίας έχει έλθει
στο προσκήνιο από τις αρχές της δεκαετίας τού
2000, όταν η κυβέρνηση του Μπουτάν το 2001
αντικατέστησε το ΑΕΠ με τον Δείκτη Ακαθάριστης
Εθνικής Ευτυχίας (ΑΕΕ). Το 2008, επίσης, ο τότε
πρόεδρος της Γαλλίας Νικολά Σαρκοζύ δημιούργησε
μία επιτροπή, υπό την προεδρία δύο κατόχων του
βραβείου Νόμπελ Οικονομίας, η οποία κάλεσε σε
παγκόσμια προσπάθεια για ανάπτυξη οικονομικών
εργαλείων μέτρησης της ευτυχίας. Αν και η
επιτροπή αυτή είχε κατηγορηθεί από τους
Αμερικανούς συντηρητικούς ως μία «αριστερή
προσπάθεια πλήρους εκσοσιαλισμού της ήδη
άκαμπτης γαλλικής οικονομίας», εντούτοις τα
πορίσματά της είχε λάβει σε κάποιον βαθμό υπ’
όψη του ο τότε Βρετανός συντηρητικός
πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον. Έτσι, η κυβέρνησή
του είχε εισαγάγει στις βρετανικές στατιστικές
«δείκτες καταμέτρησης της ευημερίας», οι οποίοι,
όπως αναφέρει η μη κυβερνητική οργάνωση Ανοικτή
Δημοκρατία (Open
Democracy)
λαμβάνονταν όλο και σοβαρότερα υπ’ όψη στις
διάφορες οικονομικές και κοινωνικές αποφάσεις
της βρετανικής κυβέρνησης.
Από
καιρό, λοιπόν, οι ασχολούμενοι επιστημονικά με
το πεδίο αυτό έχουν κάθε λόγο να είναι
ικανοποιημένοι, καθ’ όσον το ενδιαφέρον τους για
το ζήτημα της ευτυχίας στην οικονομία και πέραν
αυτής, διαμορφώνει νέους, πολύ εκτενέστερους
ορίζοντες στην επιστημονική έρευνα. Όχι, όμως,
χωρίς να εγείρει και αναπάντητα για την ώρα
ερωτήματα, με πολιτικό περιεχόμενο. Κατά την
γνώμη μας δε, το σημαντικότερο από αυτά
έγκειται, αφ’ ενός, στον καταλληλότερο για την
πολιτική ορισμό της ευτυχίας και, αφ’ ετέρου,
στο πώς ο ορισμός αυτός αλλάζει ανάλογα με τις
διαφορετικές κοινωνικές συνθήκες στις διάφορες
χώρες του κόσμου.
Στις
νέες συνθήκες, ορισμένες κοινωνίες μοιάζουν
έτοιμες να εντάξουν την ευτυχία στους πολιτικούς
τους στόχους με την έννοια της καθημερινής
ικανοποίησης. Άλλες, όπως των ΗΠΑ (στην
Διακήρυξη Ανεξαρτησίας των οποίων καταγράφεται
το δικαίωμα στην «επιδίωξη της ευτυχίας»), που
παραδοσιακά δίνουν έμφαση στην ύπαρξη ίσων
ευκαιριών και όχι τόσο ίσων αποτελεσμάτων,
μάλλον θα επέλεγαν μία πιο «αριστοτελική»
αντίληψη για την ευτυχία- Αλλά η υπόσχεση προς
τους πολίτες ότι θα είναι ευτυχείς υπό την
έννοια της ικανότητας να ζουν μία ζωή με
πληρότητα, προϋποθέτει να έχουν τα εργαλεία και
τις δομές που να τούς το επιτρέπουν.
Τελικά,
όμως, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη και μια άλλη
παράμετρος. Αυτή των αυταρχικών καθεστώτων που
δεν θέλουν οι υπήκοοι τους να είναι ευτυχείς.
Διότι τότε αναζητούν και ποικίλες άλλες
ικανοποιήσεις σχετικές με δημοκρατικά και άλλα
«παράξενα» δικαιώματα που δημιουργούν προβλήματα
εξουσίας .Και από αυτή την οπτική γωνία ωστόσο,
αρκετοί οικονομολόγοι και κοινωνικοί ερευνητές
εξετάζουν την περίπτωση της Σιγκαπούρης που παρά
το αυταρχικό της καθεστώς είναι μέσα στις δέκα
χώρες του κόσμου με τους ευτυχέστερους πολίτες.
Μήπως
λοιπόν η αναζήτηση της ευτυχίας προσθέτει νέα
στοιχεία στην πολυπλοκότητα της ανθρώπινης ζωής,
που κάποιοι ερμηνεύουν με προκλητική και
επικίνδυνη απλοϊκότητα;
European
Business Revie
|