Η σημασία της Κίνας ως
εισαγωγέας αγαθών που
παράγονται στην ΕΕ έχει
αυξηθεί πολύ τα
τελευταία χρόνια. Μεταξύ
2008 και 2021, οι
εξαγωγές από την ΕΕ στην
Κίνα υπερτριπλασιάστηκαν
σε αξία, ενώ ως ποσοστό
του ΑΕΠ (της ΕΕ)
αυξήθηκαν κατά 2,4 φορές.
|
|
|
Το 2021 η Κίνα ήταν
ο τρίτος μεγαλύτερος
αγοραστής (μετά τις ΗΠΑ
και το Ηνωμένο Βασίλειο)
αγαθών που εξάγονται από
την ΕΕ. Η κρίση του
Covid-19 ανέκοψε αυτή
την πορεία, οδηγώντας σε
συρρίκνωση του διεθνούς
εμπορίου (με κατώτατο
σημείο το Μάρτιο του
2020), όμως μέχρι το
Δεκέμβριο του 2021 οι
εξαγωγές από την ΕΕ στην
Κίνα είχαν ανακάμψει και
πάλι. Συγκρίνοντας το
2021 με το 2019, παρότι
εν τω μεταξύ είχαν
μεσολαβήσει η πανδημία, ο
πόλεμος Ρωσίας-Ουκρανίας,
καθώς και ο εμπορικός
πόλεμος ΗΠΑ-Κίνας, οι
εξαγωγές από την ΕΕ στην
Κίνα ήταν αυξημένες,
τόσο σε αξία (από 198,5
σε 223,6 δις ευρώ) όσο
και ως μερίδιο του ΑΕΠ
της ΕΕ (από 1,42% σε
1,54%).
Σύμφωνα με τα
στοιχεία του 2021,ο
κύριος όγκος των
ευρωπαϊκών εξαγωγών στην
Κίνα αφορούσε μηχανήματα
και οχήματα (52%), άλλα
μεταποιημένα προϊόντα
(20%), χημικά (15%), και
πρωτογενή αγαθά (12%).
Οι μεγαλύτεροι
εξαγωγείς της ΕΕ στην
Κίνα ήταν η Γερμανία
(104,7 δις ευρώ), η
Γαλλία (24 δις ευρώ) και
η Ολλανδία (15,9 δις
ευρώ). Στη Γερμανία, η
αξία των εξαγωγών στην
Κίνα αντιστοιχεί σε 2,9%
του ΑΕΠ (από 1,3% το
2008). Σημαντική
εξάρτηση από τις
κινεζικές εισαγωγές
ευρωπαϊκών προϊόντων
έχουν επίσης η Ιρλανδία
(2,6% του ΑΕΠ) και η
Σλοβακία (2,2%).
Σε σχέση με το 2019,
η αξία των εξαγωγών στην
Κίνα το 2021 ήταν
αυξημένη για όλα τα
κράτη μέλη εκτός από
τέσσερα: Ελλάδα, Σουηδία,
Λιθουανία και Κροατία.
Ως ποσοστό του ΑΕΠ, η
υποχώρηση ήταν
μεγαλύτερη στη Σουηδία
(-0,18 ποσοστιαίες
μονάδες) και στη
Λιθουανία (-0,16 ποσοστιαίες
μονάδες), λόγω της
γνωστής διαμάχης και των
οικονομικών κυρώσεων που
επέβαλε η Κίνα μετά την
απόφαση της Λιθουανίας
να επιτρέψει στην Ταϊβάν
να ανοίξει “de facto”
πρεσβεία στο Βίλνιους.
Στην Ελλάδα η
υποχώρηση κατά 177 εκατ.
Ευρώ ήταν η μεγαλύτερη
στην ΕΕ, και συνέβη εν
μέσω αύξησης των
συνολικών εξαγωγών από
την ΕΕ στην Κίνα (κατά
25,1 δις ευρώ). Το
μερίδιο των ελληνικών
εξαγωγών στην Κίνα
μειώθηκε από 0,49% του
ΑΕΠ το 2019 σε 0,39% το
2021. Πλέον η Ελλάδα
βρίσκεται στην 22η θέση
μεταξύ 27 κρατών μελών
ως προς το μερίδιο στο
ΑΕΠ των εξαγωγών προς
την Κίνα.
Αξίζει να σημειωθεί
ότι παρά την πρόσφατη
υποχώρηση, τα
προηγούμενα χρόνια οι
εξαγωγές της Ελλάδας
προς την Κίνα είχαν
αυξηθεί σημαντικά.
Συγκεκριμένα, από 135
εκατομμύρια ευρώ το 2008
(0,06% ΑΕΠ) πέρασαν σε
892 εκατομμύρια ευρώ το
2019 (0,49% ΑΕΠ).
Σύμφωνα με δεδομένα του
OEC τα κύρια προϊόντα
που εξήγαγε η Ελλάδα
στην Κίνα το 2019 ήταν
τα διυλισμένα πετρέλαια
(450 εκατομμύρια δολάρια),
τα μεταλλεύματα
πολύτιμων μετάλλων (52
εκατομμύρια δολάρια), το
μάρμαρο, η τραβερτίνη
και ο αλάβαστρος (28
εκατομμύρια δολάρια).
Πάντως, η Κίνα δεν
συγκαταλέγεται ανάμεσα
στους σημαντικούς
εταίρους της Ελλάδας στο
ελληνικό εξωτερικό
εμπόριο. Συμφώνα με την
ΕΛΣΤΑΤ οι κύριες χώρες
προορισμού των ελληνικών
προϊόντων για το 2021
είναι η Ιταλία, η
Γερμανία, η Κύπρος, η
Τουρκία, η Βουλγαρία,
και η Γαλλία.
Παρότι οι πρόσφατες
διεθνείς εξελίξεις
φαίνεται να μην
επηρέασαν δυσμενώς τις
διμερείς εμπορικές
σχέσεις ανάμεσα στα
περισσότερα κράτη μέλη
της ΕΕ και την Κίνα, οι
δυσκολίες παραμένουν. Η
επιβράδυνση των ρυθμών
ανάπτυξης της κινεζικής
οικονομίας θα μπορούσε
να μειώσει τις εισαγωγές
από την ΕΕ, καθώς και να
οδηγήσει στην αύξηση του
προστατευτισμού σε
στρατηγικούς τομείς.
Ταυτόχρονα, σημαντικά
ζητήματα όπως τα
ανθρώπινα δικαιώματα και
η πράσινη μετάβαση,
μπορεί να επηρεάσουν
αρνητικά τις οικονομικές
σχέσεις ΕΕ-Κίνας.
Παρά τη σημαντική
αύξηση των ελληνικών
εξαγωγών στην Κίνα τις
τελευταίες δεκαετίες, η
ακόμη χαμηλή διείσδυση
των ελληνικών προϊόντων
στην κινεζική αγορά,
καθώς και η πρόσφατη
υποχώρηση των ελληνικών
εξαγωγών (σε συνθήκες
αύξησης των εξαγωγών
προς την Κίνα από την ΕΕ
ως σύνολο), θέτουν
ερωτήματα για τις
ελληνικές επιχειρήσεις.
Πέρα από ενδεχομένως
συγκυριακούς παράγοντες,
η έλξη που ασκεί το
«Made in Greece» στην
Κίνα παραμένει
περιορισμένη.
Η Χρύσα Παπαλεξάτου
είναι Υπότροφος της
Ερευνητικής Έδρας Α. Γ.
Λεβέντη στο Παρατηρητήριο
Ελληνικής & Ευρωπαϊκής
Οικονομίας του ΕΛΙΑΜΕΠ.
Ο Μάνος Ματσαγγάνης
είναι Κύριος Ερευνητής,
Επικεφαλής του
Παρατηρητηρίου Ελληνικής
& Ευρωπαϊκής Οικονομίας
του ΕΛΙΑΜΕΠ, Υπότροφος
της Έδρας «Σταύρος
Κωστόπουλος», και Καθηγητής
Δημόσιας Οικονομικής στο
Πολυτεχνείο Μιλάνου
Πρώτη δημοσίευση
στον Οικονομικό
Ταχυδρόμος
|
|