Ο ζωτικός
χώρος του Κέντρου, εύλογο είναι να βρίσκεται στο
επίκεντρο αναζητήσεων και προβληματισμών στα
κόμματα εξουσίας. Και αυτό γιατί επικρατεί η
πρακτική αριθμητική σοφία επί της οποίας
ομοφωνούν οι απανταχού αναλυτές, ότι οι εκλογές
κερδίζονται στο Κέντρο. Την αυτονόητη αυτή
παραδοχή μας υπενθύμισαν προσφάτως σε
συνεντεύξεις τους, ο Ευάγγελος Βενιζέλος και ο
Κυριάκος Μητσοτάκης.
Όπως πάντα συμβαίνει, η
πολιτική εκφράζει
ευρύτερους
μετασχηματισμούς. Έτσι
τα ρεύματα που
διαχρονικά τη διαπερνούν
δεν είναι στατικά.
Υπόκεινται σε αλλαγές
και σε αναπροσαρμογές.
Αρκεί να κάνουμε μια
αναδρομή στο παρελθόν.
Εύκολα διαπιστώνουμε
ότι το ιστορικό ή
παραδοσιακό Κέντρο
βρισκόταν στον αντίποδα
της Δεξιάς αλλά και της
Αριστεράς. Ουσιαστικά
εξέφραζε
πολιτικοκοινωνικές
δυνάμεις που δεν
αποδέχονταν, τους
φορτισμένους
ιδεολογικούς
διαχωρισμούς των δύο
διαμετρικά αντίθετων
παρατάξεων.
Παρόλα αυτά στην τωρινή
εποχή οι διάφοροι
εκπρόσωποί τους, αναγνωρίζουν
την αξία του και τη
χρησιμότητά του και
επιδιώκουν να το
προσεταιρισθούν,
αμφισβητώντας βέβαια την
αυθυπαρξία του. Πάντως
τις τελευταίες δεκαετίες,
ο χώρος αυτός κατέστη
περισσότερο ελκυστικός
μιας και εμπλουτίστηκε
με νέες ιδέες και
επίκαιρες προσεγγίσεις.
Το πλεονέκτημά του είναι
πως προκαλεί το
ενδιαφέρον των
αποκαλούμενων δυναμικών
κοινωνικών στρωμάτων,
αλλά και της μεσαίας
τάξης, η οποία έχει
πλέον ευρύτερη πολιτική
και εκλογική βάση.
Η εναρμόνισή του με τη
ζώσα πραγματικότητα το
ανέδειξε κυρίαρχη δύναμη.
Το διαπιστώνουμε από τη
δεκαετία του 90΄και μετά,
με το εγχείρημα του «
Τρίτου Δρόμου», όπως
αυτό ενσάρκωσαν οι
Δημοκρατικοί στην
Αμερική, καθώς και τα
εκσυγχρονισμένα
σοσιαλδημοκρατικά
κόμματα τα οποία είχαν
την ευθύνη διακυβέρνησης
σε αρκετές χώρες της
Ευρώπης. Ο συντηρητισμός
και ο λαϊκισμός των
παραδοσιακών σχηματισμών
δεξιόστροφων και
αριστερόστροφων, εύλογο
είναι να τους κρατούν σε
καχεξία. Ταυτόχρονα
συμβάλλουν στην
επαναχάραξη των ορίων
της συντήρησης και της
προόδου. Και το
σημαντικότερο
ανατροφοδότουν χωρίς
ωστόσο να το θέλουν, τις
δυνάμεις του σύγχρονου
Κέντρου, καθιστώντας τις
πολιτικά κυρίαρχες. Το
διαπιστώνουμε με την
επικράτηση του Μπάιντεν,
του Μακρόν, του Σόλτς
και άλλων.
Στην Ελλάδα οι
κοινωνικές και πολιτικές
εξελίξεις ακολουθούν
διαφορετικούς δρόμους.
Τη μάχη του Κέντρου όπως
έδειξαν οι τελευταίες
εθνικές εκλογές, την
κέρδισε ο Κυριάκος
Μητσοτάκης αν και
ηγείται μιας παράταξης,
που ακόμη και τώρα
δυσκολεύεται να
απεξαρτηθεί από τις
δεξιές καταβολές της. Η
επιτυχία του είναι
εύκολα ερμηνεύσιμη.
Οφείλεται στο ότι
μπόρεσε να εκφράσει την
αποστροφή στο λαϊκισμό,
ο οποίος βρέθηκε στο
απόγειο του στη διάρκεια
των μνημονιακών χρόνων.
Κρατώντας παράλληλα μια
διακριτή απόσταση από το
σκληρό κομματικό του
πυρήνα, απέσπασε τη
στήριξη ενός σημαντικού
τμήματος κεντρώων και
κεντροαριστερών εκλογέων.
Μάλιστα αντιλαμβανόμενος
τις υπόγειες διεργασίες
στο κοινωνικό σώμα,
ακολούθησε μια
στρατηγική που βρισκόταν
στον αντίποδα του
ιδεολογικοπολιτικού
πυρήνα του ΣΥΡΙΖΑ. Έτσι
μπόρεσε να προβάλλει ένα
κεντρώο προφίλ,
αξιοποιώντας ταυτόχρονα το
αντιΣΥΡΙΖΑ ρεύμα.
Το βέβαιο είναι πως το
Κέντρο δεν έχει
ιδιοκτήτες. Ούτε
περιχαρακώνεται στους
παλιούς
ιδεολογικοπολιτικούς
φορμαλισμούς, ως
ενδιάμεση νησίδα. Εξού και
η εκλογική του
συμπεριφορά είναι
μεταβλητή. Καθορίζεται
από τις ανάγκες και τις
προσδοκίες της κάθε
περιόδου. Η ταυτότητα
όλων εκείνων, οι οποίοι
σήμερα αυτοτοποθετούνται
στον κεντρώο χώρο είναι
η αποδοχή του
πραγματισμού, του
ορθολογισμού και του
ευρωπαϊσμού στον
πολιτικό ανταγωνισμό.
Επιπροσθέτως είναι η
απόρριψη του λαϊκισμού
και του κρατισμού, η
απενοχοποίηση της ιδιωτικής
οικονομίας. Αλλά και η
απαγκίστρωση από
βερμπαλισμούς άλλων
εποχών. Και πρωτίστως η
πίστη στις αρχές της
φιλελεύθερης δημοκρατίας,
καθώς και στις αξίες της
κοινωνικής αλληλεγγύης.
Το σύγχρονο Κέντρο
αποδεικνύεται ως το πιο
ασφαλές πολιτικό όχημα,
για τη διασφάλιση
κυριαρχίας στην εγχώρια
σκηνή. Στην τωρινή
συγκυρία, η σχέση του
Κυριάκου Μητσοτάκη με
τον κεντρώο χώρο
αναμφίβολά βρίσκεται σε
δοκιμασία. Η
ανθεκτικότητά της
εξαρτάται από τις
πολιτικές που ακολουθεί.
Αλλά και από τις
μεταβολές στον πολιτικό
χάρτη. Η αναζωογόνηση
του ΠΑΣΟΚ δημιουργεί νέα
δεδομένα. Η δυναμική του
εμφάνιση ενέχει τις
προϋποθέσεις να
αναδιατάξει τον ατροφικό
και ετεροβαρή
δικομματισμό,
διεκδικώντας με επιτυχία
τον πολυδύναμο και
ζωτικό χώρο του Κέντρου.
Το εγχείρημα που
επωμίζεται ο Νίκος
Ανδρουλάκης είναι
πράγματι δύσκολο και
σύνθετο. Η επιτυχής
διαχείρισή του, δεν
διασφαλίζεται με την
αλλαγή των εσωκομματικών
συσχετισμών και πολύ
περισσότερο δεν
επιτυγχάνεται με την
επιστροφή στις αλόγιστες
αντιλήψεις, της
αντιδεξιάς συσπείρωσης ή
του αντί-ΣΥΡΙΖΑ πόλου.
Απεναντίας ο πρόεδρος
του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ
εστιάζοντας στο Κέντρο,
έχει την ευχέρεια να
πείσει ότι πρεσβεύει ένα
νέο πολιτικό ρεύμα, ότι
συνιστά μια σύγχρονη
πολιτική έκφραση.
Έτσι άλλωστε μπορεί να
ασκήσει μια δημιουργική
αντιπολίτευση, να
δημιουργήσει γέφυρες
επικοινωνίας με τους
κεντρώους και
κεντροαριστερούς
ψηφοφόρους, που πριν
τρία χρόνια
εμπιστεύτηκαν τον
Μητσοτάκη. Αλλά και με
εκείνους που σε συνθήκες
οξείας κρίσης,
μεταπήδησαν στον Τσίπρα
και σήμερα εμφανίζουν
ισχυρή τάση
αποστασιοποίησης, από
τους αριστερόστροφους
προσανατολισμούς του. Η
μάχη λοιπόν στο Κέντρο
καθίσταται εξαιρετικά
σκληρή. Η έκβασή της θα
εξαρτηθεί από τη θέση
που θα καταλάβουν οι
πρωταγωνιστές.