Όπως σημειώνει ο John Hicks (Νόμπελ
οικονομικών 1972), η ιστορία μάς δείχνει ότι οι
βασιλείς, οι αυτοκράτορες, οι δικτάτορες, αλλά
και δημοκρατικές κυβερνήσεις, έχοντας το
προνόμιο της έκδοσης νομίσματος δεν απέφευγαν
τον πειρασμό να χρηματοδοτήσουν τα δημοσιονομικά
ελλείματα με κοπή νέου χρήματος. Όπως τονίζει η
οικονομική επιστήμη, η αύξηση της ποσότητας του
χρήματος προκαλεί πάντοτε πληθωρισμό, ο οποίος
πλήττει την εργασία και τους φτωχότερους πολίτες
μιας χώρας, αλλά όχι μόνο. Το τουρκικό κράτος
υπήρξε διάδοχο της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και
μάλιστα αποτελεί την φαντασίωση της σημερινής
διοίκησης της Τουρκίας. Μελετώντας την ιστορία
διαπιστώνομε ορισμένες κοινές συμπεριφορές.
Μέχρι το μέσον του
16ου αιώνα, το νόμισμα
της Οθωμανικής
αυτοκρατορίας, το άσπρο
(akce), παρέμενε σχετικά
σταθερό με την
περιεκτικότητα σε αργυρό
ίση με 0,731 γραμμάρια.
Ήταν η εποχή της μεγάλης
επέκτασης της οθωμανικής
επικράτειας με νέες
καταλήψεις, νέα εδάφη,
νέους πληθυσμούς και
πρόσθετα εισοδήματα προς
φορολόγηση. Τα δημόσια
οικονομικά της
αυτοκρατορίας λόγω των
παραπάνω ήταν ανθηρά.
Όμως η επέκταση έφτασε
στο τέλος της γύρω στα
μέσα του 16ου αιώνα. Άρα
στο δεύτερο μισό του
αιώνα, η αύξηση των
φορολογικών εσόδων για
την χρηματοδότηση του
στρατού σταμάτησε. Όμως,
οι ατυχείς και
μακροχρόνιες εκστρατείες
εναντίον των Αψβούργων
και του Ιράν απαιτούσαν
όλο και περισσοτέρους
πόρους με αποτέλεσμα την
διόγκωση των ελλειμάτων
του κρατικού
προϋπολογισμού της
αυτοκρατορίας. Οι
περιορισμένες επιλογές
δανεισμού, κυρίως από το
εσωτερικό,
αποδεικνύονταν
ανεπαρκείς.
Η οθωμανική διοίκηση
για την κάλυψη των
ελλειμμάτων ακολούθησε
την πεπατημένη άλλων
κρατών της εποχής,
δηλαδή την πληρωμή των
δαπανών με την έκδοση
νέου χρήματος. Η έκδοση
νέου χρήματος στα
μεταλλικά συστήματα
γίνεται μέσω της μείωσης
της περιεκτικότητας των
κερμάτων σε πολύτιμο
μέταλλο. Μετά τον
σουλτάνο Σελίμ ΙΙ, το
1566 η περιεκτικότητα σε
άργυρο του νομίσματος
της ΟΑ μειώθηκε στα
0,682 γραμμάρια, το 1586
στα 0,384 γραμμάρια και
το 1600 στα 0,323
γραμμάρια. Το 1618 η
περιεκτικότητα μειώθηκε
ακόμη περισσότερο στα
0,306 γραμμάρια. Σε
σύγχρονους όρους θα
λέγαμε ότι η νομισματική
βάση Μ1 αυξήθηκε κατά
880%. Κατά την ίδια
περίοδο, το πραγματικό
ΑΕΠ της ΟΑ αυξήθηκε
συνολικά κατά 23%.
Σύμφωνα με την ποσοτική
θεωρία του χρήματος, η
αύξηση της νομισματικής
βάσης μεγαλύτερης από
την αύξηση του
πραγματικού ΑΕΠ οδηγεί
σε αύξηση του επιπέδου
των τιμών. Και όντως
αυτό συνέβη. Ο δείκτης
τιμών από 100 στην αρχή
του αιώνα ανέβηκε στο
631 κατά το 1606 και
παρέμενε για αρκετά
χρόνια στα επίπεδα αυτά.
Όμως κατά την περίοδο
αυτή συνέβη ακόμη μια
εξέλιξη αρνητική για το
παλάτι. Ο μέσος μισθός
των γενιτσάρων,
εκφρασμένος τόσο σε
αργυρό νόμισμα όσο και
σε χρυσό, έβαινε
μειούμενος σε όλη την
περίοδο και ειδικά από
το 1586 έως την δεκαετία
του 1620. Σε
πραγματικούς όρους, ο
μέσος μισθός των
γενιτσάρων μειώθηκε από
τα 34,48 χρυσά νομίσματα
σε μόλις 11,05, δηλαδή
μειώθηκε στο ένα τρίτο.
Η αρνητική εξέλιξη
στο βιοτικό επίπεδο των
γενιτσάρων λόγω της
μείωσης των μισθών και
του πληθωρισμού
προκαλούσε διαρκείς
εξεγέρσεις στις οποίες
συμμετείχαν ακόμη και
έμποροι, ειδικά στην
Κωνσταντινούπολη. Σε μια
εξ αυτών αποκεφαλίστηκε
ο Beylerbey Mehmed Pasa,
ο Μέγας Βεζίρης και ο
θησαυροφύλακας. Σε μια
επόμενη εξέγερση, το
1622, αποκεφαλίστηκε ο
ίδιος ο σουλτάνος Οσμάν
Β’.
Μετά την επιτυχημένη
διαχείριση της
οικονομικής κρίσης στην
Τουρκία στις αρχές του
2000,υπό την καθοδήγηση
του Κενάν Ντερβίς,
σημαίνοντος και διεθνώς
καταξιωμένου τούρκου
οικονομολόγου, η
συνέχεια της
πρωθυπουργίας του Ταγίπ
Ερντογάν όσον αφορά την
νομισματική κατάσταση
στην Τουρκία δεν ήταν
ομαλή.
Νομισματική Πολιτική
της Τουρκίας- 2002-2020
Όπως φαίνεται στο
διάγραμμα, τόσο η
νομισματική βάση
(monetary base – Μ1) όσο
και το χρήμα με την
ευρεία έννοια (broad
money – Μ3) σημείωσαν
μεγάλη αύξηση σε όλη την
περίοδο (τα στοιχεία από
το ΔΝΤ). Η αύξηση αυτή
ήταν μεγαλύτερη από την
αύξηση του πραγματικού
ΑΕΠ για την εξυπηρέτηση
της αύξησης των
συναλλαγών. Ο βασικός
λόγος αύξησης της
νομισματικής κυκλοφορίας
ήταν και είναι η πληρωμή
των καλυμμένων
δημοσιονομικών
ελλειμμάτων. Αυτό που
ονομάζουμε
νομισματοποίηση του
χρέους. Οι κυβερνήσεις
Ερντογάν ουσιαστικά
δημιούργησαν τεράστια
δημοσιονομικά ελλείμματα
τα οποία
χρηματοδοτήθηκαν με
έκδοση νέου χρήματος. Η
κατάσταση, όπως φαίνεται
στο διάγραμμα, βέβαια
έφτασε στα άκρα κατά το
2020 με ετήσια αύξηση
της νομισματικής βάσης
κατά 93%! Τι
χρηματοδότησαν όμως αυτά
τα νομισματοποιημένα
ελλείμματα; Κυρίως
στρατιωτικές δαπάνες (εκστρατείες
στην Συρία, Ιράκ,
πληρωμή μισθοφόρων στην
Λιβύη, κλπ), φαραωνικές
κατασκευές, παλάτια, κλπ.
Όμως το τίμημα που
πληρώνει η τουρκική
οικονομία είναι πολύ
υψηλό. Ο δείκτης τιμών
καταναλωτή από 170 τον
Ιανουάριο του 2010
έφτασε στο 1046 τον
Σεπτέμβριο 2022, δηλαδή
το κόστος του καλαθιού
της νοικοκυράς αυξήθηκε
πάνω από 6 φορές μέσα σε
μια δεκαετία. Ο
πληθωρισμός τρέχει τον
Σεπτέμβριο με ρυθμό
μεγαλύτερο από 80%.
Δηλαδή, χειρότερα από
την κατάσταση του 17ου
αιώνα! Η λίρα συνεχώς
υποτιμάται έναντι του
δολαρίου και άλλων
νομισμάτων, καθιστώντας
τις εισαγωγές όλο και
ακριβότερες. Η
συναλλαγματική ισοτιμία
αυξήθηκε από 1,54 λίρες
ανά δολάριο ΗΠΑ το 2010
σε 18,55 λίρες ανά
δολάριο στα τέλη
Σεπτεμβρίου 2022.
Ενδιαφέρουσα δε εξέλιξη
αποτέλεσε το αίτημα του
Ερντογάν προς τον Πούτιν
για καθυστέρηση της
πληρωμής για το
εισαγόμενο από την Ρωσία
αέριο και η πληρωμή
μέχρι του 25% σε ρούβλια.
Όμως η τιμή της λίρας
έναντι του ρουβλιού
έπεσε από από 0,10 λίρες
ανά ρούβλι τον Μάρτιο
του 2022 σε 0,30 στα
τέλη Σεπτεμβρίου!
Απλά μαθήματα
πολιτικής οικονομίας από
την ιστορία!
Νίκος Χ. Βαρσακέλης
Καθηγητής Βιομηχανικής
Πολιτικής
Τμήμα Οικονομικών
Επιστημών
Αριστοτέλειο
Πανεπιστήμιο
Θεσσαλονίκης