Οι συζητήσεις γύρω από τα ενεργειακά, η
κρίση που προκαλεί ο συνεχιζόμενος πόλεμος στην
Ουκρανία, τα μέτρα που υιοθετούνται,
διαμορφώνουν νέα δεδομένα. Αυτά τα νέα δεδομένα
-σε ό,τι αφορά την Κύπρο- δεν μπορούν να
αντιμετωπίζονται με όρους του παρελθόντος. Με
όρους της δεκαετίας του ‘70, όπως δηλαδή κάνει η
Λευκωσία. Έχει φυσικό πλούτο η Κυπριακή
Δημοκρατία, αλλά δεν καταφέρνει να το
αξιοποιήσει παρά τις βαρύγδουπες διακηρύξεις.
Γιατί πίσω από τις διακηρύξεις, που ενίοτε
γίνονται για εσωτερική κατανάλωση, δεν υπάρχει
πολιτική και σχεδιασμός. Κι εάν υπάρχει είναι
περιορισμένων δυνατοτήτων και παραγνωρίζει το
ευρύτερο γεωπολιτικό γίγνεσθαι.
Υπάρχουν προδήλως
νέα δεδομένα, τα οποία
οι διαχειριστές φαίνεται
να μην αντιλαμβάνονται
επειδή -δυστυχώς- δεν
θέλουν. Και δεν θέλουν
καθώς η γνωστή
πεπατημένη, που
διαμορφώθηκε την επόμενη
ημέρα της εισβολής και
συνεχιζόμενης κατοχής
τμήματος της Κυπριακής
Δημοκρατίας, κάτω από το
βάρος και την πίεση των
γεγονότων, τους βολεύει.
Είναι μια… πολιτική της
στασιμότητας, που
εδραιώνει τα κατοχικά
δεδομένα. Απαγγέλλουν το
γνωστό ποιηματάκι τους «για
λύση στη βάση της
Διζωνικής Δικοινοτικής
Ομοσπονδίας», καταθέτουν
ευφάνταστες ιδέες
διαμοιρασμού, κάνουν
κινήσεις κατευνασμού και
δεν εξετάζουν ποσώς κατά
πόσο υπάρχουν αλλαγές
δεδομένων και αλλαγών.
Οι αλλαγές -όπως
φαίνεται- δεν αγγίζουν
τους ατάραχους της
Λευκωσίας γιατί δεν το
θέλουν. Δεν θέλουν να
αλλάξουν «ισορροπίες»,
να κακοφανίσουν κάποιους
υπαλλήλους των Ηνωμένων
Εθνών, του Φόρεϊν Όφις,
του Στέιτ Ντιπάρτμεντ.
Δεν θέλουν να…
προκαλέσουν την κατοχική
Τουρκία, για να μην
ενοχληθεί και θυμώσει!
Έχει στρατηγική
προίκα, στρατηγικά
πλεονεκτήματα η Κύπρος,
αλλά δεν τα αξιοποιεί.
Τα αξιοποιούν οι
διάφοροι τρίτοι,
Βρετανία, ΗΠΑ, Ισραήλ,
Γαλλία κ.λπ. Την ώρα
κατά την οποία η Ευρώπη
στρέφεται προς την
κοντινότερη πηγή φυσικού
αερίου, που είναι η
ανατολική Μεσόγειος, δεν
γίνεται αντιληπτή η
πολιτική της Λευκωσίας.
Πρέπει να αναφερθεί
πως από πολύ νωρίς, τη
δεκαετία του ΄90, η
Κύπρος έκανε κινήσεις
και ενέργειες. Η
Κυπριακή Δημοκρατία από
τη στιγμή κατά την οποία
έκανε αυτή, του
στρατηγικού χαρακτήρα
στροφή, δεν την
υποστήριξε όπως θα
έπρεπε. Η επιλογή αυτή
καθόλου εύκολη δεν ήταν
και δεν είναι, ιδιαίτερα
όταν το κυπριακό κράτος
δεν διαθέτει στρατιωτική
ισχύ. Γι΄ αυτό και ο
σχεδιασμός των
παράλληλων και
αλληλοσυμπληρούμενων
τριμερών συνεργασιών της
Ελλάδος και της Κύπρου
με χώρες της περιοχής
κρίθηκε απαραίτητη,
επιβαλλόμενη για να
καλύψει και το κενό αυτό.
Το κάλυψε; Όχι. Γιατί
αυτές οι συνεργασίες δεν
έχουν ουσιαστικό
περιεχόμενο, κυρίως σε
ό,τι αφορά το κεφάλαιο
της ασφάλειας.
Έχουμε απέναντί μας
την κατοχική Τουρκία,
αλλά και ενώπιόν μας
ευκαιρίες, που έχουν να
κάνουν με την αξιοποίηση
του φυσικού πλούτου της
χώρας μας. Είναι γνωστό
πως το καθεστώς Ερντογάν
στοχεύει στρατηγικά στη
διαμόρφωση ενός δικού
του άξονα-ελέγχου που
ξεκινά από τη Θράκη,
Αιγαίο, Ανατολική
Μεσόγειο (Κύπρος,
κυπριακή ΑΟΖ) και φθάνει
στη Συρία, τη Λιβύη.
Αυτό επιτυγχάνεται διά
της ισχύος. Αυτό
επιτυγχάνεται εάν οι
σχεδιασμοί αυτοί
προωθούνται και
εφαρμόζονται ανενόχλητα.
Με την ανοχή τρίτων και
τη δική μας αδυναμία να
αντιμετωπισθεί η
επεκτατική πολιτική της
Άγκυρας. Στην περίπτωση
της Ελλάδος και της
Κύπρου, η Τουρκία
προσπαθεί συστηματικά
μέσα από την τακτική του
εκφοβισμού, ή ενός
ελεγχόμενου επεισοδίου,
να επιβάλει αλλαγή του
στάτους κβο σε ολόκληρο
τον άξονα. Γι' αυτό και
η τουρκική πλευρά κάνει
λόγο για αλλαγή της
Συνθήκης της Λωζάνης και
πώς θα προσπαθήσει να
περιληφθεί τούτο στην
ατζέντα μιας
διαπραγμάτευσης.
Καθίσταται σαφές πως η
Τουρκία επιχειρεί να
οδηγήσει Ελλάδα και
Κύπρο στη «φινλανδοποίηση».
Στην προσαρμογή/υποταγή
τους, δηλαδή, στους
τουρκικούς σχεδιασμούς.
Οι ευκαιρίες
προσφέρονται για να
αξιοποιούνται. Οι
κρίσεις γεννούν
ευκαιρίες. Εάν
εγκαταλειφθούν τα φοβικά
σύνδρομα και οι
πολιτικές που
διαμορφώθηκαν τη
δεκαετία του '70,
προφανώς και θα υπάρξει
και εναρμόνιση με τα νέα
δεδομένα. Η προίκα είναι
δική μας και πρέπει να
αξιοποιηθεί για να μην
χαθεί. Μόνο τότε θα
ανοίξουν και δρόμοι για
το Κυπριακό.