Οι
προκαταρκτικές εκλογές της περασμένης εβδομάδας
σε πέντε αμερικανικές πολιτείες δείχνουν την
επιρροή που συνεχίζει να έχει ο τέως πρόεδρος
Ντόναλντ Τραμπ στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα. Στο
Κογκρέσο η επιρροή του παραμένει σχεδόν απόλυτη
ενόψει των ενδιάμεσων εκλογών, καθώς οι
Ρεπουμπλικανοί ελπίζουν ότι με τη βοήθειά του
στους ψηφοφόρους θα κερδίσουν τον έλεγχο και των
δύο σωμάτων. Ωστόσο, μία εξίσου, αν όχι και
περισσότερο, σημαντική μάχη θα δοθεί για τον
έλεγχο των πολιτειακών αρχών.
Οι ενδιάμεσες εκλογές
του Νοεμβρίου θα
αποδειχθούν κρίσιμες όχι
μόνο για τον έλεγχο του
Κογκρέσου για τα επόμενα
δύο χρόνια, αλλά και για
τις προεδρικές εκλογές
του 2024. Διότι σε
πολιτείες όπως η Αριζόνα,
το Μίσιγκαν και η
Πενσιλβάνια, όπου ο
πρόεδρος Μπάιντεν είχε
οριακές νίκες στις
εκλογές του 2020, η
πίεση που ασκήθηκε σε
εκλογικούς αξιωματούχους
να ανατρέψουν το
αποτέλεσμα των εκλογών
θα μπορούσε να
επαναληφθεί.
Στη Νεβάδα, για
παράδειγμα, την κρίσιμη
θέση του υπουργού
Εσωτερικών, ο οποίος
είναι ο υπεύθυνος για
τις εκλογικές
διαδικασίες, θα
διεκδικήσει ο
Ρεπουμπλικανός Τζιμ
Μάρτσαρντ, ο οποίος το
2020 είχε δηλώσει πως αν
περνούσε από το χέρι του
δεν θα πιστοποιούσε τη
νίκη του Τζο Μπάιντεν.
Τώρα ηγείται μιας
πρωτοβουλίας για την
ανάδειξη Ρεπουμπλικανών
πολιτειακών υπουργών
Εσωτερικών, μεταξύ άλλων
στην Τζόρτζια και στην
Αριζόνα, με στόχο «να
ανατρέψουν την εκλογική
απάτη» κατά του Ντόναλντ
Τραμπ.
Ωστόσο, η επιρροή του
τέως προέδρου στους
ψηφοφόρους του κόμματος
δεν είναι απόλυτη, καθώς
εξαρτάται και από τους
υποψηφίους που
υποστηρίζει. Στη Νότια
Καρολίνα, o
Ρεπουμπλικανός
γερουσιαστής Τιμ Ράις,
που τάχθηκε δημοσίως
εναντίον των ισχυρισμών
περί κλεμμένων εκλογών,
είδε συναδέλφους του να
συσπειρώνονται εναντίον
του και έχασε την
υποψηφιότητα του
κόμματός του από τον
ευνοούμενο του Τραμπ
Ράσελ Φράι. Την ίδια
στιγμή, όμως, η
βουλευτής Νάνσι Μέις,
που έκανε το ίδιο,
κέρδισε το χρίσμα των
ψηφοφόρων, υπερισχύοντας
υποψηφίας που
υποστηρίζεται από τον
Τραμπ.
Το διακύβευμα για τους
Αμερικανούς ψηφοφόρους
επεκτείνεται και σε
ζητήματα ατομικών
ελευθεριών όπως οι
αμβλώσεις και η κατοχή
όπλων. Καθώς το Ανώτατο
Δικαστήριο με την
παρούσα σύνθεσή του
τείνει να μεταθέτει
αυτές τις αποφάσεις σε
πολιτειακό επίπεδο, οι
επόμενες μάχες για την
ιδεολογική κατεύθυνση
της χώρας θα δοθούν εκεί.
Στις πολιτείες ίσως να
δοκιμαστεί εκ νέου και η
αμερικανική δημοκρατία,
καθώς ο τ. πρόεδρος
Τραμπ έχει καταφέρει να
πείσει μεγάλο μέρος των
Ρεπουμπλικανών ψηφοφόρων
ότι οι Δημοκρατικοί τού
έκλεψαν τις προηγούμενες
εκλογές. Η παρουσίαση
των επιχειρημάτων της
επιτροπής της 6ης
Ιανουαρίου με νέο υλικό
και στοιχεία για τον
ρόλο του ίδιου του Τραμπ
στην εξέγερση εναντίον
του Κογκρέσου μπορεί να
συνεχίζεται στην
Ουάσιγκτον, αλλά το «μεγάλο
ψέμα» εξακολουθεί να
πουλάει σε συντηρητικές
και αμφίρροπες πολιτείες
– ή, για την ακρίβεια,
να συγκεντρώνει χρήματα
και υποστηρικτές για
λογαριασμό του Ντόναλντ
Τραμπ, ο οποίος
εμφανίζεται αμετανόητος
να ετοιμάζεται για τη
ρεβάνς στις επόμενες
προεδρικές εκλογές.
* Η κ. Κατερίνα Σώκου
είναι Nonresident Senior
Fellow, Atlantic
Council.