Οι εκδηλώσεις δυσαρέσκειας για την
περιοριστική πολιτική του «μηδενικού Covid»,
είναι μόνο η αρχή.
Ο εντεινόμενος ανταγωνισμός με την
Ουάσιγκτον, η κρίση της Ταϊβάν, οι
αντιπαραθέσεις με την ΕΕ και η επιβράδυνση της
οικονομίας είναι οι κόμποι που πρέπει να λύσει ο
πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ. Και η λύση δεν μπορεί να
είναι σαν αυτή που επέλεξε ο Μέγας Αλέξανδρος
για τον Γόρδιο Δεσμό.
Ακόμη και αν η Κίνα ξεπεράσει
την αμερικανική
οικονομία μέχρι το 2028
ή το 2030, είναι
αμφίβολο ότι θα
καταφέρει να εκθρονίσει
τις Ηνωμένες Πολιτείες
από το βάθρο τους. Ούτε
το επιζητά άλλωστε, όπως
λένε στην Ναυτεμπορικη,
Κινέζοι αξιωματούχοι.
Στην πραγματικότητα,
γινόμαστε μάρτυρες όχι
τόσο μιας μετάβασης της
παγκόσμιας εξουσίας,
αλλά της εμφάνισης ενός
νέου διπολισμού, ενός
ασύμμετρου και,
αναμφίβολα νέου Ψυχρού
Πολέμου.
Πρώτα απ ‘όλα, τι θα
γίνει με την Ταϊβάν;
Πόσο πιθανό είναι το
σενάριο ενός πολέμου;
Από το 2021, το Πεκίνο
έχει στείλει
επανειλημμένα τα
μαχητικά του για να
αμφισβητήσει τη ζώνη
αεράμυνας της Ταϊβάν.
Επιδιώκει να απαγορεύσει
σε πολεμικά πλοία τρίτων
χωρών να διασχίζουν τα
στενά της Ταϊβάν χωρίς
την άδειά του.
Είναι όμως έτοιμο το
Πεκίνο να προσαρτήσει
βίαια την Ταϊβάν ; Σε
πέντε ή δέκα χρόνια, η
Κίνα θα έχει τα μέσα,
εκτός εάν παρέμβουν οι
Ηνωμένες Πολιτείες. Κάτι
που φαίνεται όλο και πιο
πιθανό, υπό το φως όλων
των δηλώσεων που έχει
κάνει η κυβέρνηση
Μπάιντεν.
Μακροπρόθεσμα, το
ερώτημα είναι: Θα έχει
το Πεκίνο το θάρρος να
ρισκάρει να πυροδοτήσει
μια πυρηνική σύγκρουση
εάν αποτύχουν τα σχέδια
επίθεσης ή άμυνας;
Η Ταϊβάν είναι
ζωτικό συμφέρον για την
Κίνα, δεν είναι όμως για
τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Η Ουάσιγκτον φέρεται να
εξαναγκάζει την Ταϊβάν
να αποδεχθεί κάποια
μορφή ενοποίησης με την
Κίνα με αντάλλαγμα τη
διατήρηση της
δημοκρατίας της. Ωστόσο,
υπάρχουν ακόμη πολλές
αβεβαιότητες που πρέπει
να επιλυθούν πριν τη
διαπραγμάτευση ενός
συμβιβασμού.
Για παράδειγμα, ο
κινεζικός στρατός
αυξάνει ραγδαία τον
αριθμό των πυρηνικών
κεφαλών, τον οποίο θα
πρέπει να αυξήσει από
300 σε 700 το 2027 και
σε 1.000 έως το 2030,
αμφισβητώντας τη
στρατηγική αποτροπής των
Ηνωμένων Πολιτειών που
διαθέτουν περισσότερες
από 4.000. Επιπλέον,
αναπτύσσει νέους
υπερηχητικούς πυραύλους
που αποδυναμώνουν την
αμερικανική τεχνολογική
υπεροχή. Σε αυτές τις
συνθήκες, πώς να βρεθεί
μια συμφωνία; Αναμένεται
μάλλον μια νέα κούρσα
εξοπλισμών.
Η Ουάσιγκτον, το
Παρίσι, το Λονδίνο και
ακόμη και το Βερολίνο
αμφισβητούν τώρα τις
εδαφικές και θαλάσσιες
διεκδικήσεις της Κίνας.
Το Πεκίνο δεν
ενδιαφέρεται να αλλάξει
το status quo, καθώς ήδη
κυριαρχεί φυσικά στην
περιοχή. Στην παγκόσμια
σκηνή, η πανδημία
επιβεβαίωσε πώς η
εξωτερική στρατηγική της
Κίνας δίνει
προτεραιότητα στον Νότο
για να τον κατακτήσει
ενάντια στον Βορρά και
ιδιαίτερα στην «
καπιταλιστική» Δύση.
Αυτή η στρατηγική
προφανώς θυμίζει εκείνη
του Μάο, ο οποίος
κατέκτησε την εξουσία
στην Κίνα παίρνοντας
πρώτα τον έλεγχο της
υπαίθρου και στη
συνέχεια περικυκλώνοντας
τις πόλεις. Κατά τη
διάρκεια της πανδημίας
Covid-19, οι Νέοι Δρόμοι
του Μεταξιού -η
πρωτοβουλία Belt and
Road του προέδρου Σι-
έχει απλωθεί στις
τέσσερις γωνιές του
πλανήτη. Δεν υπάρχει
λόγος το Πεκίνο να
αλλάξει τα επόμενα
χρόνια μια στρατηγική
που του επέτρεψε να
φέρει κοντά πολλές
αναπτυσσόμενες χώρες.
Οι αυστηροί
κανονισμοί καραντίνας
που επιβλήθηκαν και
διατηρήθηκαν το 2022 από
την κινεζική κυβέρνηση
προκαλούν φυσικά
αντιδράσεις. Αλλά δεν
έχουν επιβραδύνει
σημαντικά το κινεζικό
εμπόριο ή τις επενδύσεις
στο εξωτερικό: ορισμένες
αυξήθηκαν κατά σχεδόν
30% το 2021.
Προκειμένου να
ενισχύσει την πολιτική
του στο εσωτερικό, ο Σι
Τζινπίνγκ υιοθέτησε
επίσης μια νέα
στρατηγική που
συνοψίζεται στο σύνθημα:
«Κοινή ευημερία». Στόχος
του είναι να μειώσει τις
ανισότητες.
Την ίδια στιγμή όμως,
οι επαφές με την
Ευρωπαϊκή Ένωση
παρέμειναν έντονες,
ωστόσο οι Ευρωπαίοι
υποστηρίζουν σταδιακά
ότι μια πολύ ισχυρή Κίνα
δεν τους συμφέρει.
Με τις Ηνωμένες
Πολιτείες, η ένταση
μειώθηκε ελαφρώς μετά τη
συνάντηση μεταξύ του Σι
με τον Μπάιντεν. Αλλά
δεν φαίνεται δυνατή η
επιστροφή σε μια
πολιτική πραγματικής
συνεργασίας. Με άλλα
λόγια, η Αμερική θα
συνεχίσει τον στρατηγικό
και στρατιωτικό της
περιορισμό της Κίνας, με
τη βοήθεια ειδικότερα
των περιφερειακών
συμφώνων όπως το Quad,
Aukus και ακόμη και το
ΝΑΤΟ. Η φόρμουλα του
Ρειμόν Αρόν φαίνεται ότι
θα ισχύει για τα επόμενα
χρόνια και, ειδικότερα,
για τις
σινο-αμερικανικές
σχέσεις: «Πόλεμος
αδύνατος, η ειρήνη
απίθανη».