Υπάρχει
μια αίσθηση στασιμότητας τους τελευταίους μήνες.
Το βλέπουμε σε πολλούς δείκτες, οι οποίοι δεν
ενισχύονται με τον αλματώδη ρυθμό της
προηγούμενης διετίας. Το βιώνουν οι όποιοι
επενδυτές επιμένουν ακόμα, στο ελληνικό
χρηματιστήριο. Πέρυσι τέτοιον καιρό η S&P μας
έδινε την επενδυτική βαθμίδα, φέτος μας
προσπέρασε. Προτίμησε να αφήσει την αξιολόγηση
για αργότερα. Σε αυτές τις περιπτώσεις, στα
σταυροδρόμια σαν αυτό που φαίνεται ότι
βρισκόμαστε, δύο είναι οι πιθανότητες: Ή απλά
χωνεύουμε τα σημερινά επίπεδα έπειτα από μια
διετία μεγάλων εταιρικών κερδών και σημαντικής
μεταπανδημικής ανόδου της οικονομίας και σύντομα
θα συνεχίσουμε ανοδικά. Ή το φρένο που
παρατηρείται θα αποδειχτεί διαρκείας και κρύβει
από πίσω του προβλήματα.
|
Αν
δεχτούμε την πρώτη εκδοχή, μόνο αυτό που
καταφέραμε από το 2020 και μετά, αρκεί για να
νιώθουμε κατάκοποι. Δεν ξέρω πόσοι έχουν
αντιληφθεί ότι το χαμηλότερο Ακαθάριστο Εθνικό
Προϊόν, την τελευταία δεκαπενταετία, η χώρα δεν
το κατέγραψε στα χρόνια των Μνημονίων, αλλά το
2020, τη χρονιά της πανδημίας, στον πρώτο χρόνο
της σημερινής κυβέρνησης. Τότε η οικονομία
βυθίστηκε στα 167 δισεκατομμύρια ευρώ. Στα τέλη
του 2023 ξεπέρασε τα 225 δισεκατομμύρια ευρώ.
Ράλι 58 δισεκατομμυρίων ευρώ μέσα σε μόλις τρεις
χρονιές πέτυχε η ελληνική οικονομία, ξεπερνώντας
τα 185 δισ. του 2019, αλλά και τα 223 δισ. του
2010. Μας έχει μείνει το ρεκόρ του 2008 των 238
δισ. ευρώ, αλλά και αυτό το 2025 θα ξεπεραστεί.
Προφανώς έχουμε μείνει πίσω από την υπόλοιπη
Ευρώπη, καθώς αυτή όλες αυτές τις χρονιές έτρεχε
μαραθώνιο. Εμείς το κάναμε σπριντ και
λαχανιάσαμε.
Στην
αίσθηση στασιμότητας συμβάλλει προφανώς και το
διεθνές κλίμα, αλλά και η αιφνίδια αλλαγή στάσης
της κυβέρνησης, που αποφάσισε στην αρχή της
δεύτερης τετραετίας της να κάνει μεταρρυθμίσεις
και αυτές προκαλούν μια αμηχανία σε πολλούς.
Αυτό περιλαμβάνει την αντιδημοφιλή αλλά αρκετά
αποτελεσματική φορολογική μεταρρύθμιση για τους
αυτοαπασχολούμενους. Περιλαμβάνει και δύο
σημαντικές αλλαγές, τα οφέλη των οποίων θα
φανούν τα επόμενα χρόνια. Το δικαστικό σύστημα
υφίσταται την πρώτη σοβαρή μεταρρύθμιση εδώ και
αιώνες, η οποία θα μειώσει τον χρόνο για την
έκδοση ετυμηγορίας από 4 χρόνια σε 2 (ακόμα
υψηλό), ενώ αναδιοργανώνει τον δικαστικό χάρτη
της χώρας ώστε να αντικατοπτρίζει αποτελεσματικά
την πραγματικότητα. Επίσης, η τριτοβάθμια
εκπαίδευση ανοίγεται για πρώτη φορά στην ιστορία
σε διεθνείς ιδιωτικές επενδύσεις.
Συνολικά
τα σημερινά επίπεδα μεγέθυνσης (πλησίον του 2%)
δείχνει να τα έχουμε εξασφαλισμένα, με τη
βοήθεια του Ταμείου Ανάκαμψης. Αυτό δεν είναι
μικρό θέμα, καθώς όσο επιβραδύνεται ο
πληθωρισμός τόσο τα πραγματικά εισοδήματα θα
αυξάνονται. Η αγορά εργασίας επίσης βελτιώνεται.
Η Ελλάδα έχει 440.000 ανέργους και δημιουργεί
100.000 θέσεις εργασίας ετησίως, κάτι που
σημαίνει ότι αν συνεχίσει ο ίδιος ρυθμός θα…
ξεμείνουμε από εργατικό δυναμικό μέχρι τις
επόμενες εκλογές.
Από την
άλλη, οι επενδύσεις αυξάνονται αλλά δεν ανθούν,
δεν δημιουργούν και άλλες συμπληρωματικές
επενδύσεις, και η παραγωγικότητα της εργασίας
παραμένει εξαιρετικά χαμηλή – αν και αυξάνεται.
Οι εξαγωγές επίσης πάνε καλά, αλλά οι εισαγωγές
καλύτερα.
Στη
χρηματιστηριακή διάλεκτο, η οικονομία βρίσκεται
σε φάση «συσσώρευσης». Συνήθως έπειτα από
τέτοιες φάσεις, ακολουθεί άνοδος. Από την άλλη,
μου έρχονται στο μυαλό πολλά «χαρτιά» τους
τελευταίους μήνες που βρέθηκαν στη φάση της
συσσώρευσης και τελικά δεν κινήθηκαν ανοδικά, αν
και είχαν όλες τις προοπτικές.
Νίκος
Φιλιππίδης (in.gr)
|