|
Το πώς θα
τιθασεύσουμε την πρωτόγνωρη όσο και κολοσσιαία
ισχύ αυτής της κατά τα άλλα συναρπαστικής
τεχνολογίας, δηλαδή το ποια θα είναι η Ηθική (με
άλλα λόγια η Φιλοσοφία) της ΤΝ, είναι ένα από τα
πλέον φλέγοντα ζητήματα του καιρού μας. Ως εκ
τούτου αυτή θα καταστεί αναπόδραστα ένα από τα
κεντρικά αντικείμενα διδασκαλίας, το οποίο
οφείλουν οι χαράσσοντες την εκπαιδευτική
πολιτική να διαμορφώσουν με τη δέουσα προσοχή.
Η
εκπαίδευση ειδικότερα είναι η σημαντικότερη
κρηπίδα πάνω στην οποία θα εδραιώσουμε τόσο τις
πολλαπλές ωφέλειες που αναδύονται μέσα από τον
κοινωνικό μετασχηματισμό που επιφέρει η έλευση
της ΤΝ όσο και εκείνες τις ενδεδειγμένες άμυνες
που θα αποτρέψουν τις διαγραφόμενες οδυνηρές
τεχνολογικές παρεκτροπές. Κατά τη γνώμη μας, και
μάλιστα έχοντας λάβει υπόψη τις δύο προηγούμενες
συναφείς επιφυλλίδες μας που δημοσιεύθηκαν σε
τούτη τη στήλη, τρεις είναι οι βασικοί άξονες
δράσης αλλά και προβληματισμού στους οποίους
κάθε μακρόπνοη και συγκροτημένη εκπαιδευτική
στρατηγική οφείλει πλέον να επικεντρώνεται:
Πρώτον,
εκπαίδευση στη χρήση της ΤΝ: Η πολιτεία καλείται
να μεριμνήσει ώστε να εκπαιδευθούν οι πολίτες
αναφορικά με τη σωστή εφαρμογή της ΤΝ σε όλες
τις βαθμίδες της παιδείας – από την πρωτοβάθμια
και τη δευτεροβάθμια μέχρι την τριτοβάθμια και
την εκπαίδευση ενηλίκων. Τα κράτη που δεν θα
κινηθούν προς αυτή την κατεύθυνση εκ των
πραγμάτων θα μείνουν ουραγοί πολιτιστικά,
οικονομικά, επιστημονικά και στρατιωτικά. Το να
επιλέξει να μην επενδύσει ένα κράτος στη
βέλτιστη αξιοποίηση της ΤΝ θα μοιάζει με τη
στείρα άρνηση μιας οργανωμένης πολιτείας να
επενδύσει στη χρήση του ηλεκτρισμού πριν από μία
και πλέον εκατονταετία.
Δεύτερον,
εξοικείωση με τις λεγόμενες ήπιες δεξιότητες:
Σύμφωνα με όλες τις παιδαγωγικές έρευνες,
επιτακτικό είναι η εκπαιδευτική πολιτική της
εποχής μας να έχει ως αταλάντευτο στόχο να
καλλιεργήσει στους μαθητές και στις μαθήτριες
τις ήπιες δεξιότητες (soft skills) όπως η
κριτική αντίληψη, η φαντασία, η δημιουργικότητα,
η επικοινωνία, η συναισθηματική σταθερότητα, η
ενσυναίσθηση, η υπευθυνότητα. Για ποιον λόγο
όμως χρειαζόμαστε τις ήπιες δεξιότητες
περισσότερο από ποτέ άλλοτε; Διότι απλούστατα η
ΤΝ θα διεκπεραιώνει ολοένα και περισσότερο τις
πιο πολλές από τις εργασίες που σήμερα εκτελούν
οι άνθρωποι και παράλληλα θα μεταβάλλει
αδιάλειπτα και δυναμικά την αγορά εργασίας.
Τούτο σημαίνει ότι εφεξής η πλειονότητα των
ατόμων δεν θα ασχολείται αποκλειστικά με μία και
μόνη εξειδικευμένη εργασία κατά τη διάρκεια του
βίου, καθώς συμβαίνει κατά κανόνα μέχρι σήμερα.
Θα υπάρξει ανάγκη, αντιθέτως, οι περισσότεροι
εργαζόμενοι να αλλάζουν τακτικά επαγγέλματα και
άρα θα πρέπει να έχουν τα κατάλληλα εφόδια που
απορρέουν από αυτές τις ήπιες δεξιότητες
προκειμένου να προσαρμόζονται χωρίς δυσχέρειες
σε μια ραγδαίως μεταβαλλόμενη αγορά εργασίας.
Τρίτον,
δημιουργία ενός εκπαιδευτικού προγράμματος
«Ηθικής της ΤΝ»: Ο άξονας αυτός δράσης και
προβληματισμού, τον οποίο καλείται να
διαμορφώσει η σύγχρονη εκπαιδευτική πολιτική
απέναντι στο πολυδύναμο φαινόμενο της ΤΝ – και
βεβαίως ο κρισιμότερος, κατά την άποψή μας, που
μάλιστα αναλύεται σε βάθος στο πρόσφατο βιβλίο
με τίτλο Φιλοσοφία της Τεχνητής Νοημοσύνης (Γ.
Χατζηβασιλείου, εκδ. Διόπτρα, 2022) –, είναι ο
ακόλουθος: Αμεση εκπόνηση ενός προγράμματος
σπουδών στο πεδίο της Ηθικής της ΤΝ για τη
δευτεροβάθμια και την τριτοβάθμια εκπαίδευση· με
άλλα λόγια, υλοποίηση ενός επιμορφωτικού σχεδίου
που θα ευαισθητοποιεί τις σύγχρονες γενιές όσον
αφορά τους σοβαρούς κινδύνους που εκκολάπτει η
φρενήρης ανάπτυξη της νέας τεχνολογίας.
Φέρ’
ειπείν, προσεγγίζουμε πια με καταιγιστικούς
ρυθμούς το σημείο όπου τιτανικές μορφές ΤΝ, όπως
η Τεχνητή Γενική Νοημοσύνη και η Τεχνητή
Υπερνοημοσύνη, θα κάνουν την εμφάνισή τους, αλλά
συνάμα ουδόλως γνωρίζουμε αν και πώς θα
μπορέσουμε να ασκήσουμε επ’ αυτών τον
οποιονδήποτε έλεγχο.
Η
στρατιωτική χρήση τέτοιων προηγμένων τεχνολογιών
εγείρει υπαρξιακά διλήμματα για την ανθρωπότητα,
καθώς επίσης ο συνδυασμός ΤΝ και βιοτεχνολογίας
– ο οποίος, πλην των άλλων, μας επιτρέπει να
επενεργήσουμε δραστικά στο ανθρώπινο γονιδίωμα
και δυνητικά να δημιουργήσουμε ίσως και νέα
ανθρώπινα είδη σε βάθος χρόνου – θέτουν επί
τάπητος κρισιμότατα ερωτήματα, όπως εάν είμαστε
όντως εμείς σήμερα μία από τις τελευταίες γενιές
στη μακραίωνη πορεία του Homo Sapiens.
Σκόπιμο
επομένως είναι να κατανοήσουμε εγκαίρως το πόσο
βαρυσήμαντες είναι όλες αυτές οι δυνατότητες της
σύγχρονης τεχνολογίας (λ.χ., ΤΝ, πυρηνικά όπλα,
κβαντικοί υπολογιστές, γενετική μηχανική,
νανοτεχνολογία), οι οποίες δεν ήταν διαθέσιμες
σε προγενέστερες ιστορικές περιόδους. Εμείς
είμαστε τωόντι οι πρώτες γενιές στην ιστορία των
300.000 ετών του ανθρώπινου είδους που έχουμε
την ευθύνη να διαχειριστούμε αυτές τις
πλανητικού διαμετρήματος δυνάμεις και ευκαιρίες,
αλλά και να αποκρούσουμε ολέθριες απειλές που
πιθανότατα θα εκπηγάσουν από αυτήν ακριβώς την
ιλιγγιώδη πρόοδο της τεχνολογίας.
Επιβεβλημένο συνεπώς είναι να διαμορφώσουμε ένα
πρόγραμμα σπουδών Φιλοσοφίας της Τεχνολογίας για
τα σχολεία και τα πανεπιστήμια, που θα προσδίδει
ιδιαίτερη βαρύτητα στο επίμαχο ζήτημα της
Τεχνητής Νοημοσύνης.
Πρόσφορο
κρίνεται ιδίως να αξιοποιηθεί χωρίς χρονοτριβή η
Φιλοσοφία, αρχαία και σύγχρονη, στο πλαίσιο
χάραξης της εκπαιδευτικής πολιτικής του
μέλλοντος – όχι όμως ως μουσειακό έκθεμα του
παρελθόντος, όπως συνήθως συμβαίνει, αλλά ως
πρακτικό εργαλείο απόκτησης γνώσεων σχετικά με
τις κρίσιμες υπαρξιακές και ηθικές προκλήσεις
που θέτει ενώπιόν μας η υψηλή τεχνολογία του
αιώνα μας.
*Ανδρέας Γ. Μαρκαντωνάτος είναι καθηγητής της
Αρχαίας Ελληνικής Φιλολογίας στο Τμήμα
Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου.
*Γιώργος Χατζηβασιλείου είναι διδάκτωρ
Φιλοσοφίας, συγγραφέας και δημοσιογράφος.
Πρώτη
δημοσίευση στο Βήμα
|