Τις τελευταίες ημέρες έχουν έλθει στη
δημοσιότητα στοιχεία από το υπουργείο
Μετανάστευσης, αλλά και ανεξάρτητες έρευνες, που
επιβεβαιώνουν κάτι το προφανές: την πληθυσμιακή
συρρίκνωση, τη δημογραφική απίσχνανση της
Ελλάδας, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για το μέλλον.
Το τελευταίο, ποιοτικό, στοιχείο είναι η
σημαντική μείωση των Αλβανών μεταναστών που ζουν
και εργάζονται στην Ελλάδα. Για λόγους που είναι
απολύτως κατανοητοί σε όσους έχουν μια
στοιχειώδη αντίληψη της ζωής στην Ελλάδα τα
τελευταία 30 χρόνια, το δεύτερο αυτό στοιχείο
αποτελεί την επιβεβαίωση μιας αδιαμφισβήτητα
ζοφερής πραγματικότητας.
Η Ελλάδα δεν
αποτελεί ελκυστικό
προορισμό για
οποιονδήποτε νέο έχει
συγκεντρώσει ορισμένες
δεξιότητες και διατηρεί
κάποιες ελπίδες για
αξιοπρεπή εργασία και
κοινωνική καταξίωση. Τα
παιδιά των Αλβανών
μεταναστών που
αριστεύουν στη
δευτεροβάθμια και στην
τριτοβάθμια εκπαίδευση
και στη συνέχεια
ερευνούν τις δυνατότητες
αρχικά πρόσληψης και
αμοιβών τους και μετά
εξέλιξής τους,
ακολουθούν, όπως είναι
λογικό, την πορεία των
γηγενών συνομηλίκων τους:
αναζητούν την τύχη τους
αλλού· εκτός Ελλάδος. Η
δυνατότητα μετανάστευσης
στις χώρες της Ε.Ε.,
ενός χώρου ενιαίου χωρίς
περιορισμούς και εμπόδια,
δημιουργεί την αίσθηση
της δυνατότητας επιλογής.
Η απόφαση για
αναζήτηση ενός καλύτερου
αύριο έξω από τη χώρα
εμπεριέχει πάντα ένα
τεράστιο ρίσκο, το οποίο,
ωστόσο, όλο και
περισσότεροι νέοι
αναλαμβάνουν. Είναι τα
χρήματα, οι καλύτερες
αμοιβές; Ως ένα βαθμό,
ναι. Αλλά δεν μοιάζει να
είναι το κυρίαρχο.
Αντιθέτως, υπάρχει μια
γενικευμένη αίσθηση
κοινωνικού τέλματος στη
χώρα. Το χάσμα των
γενεών δεν περιορίζεται
μόνο στην αναγκαστικά
διαφορετική οπτική γωνία
των νεότερων σε σχέση με
τους γεροντότερους. Αλλά,
μάλλον, στην επιλογή των
τελευταίων να καμώνονται
ότι τα δέκα χρόνια της
οικονομικής κρίσης δεν
πέρασαν ποτέ, ότι το
μοντέλο που λειτουργούσε
στη χώρα πριν από το
2010 μπορεί να είναι
ακόμη επιλογή.
Επίσης, ολοένα και
πιο συχνά οι σημερινοί
20άρηδες και 30άρηδες
αντιμετωπίζουν κάτι που
οι προγενέστεροι δεν
γνώριζαν, τουλάχιστον σε
αυτόν τον βαθμό. Οι
ανισότητες διευρύνονται,
ενώ ολοένα και
περισσότερο γίνεται
σαφές ότι ο τόπος που
έχεις γεννηθεί, η
οικονομική και κοινωνική
κατάσταση της
οικογένειάς σου είναι οι
καθοριστικοί παράγοντες
για την όποια ανέλιξη.
Αν σε αυτά προστεθεί ο
πατερναλιστικός
χαρακτήρας της ελληνικής
οικογένειας, τότε τα
περιθώρια ευελιξίας
στενεύουν κι άλλο.
Σε αυτό το επίπεδο η
ελληνική κοινωνία είναι,
δυστυχώς, ακίνητη. Μια
κοινωνία που αδυνατεί να
αντιληφθεί ποιος μπορεί
να είναι ο
προσανατολισμός της. Με
ηθικούς αυτουργούς όλους
εκείνους που
επωφελήθηκαν ως νέοι τη
«χρυσή εικοσαετία»
1980-2000 ακριβώς από
αυτή την αίσθηση ότι δεν
υπάρχουν όρια στις
φιλοδοξίες. Λαμβάνουν,
λοιπόν, οι νέοι το ρίσκο
ώστε να διασώσουν την
αξιοπρέπειά τους.