|
Η
Dunkerque εμφανίζει
EBITDA περίπου 1.050
ευρώ ανά τόνο, επίπεδο
ιδιαίτερα υψηλό και
συγκρίσιμο με το
αντίστοιχο της ελληνικής
μονάδας της Metlen
(περίπου 1.000 ευρώ ανά
τόνο). Η Morgan Stanley
σημειώνει ότι μια πιθανή
συμφωνία θα άλλαζε
ριζικά το μέγεθος και τη
δομή του ομίλου στον
τομέα των μετάλλων: η
ετήσια παραγωγική
δυνατότητα πρωτογενούς
αλουμινίου θα αυξανόταν
από 190 χιλ. τόνους σε
475 χιλ. τόνους, ενώ τα
EBITDA του κλάδου Metals
(αλουμίνιο και αλουμίνα)
θα μπορούσαν να
διπλασιαστούν,
προσεγγίζοντας τα 600
εκατ. ευρώ σε pro-forma
βάση.
Οι
αναλυτές υπογραμμίζουν
ότι το χυτήριο είναι
ιδιαίτερα ανταγωνιστικό
λόγω των συμφωνιών
ενεργειακής προμήθειας –
μεταξύ αυτών 10ετές PPA
που καλύπτει έως και το
70% των αναγκών, καθώς
και πρόσθετη κάλυψη 25%
έως το 2029 – αλλά και
χάρη στις πιθανές
συνέργειες με τη Metlen,
όπως η προμήθεια
αλουμίνας και η
αξιοποίηση κοινής
τεχνολογίας
ηλεκτρολυτικών κυψελών.
Με βάση
τους τρέχοντες δείκτες
αποτίμησης του κλάδου (4
έως 6 φορές τα EBITDA),
η αξία του asset
εκτιμάται μεταξύ 1,2 και
1,8 δισ. ευρώ. Αν και
ένα τέτοιο μέγεθος
επένδυσης αναπόφευκτα θα
προκαλέσει αυξημένο
έλεγχο από την αγορά, η
Morgan Stanley
επισημαίνει τρεις
παράγοντες που μπορούν
να λειτουργήσουν
σταθεροποιητικά: τον
μακρύ χρονικό ορίζοντα
ολοκλήρωσης της
διαδικασίας (έως το
2026-2027), τις
αναμενόμενες εισροές άνω
του 1 δισ. ευρώ από
rotation έργων ΑΠΕ έως
το πρώτο εξάμηνο του
2026 και τη δυνατότητα
συμμετοχής συνεταίρου
στο επίπεδο του
συγκεκριμένου asset.
Η Morgan
Stanley επαναβεβαιώνει
τη σύσταση «overweight»
για τη μετοχή της Metlen
και διατηρεί την
τιμή-στόχο στα 66 ευρώ,
τονίζοντας ότι μια
ενδεχόμενη εξαγορά θα
μπορούσε να ενισχύσει
ουσιαστικά το προφίλ και
τη θέση του ομίλου στον
τομέα των μετάλλων.
|