Ενώ πληρώσαμε
περισσότερα χρήματα για
τρόφιμα –σχεδόν 350 ευρώ
το μήνα κατά μέσο όρο
κατ’άτομο από 334 το
2022, αγοράσαμε
μικρότερες ποσότητες,
σχεδόν σε όλα τα
προϊόντα. Οι μεγαλύτερες
περικοπές σε ποσότητες,
σημειώθηκαν στα τρόφιμα
με τη μεγαλύτερη
ακρίβεια. Το 2023 το
ελαιόλαδο ακρίβυνε
μεσοσταθμικά κατά 67% –
η δεύτερη μεγαλύτερη
αύξηση στην ΕΕ μετά την
Πορτογαλία. Η κατανάλωσή
του μειώθηκε, σύμφωνα με
την ΕΛΣΤΑΤ κατά -13,6%
σε ποσότητα.
Τα ψάρια ακρίβυναν κατά
8,4% (με βάση τα
στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για
τον Δεκέμβριο του 2023),
ενώ η κατανάλωσή τους σε
ποσότητα, μειώθηκε
σχεδόν -12%.
Τα φρούτα ακρίβυναν 15%,
η κατανάλωση μειώθηκε
κατά -4,3%. Τα λαχανικά
ακρίβυναν 14%, η
κατανάλωση μειώθηκε
-3,4%.
Ακόμα και στο ψωμί, το
οποίο ακρίβυνε
συγκριτικά λιγότερο
(2,6% σύμφωνα με την
ΕΛΣΤΑΤ, που το μετράει
μαζί με τα δημητριακά),
η κατανάλωση μειώθηκε
κατά -4,3%.
Η κατανάλωση στα
αλκοολούχα ποτά μειώθηκε
κατά -12,7%, με διπλάσια
ταχύτητα από το ρυθμό
αύξησης των τιμών
(5,2%). Το κρέας
ακρίβυνε κατά 6,5% και η
κατανάλωσή του μειώθηκε
κατά -6,1% κ.ο.κ.
Δεν φταίει μόνο η
ακρίβεια
Η μείωση της κατανάλωσης
σε ορισμένα προϊόντα δεν
οφείλεται μόνο στις
αυξημένες τιμές. Για
παράδειγμα η μείωση της
κατανάλωσης στο πλήρες
φρέσκο γάλα, η οποία σε
βάθος δεκαετίας
ξεπερνάει το -40%
σύμφωνα με το Ινστιτούτο
Ερευνας Λιανικης
Καταναλωτικών Αγαθών
(ΙΕΛΚΑ) συνδέεται με τις
αλλαγές στο δημογραφικό,
το μικρότερο αριθμό
παιδιών ανά οικογένεια
και τη μείωση των
γεννήσεων.
Πώς ερμηνεύουν τη μείωση
της κατανάλωσης σε
βασικά τρόφιμα οι
εκπρόσωποι μεγάλων
κλάδων; Γιατί είπαμε το
λάδι-λαδάκι, το
φρούτο-φρουτάκι ή ακόμα
και το ψωμί-ψωμάκι;
Τι ρόλο έχει παίξει η
ακρίβεια στην αλλαγή των
διατροφικών προτύπων;
Στα παραπάνω ερωτήματα,
απαντάνε: ο Γιώργος
Οικονόμου, γενικός
διευθυντής του Συνδέσμου
Ελληνικών Βιομηχανιών
Τυποποίησης Ελαιολάδου
(ΣΕΒΙΤΕΛ), ο Γιώργος
Πολυχρονάκης, ειδικός
σύμβουλος του Συνδέσμου
Ελληνικών Επιχειρήσεων
Εξαγωγής-Διακίνησης
Φρούτων Λαχανικών
Γιώργος Πολυχρονάκης και
ο Μιχάλης Μούσιος,
πρόεδρος της Ομοσπονδίας
Αρτοποιών Ελλάδος.
Η ακρίβεια στο ελαιόλαδο
«εκτόξευσε» τα σπορέλαια
«Η αύξηση της τιμής του
ελαιολάδου κατά την
περσινή χρονιά, η οποία
ως γνωστόν οφείλονταν
στην μειωμένη παραγωγής
σε πανευρωπαϊκό επίπεδο,
σε συνδυασμό με την
οικονομική κρίση και
ύφεση, επέφερε μείωση
του επιπέδου κατανάλωσης
του ελαιολάδου, όπως και
μια σειράς λοιπών
προϊόντων», δηλώνει στο
in o γενικός διευθυντής
του ΣΕΒΙΤΕΛ Γιώργος
Οικονόμου.
Ο ίδιος προσθέτει ότι
«εκτός από τους
οικονομικούς αυτούς
παράγοντες, υπάρχει και
η στροφή μερίδας των
καταναλωτών και σε
εναλλακτικά φθηνότερα
φυτικά έλαια αλλά
παράλληλα και η αλλαγή
των διατροφικών
συνηθειών με αύξηση της
κατανάλωσης των fast
food και των
επεξεργασμένων
τροφίμων».
Για την επόμενη σεζόν,
μας λέει «προσβλέπουμε
σε μια καλή ελαιοκομική
σοδειά και στην
ομαλοποίηση της αγοράς
εντός και εκτός Ελλάδας,
προκειμένου οι πιστοί
καταναλωτές του
ελαιολάδου να επανέλθουν
στις ποσότητες και τους
τρόπους χρήσης του»
Ως εκπρόσωπος των
επιχειρήσεων τυποποίησης
ελαιολάδου, υπογραμμίζει
ότι «το ελαιόλαδο είναι
ίσως η πιο υγιεινή και
πλούσια τροφή και
οφείλουμε όλοι να το
προβάλουμε και να
εκπαιδεύουμε την νέα
γενιά των καταναλωτών
για την ευεργετική του
χρήση».
Στην κατεύθυνση αυτή,
καταλήγει ο κ.
Οικονόμου, «ο ΣΕΒΙΤΕΛ θα
ενισχύσει τις
προσπάθειες του για την
προβολή και προώθηση,
τόσο στο επίπεδο του
λιανικού εμπορίου όσο
και στα σημεία μαζικής
εστίασης. Είναι
σημαντικό να βάλουμε το
ελαιόλαδο στο τραπέζι
κάθε εστιατορίου, όπου η
υγιεινή του αξία και οι
γευστικές του ιδιότητες
θα επιβραβευθούν
καλύτερα και πιο
αποτελεσματικά».
Σταθερή μείωση
κατανάλωσης σε
φρούτα-λαχανικά
Ο Γιώργος Πολυχρονάκης,
ειδικός σύμβουλος του
Συνδέσμου Ελληνικών
Επιχειρήσεων Εξαγωγής –
Διακίνησης Φρούτων
Λαχανικών και Χυμών
Incofruit Hellas είναι
σε θέση να γνωρίζει σε
βάθος την ελληνική και
ευρωπαϊκή αγορά. Εδώ και
χρόνια συλλέγει
συστηματικά, επεξεργάζεται
και δημοσιοποιεί σε
τακτική βάση αξιόπιστα
στοιχεία για τις
εισαγωγές, τις εξαγωγές
και τις τιμές φρούτων
και λαχανικών στη χώρα
μας.
Από την επεξεργασία των
δεδομένων σε βάθος
χρόνου προκύπτει ότι από
το 2020 και μετά η
κατανάλωση φρέσκων
φρούτων και λαχανικών
κατ’ άτομο μειώνεται
σταθερά. Την περίοδο της
πανδημίας η κατανάλωσή
τους αυξήθηκε σημαντικά,
καθώς το κοινό στρεφόταν
σε αυτά για να θωρακίσει
το ανοσοποιητικό του
σύστημα.
Το 2023, σύμφωνα με την
ΕΛΣΤΑΤ, η κατανάλωση
φρούτων και λαχανικών
μειώθηκε κατά -4% και
-3,4% αντίστοιχα, καθώς
τα νοικοκυριά
περιορίζουν τις
ποσότητες των αγορών υπό
την πίεση των
ανατιμήσεων. Τα ποσοστά
μείωσης της κατανάλωσης
πιθανόν να ήταν ακόμα
υψηλότερα, αν η αγορά
δεν καλυπτόταν σε μεγάλο
βαθμό από εισαγόμενα
προϊόντα, ενίοτε
χαμηλότερης τιμής αλλά
όχι πάντα υψηλής
ποιότητας.
Η μεσοσταθμική αύξηση
των τιμών των εγχώριων
φρούτων αγγίζει το 35%
από το 2020
Ο κ. Πολυχρονάκης εκτιμά
ότι η μείωση κατανάλωσης
των εγχώριων φρούτων το
2023 κινήθηκε στο -5% με
-6%, αφού υπήρξε
αντίστοιχη μείωση της
εγχώριας παραγωγής.
Παράλληλα αυξήθηκαν οι
εισαγωγές ιδίως στα
λεγόμενα τροπικά φρούτα
(μπανάνες, ανανάδες).
Ο ίδιος επιβεβαιώνει ότι
στη μείωση της κατά
κεφαλήν κατανάλωσης
φρούτων και λαχανικών
έπαιξαν καθοριστικό ρόλο
οι πληθωριστικές
ανατιμήσεις, αφού ο
κόσμος μειώνει τις
ποσότητες αγορών σε
τρόφιμα που θεωρεί
«δευτερεύοντα», όπως
είναι τα φρούτα.
Μεσοσταθμικές αυξήσεις
35% στα φρούτα
Σε πανευρωπαϊκό και
παγκόσμιο επίπεδο ένα
μερίδιο της αύξησης της
κατανάλωσης φρέσκων
φρούτων και λαχανικών
που σημειώθηκε τα έτη
2020-2021 έχει
διατηρηθεί. Απόδειξη
είναι η ανοδική πορεία
των εξαγωγών ελληνικών
προϊόντων, που
καταγράφει ρεκόρ τζίρου
από χρονιά σε χρονιά,
αλλά και αύξηση σε όγκο.
Ο ειδικός σύμβουλος
θεωρεί ότι η
μεσοσταθμική αύξηση των
τιμών των εγχώριων
φρούτων αγγίζει το 35%
από το 2020, ενώ είναι
σχετικά χαμηλότερη για
τα λαχανικά.
Ο κατακλυσμός των
ελληνικών αγορών από
εισαγόμενα φρέσκα
προϊόντα, ιδίως
λαχανικά, οφείλεται στο
ότι οι τιμές τους είναι
σχετικά ανταγωνιστικές
σε σχέση με τα ντόπια,
λόγω της αυξημένης
προσφοράς. Όμως αυτό
μακροπρόθεσμα δρα εις
βάρος του ελληνικού
πρωτογενούς τομέα.
Γι’αυτό και οι ελληνικές
επιχειρήσεις φρούτων και
λαχανικών ζητούν από την
Ευρωπαϊκή Ένωση να λάβει
μέτρα ώστε να
διασφαλίζεται ότι τα
εισαγόμενα προϊόντα,
ιδίως από τρίτες χώρες,
πληρούν τις ευρωπαϊκές
προδιαγραφές ποιότητας
και δεν χρησιμοποιούν
απαγορευμένα
φυτοφάρμακα, όπως συχνά
διαπιστώνεται.
Κόβουμε το ψωμί, αλλά
«σαβουρώνουμε» fast food
Η κατανάλωση ψωμιού και
ειδών αρτοποιίας
μειώθηκε το 2023 κατά
-4,3%, σύμφωνα με την
ΕΛΣΤΑΤ. , κάτι που
προξενεί εντύπωση,
δεδομένου ότι το ψωμί
είναι συγκριτικά με άλλα
είδη από τα πιο φθηνά
τρόφιμα. Σύμφωνα με τον
πρόεδρο της Ομοσπονδίας
Αρτοποιών Ελλάδος Μιχάλη
Μούσιο, η μείωση της
κατανάλωσης είναι
συνδυασμός πολλών
παραγόντων, εκτός από
την οικονομική κρίση.
«Ο Έλληνας δεν κόβει το
ψωμί. Το αντικαθιστά με
άλλα παράγωγα του
ψωμιού. Αυτό προκύπτει
από τα ευρήματα μεγάλης
έρευνας που θα
παρουσιάσουμε σύντομα
στο ετήσιο συνέδριο της
Ομοσπονδίας», δηλώνει
στο in ο κ. Μούσιος.
H μείωση της κατανάλωσης
στα προϊόντα των
παραδοσιακών φούρνων,
συνδέεται με την αλλαγή
στις διατροφικές
συνήθειες του Έλληνα, σε
βάθος χρόνου. «΄Εχει
αυξηθεί η κατανάλωση του
έτοιμου φαγητού και του
ντελίβερι – πίτα
σουβλάκι – πίτσα κ.λπ.
Το ελληνικό νοικοκυριό
έχει καταργήσει
τουλάχιστον το ένα από
τα δύο γεύματα της
ημέρας, δεν στρώνει
τραπέζι πια. Το έχει
αντικαταστήσει με τα
γρήγορα, έτοιμα ή
ημι-έτοιμα γεύματα».
Αλλαγή συνηθειών
Πώς ερμηνεύεται το
φαινομενικά παράδοξο
φαινόμενο, από τη μία ο
Έλληνας να περιορίζει
τις αγορές ακόμα και σε
τρόφιμα πρώτης ανάγκης,
καθώς πιέζεται από την
ακρίβεια, από την άλλη
να αυξάνεται συγκριτικά
η κατανάλωση έτοιμου
φαγητού, που είναι
ακριβότερο; Ή αντίστοιχα
να μειώνεται η
κατανάλωση τροφίμων στο
σπίτι, ενώ η παχυσαρκία
σαρώνει, ιδίως στις
παιδικές ηλικίες;
Μία εξήγηση, είναι οι
ριζικές αλλαγές στο
εργασιακό τοπίο, που
μετασχηματίζουν την
καθημερινότητα αλλά και
τη δομή των νοικοκυριών.
Όταν οι Έλληνες
δουλεύουν τις
περισσότερες ώρες την
εβδομάδα σε σύγκριση με
όλους τους υπόλοιπους
Ευρωπαίους, όταν τα
ωράρια είναι
«ξεχειλωμένα» και
ελαστικά, όταν η
εξατομίκευση κυριαρχεί,
είναι επακόλουθο ο
καθένας να τρώει μόνος
του, έξω ή στο «πόδι».
Το φαγητό στην κατσαρόλα
και το ψωμί στο τραπέζι,
έχουν αντικασταθεί από
το σάντουιτς στο χέρι,
με τα ψίχουλα να πέφτουν
στο πληκτρολόγιο, ή το
σακουλακι με τα τσιπς
μπροστά από μια οθόνη.
Βροχή λουκέτων σε
φούρνους
Ο Ομοσπονδία Αρτοποιών
Ελλάδος εκτιμά ότι σε
βάθος δεκαετίας η μείωση
κατανάλωσης του ψωμιού
φτάνει το 30%. Πλέον
βέβαια οι φούρνοι δεν
βασίζονται μόνο στο ψωμί
για να επιβιώσουν, αλλά
προσπαθούν να
διαφοροποιήσουν το
προϊοντολόγιό τους για
να αναπληρώσουν τις
απώλειες. Αρκετοί, ιδίως
παραδοσιακοί συνοικιακοί
φούρνοι δεν τα
καταφέρνουν, και
οδηγούνται στο λουκέτο.
Μόνο εντός του 2022,
μετά την εκτόξευση του
ενεργειακού κόστους και
των πρώτων υλών έκλεισαν
πάνω από 300 φούρνοι
πανελλαδικά. Από τότε
μέχρι σήμερα τα λουκέτα
ανέρχονται αθροιστικά σε
πάνω από 700, ενώ
προστίθενται καθημερινά
καινούργια.
Η βασική αιτία των
λουκέτων στους φούρνους,
είναι η αύξηση του
λειτουργικού κόστους,
ιδίως στην ενέργεια και
η ακρίβεια στις πρώτες
ύλες. «Χθες παρέλαβα νέα
παραγγελία βούτυρο, με
αυξήσεις τιμοκαταλόγου
20%. Σε αυτό υπάρχει
απάντηση: Όλα ελέγχονται
από πέντε μεγάλες
πολυεθνικές, που
καθορίζουν τις τιμές των
πάντων», καταλήγει ο κ.
Μούσιος.
Πηγή: in.gr |