Όπως τονίζει ο κ.
Στουρνάρας, η ανάπτυξη
της ελληνικής οικονομίας
αναμένεται να κινηθεί
πολύ πάνω από τα μέσο
όρο της Ευρωζώνης, με
μοχλούς την ιδιωτική
κατανάλωση και τις
επενδύσεις. Ο τομέας
του τουρισμού
παρουσιάζει και φέτος
θετικές προοπτικές παρά
τη διεθνή αβεβαιότητα,
ενώ οριακά αρνητική θα
είναι η
συμβολή του εξωτερικού
τομέα.
Έκκληση για σταθερότητα
Η αναβάθμιση στην
επενδυτική βαθμίδα
μαρτυρά την αποκατάσταση
της εμπιστοσύνης στην
ελληνική οικονομία,
σημείωσε ο διοικητής της
Τράπεζας της Ελλάδος και
απηύθυνε έκκληση να
διατηρηθούν η πολιτική
σταθερότητα, η
δημοσιονομική
σταθερότητα και η
χρηματοπιστωτική
σταθερότητα.
«Το γεγονός ότι
χρειάστηκαν πάνω από 13
χρόνια για την επιστροφή
της χώρας στην
επενδυτική βαθμίδα
υποδηλώνει ότι η
εμπιστοσύνη στις
προοπτικές της
οικονομίας και η
αξιοπιστία της
ασκούμενης οικονομικής
πολιτικής είναι κρίσιμοι
παράγοντες, που
ανακτώνται πολύ δύσκολα
αν χαθούν και απαιτούν
συνέπεια και συνετές
πολιτικές», τόνισε
χαρακτηριστικά.
Η ελληνική οικονομία
υστερεί στη απονομή
δικαιοσύνης, στην
καταπολέμηση της
γραφειοκρατίας και στην
αντιμετώπιση της
φοροδιαφυγής, σημείωσε ο
κεντρικός τραπεζίτης.
Η ΤτΕ εκτιμά ότι το
πρωτογενές πλεόνασμα
έκλεισε στο 1,4% του ΑΕΠ
ή και υψηλότερα το 2023
και μιλά για ενισχυμένη
δημοσιονομική αξιοπιστία
της χώρας.
Συνεπώς, το χρέος
εκτιμάται ότι μειώθηκε
μέσα στο 2023 κατά 10,7
ποσοστιαίες μονάδες του
ΑΕΠ, για να κλείσει τη
χρονιά στο 161,9% του
ΑΕΠ, το χαμηλότερο
επίπεδο από το 2010.
Προβλέψεις
Η ελληνική
οικονομία προβλέπεται
ότι θα συνεχίσει να
αναπτύσσεται και το
2024, με υψηλότερο ρυθμό
έναντι του 2023 και πολύ
πάνω από το μέσο όρο της
ευρωζώνης. Ειδικότερα, η
οικονομική δραστηριότητα
προβλέπεται να αυξηθεί
κατά 2,3% το 2024, καθώς
η ιδιωτική κατανάλωση
(+1,7%) θα υποστηριχθεί
από την αναμενόμενη
άνοδο του πραγματικού
διαθέσιμου εισοδήματος
των νοικοκυριών, λόγω
της αύξησης του
εισοδήματος από
εξαρτημένη εργασία, της
συνεχιζόμενης ανάκαμψης
της απασχόλησης και της
περαιτέρω αποκλιμάκωσης
του πληθωρισμού. Οι
επενδύσεις (+11,1%) θα
συνεχίσουν να αυξάνονται
με υψηλούς ρυθμούς, με
τη στήριξη των
διαθέσιμων ευρωπαϊκών
πόρων. Οι πόροι αυτοί,
σε συνδυασμό με την
υψηλή ρευστότητα του
τραπεζικού τομέα, θα
προσελκύσουν ιδιωτικά
κεφάλαια. Οι υψηλοί
ρυθμοί αύξησης των
επενδύσεων
αντικατοπτρίζουν τη
βελτίωση του οικονομικού
κλίματος, ιδιαίτερα μετά
την αναβάθμιση της
κρατικής πιστοληπτικής
αξιολόγησης στην
επενδυτική κατηγορία και
τη σημαντική αποεπένδυση
που είχε σημειωθεί την
τελευταία δεκαετία. Οι
εξαγωγές (+3,7%) θα
συνεχίσουν να αυξάνονται
σημαντικά τα επόμενα
χρόνια παρά την αναιμική
ανάπτυξη στην ευρωζώνη,
ενώ η απώλεια
ανταγωνιστικότητας λόγω
υψηλότερου μοναδιαίου
κόστους εργασίας θα
επιβαρύνει τη δυναμική
τους. Παρ’ όλα αυτά, η
συμβολή του εξωτερικού
τομέα στο ρυθμό
ανάπτυξης της οικονομίας
θα είναι ελαφρώς
αρνητική, καθώς η έντονη
επενδυτική δραστηριότητα
θα αυξήσει σημαντικά τις
εισαγωγές (+3,5%).
Ο τομέας του τουρισμού παρουσιάζει
και φέτος θετικές
προοπτικές, παρά τη
συνεχιζόμενη διεθνή
αβεβαιότητα. Η συμβολή
των ταξιδιωτικών
εισπράξεων στην ελληνική
οικονομία είναι
σημαντική, καθώς μεταξύ
άλλων ενισχύουν την
ιδιωτική κατανάλωση και
τις εξαγωγές υπηρεσιών,
συγκρατώντας τη
διεύρυνση του
ελλείμματος του
ισοζυγίου τρεχουσών
συναλλαγών. Οι ευνοϊκοί
για την Ελλάδα πρόδρομοι
δείκτες τουριστικής
δραστηριότητας, όπως ο
προγραμματισμός
αεροπορικών θέσεων και
οι κρατήσεις
ξενοδοχείων,
επιβεβαιώνουν το θετικό
κλίμα στον τουριστικό
κλάδο, δημιουργώντας
προσδοκίες για μια ακόμη
ανοδική χρονιά.
Οι μεσοπρόθεσμες
προοπτικές της αγοράς
εργασίας παραμένουν
θετικές. Αναμένεται
περαιτέρω αύξηση της
απασχόλησης (κατά 1,3%
ετησίως) και υποχώρηση
του ποσοστού ανεργίας
(σε 10,4%) το 2024,
αντανακλώντας τη
συνεχιζόμενη ανάκαμψη
της οικονομικής
δραστηριότητας.
Τόσο ο γενικός
εναρμονισμένος πληθωρισμός όσο
και ο πυρήνας του
πληθωρισμού αναμένεται
να υποχωρήσουν το 2024,
καθώς όλες οι επιμέρους
συνιστώσες εμφανίζουν
τάσεις αποκλιμάκωσης.
Παρά το κλίμα
αβεβαιότητας που
δημιουργούν οι
γεωπολιτικές εξελίξεις,
το 2024 ο πληθωρισμός,
βάσει του ΕνΔΤΚ,
αναμένεται να
επιβραδυνθεί περαιτέρω
σε 2,8%, ενώ ο πυρήνας
του πληθωρισμού
προβλέπεται να μειωθεί
σημαντικά σε 3%.
Η επιτάχυνση της
οικονομικής δυναμικής
αναμένεται να επηρεάσει
θετικά την
παραγωγικότητα της
εργασίας, ενώ οι
μισθολογικές εξελίξεις
ενδέχεται να έχουν
αρνητική επίπτωση στην ανταγωνιστικότητα.
Η άνοδος της
παραγωγικότητας της
εργασίας αναμένεται να
παραμείνει περιορισμένη
το 2024 σε 1,0% (όσο και
το 2023). Από την άλλη
πλευρά, οι μέσες
αποδοχές και το κόστος
εργασίας ανά μονάδα
προϊόντος θα
εξακολουθήσουν να
αυξάνονται με ρυθμούς
παρόμοιους με εκείνους
του 2023. Σύμφωνα με τις
εκτιμήσεις της Τράπεζας
της Ελλάδος, το 2024
προβλέπεται αύξηση των
αμοιβών ανά μισθωτό κατά
5,4% (2023: 5,5%) και
του κόστους εργασίας ανά
μονάδα προϊόντος κατά
4,4% (2023: 4,5%). Οι
τάσεις αυτές αναμένεται
να ασκήσουν καθοδικές
πιέσεις στα περιθώρια
κέρδους των
επιχειρήσεων. Η άνοδος
των αποδοχών το 2024 θα
επηρεαστεί τόσο από την
αύξηση των μισθών των
δημοσίων υπαλλήλων όσο
και από τη λήξη της
αναστολής των επιδομάτων
προϋπηρεσίας (τριετιών)
των μισθωτών του
ιδιωτικού τομέα, η οποία
είχε νομοθετηθεί κατά
την περίοδο των
προγραμμάτων οικονομικής
προσαρμογής. Επιπλέον,
επισπεύσθηκε νομοθετικά
η διαδικασία καθορισμού
του κατώτατου μισθού,
προκειμένου να χορηγηθεί
νέα αύξηση από 1ης
Απριλίου 2024, η οποία –
όπως ανακοινώθηκε στις
29 Μαρτίου – θα είναι
6,4%. |