Οι εκδόσεις
κοινοπρακτικών ομολόγων
της περιοχής έφθασαν
χθες στο νέο υψηλό
επίπεδο με την πώληση 10
δισ. ευρώ από την Ισπανία, σύμφωνα
με τα στοιχεία που
συγκέντρωσε το
Bloomberg.
Το προηγούμενο ρεκόρ
είχε σημειωθεί στις 9
Ιουνίου 2020, όταν
κυβερνήσεις και
εταιρείες ενίσχυαν τα
διαθέσιμά τους κατά
τους πρώτους
μήνες της πανδημίας.
Ελαφρά λιγότερο από το
50% των πωλήσεων
αφορούσε χρέος που
εκδόθηκε από
υπερεθνικούς
οργανισμούς, κράτη και
οργανισμούς που
αξιοποίησαν στο έπακρο
την έντονη ζήτηση των
επενδυτών. Υπήρξε,
παράλληλα, μία σπουδή
αμερικανικών
επιχειρήσεων που
αναζητούν να επωφεληθούν
από την αυξανόμενη
διαφορά στις αποδόσεις,
καθώς η Ευρωπαϊκή
Κεντρική Τράπεζα
ετοιμάζεται για μείωση
των επιτοκίων την
επόμενη εβδομάδα, ενώ η
Fed αναμένεται να
διατηρήσει σταθερά τα
δικά της επιτόκια.
Εταιρείες όπως η Merck &
Co. και η Coca-Cola
εκμεταλλεύτηκαν στο
έπακρο την πτώση των
spreads κοντά στο
χαμηλότερο επίπεδο από
τις αρχές του 2022 για
να αντλήσουν χρέος
μεγαλύτερης διάρκειας.
Οι εκδόσεις έχουν επίσης
υποστηριχθεί από την
επιστροφή της
χρηματοδότησης
συγχωνεύσεων και
εξαγορών.
Υψηλή η δυναμική της
αγοράς
«Ενώ τα spreads
παραμένουν τόσο στενά
και η υποδοχή των
επενδυτών τόσο ισχυρή, η
δυναμική της αγοράς
παραμένει πολύ έντονη,
οδηγώντας στην αύξηση
της προσφοράς»,
δήλωσε στέλεχος της
MUFG. «Με πολλές
αβεβαιότητες γύρω από το
τέλος του έτους, οι
εκδότες έχουν μάθει να
εκμεταλλεύονται
πραγματικά κάθε ευκαιρία
και να χρηματοδοτούν όσο
η αγορά είναι ζεστή».
Αν και τα spreads είναι
στενά, οι αποδόσεις
είναι υψηλές σε σχέση με
τις δύο τελευταίες
δεκαετίες. Η συμφωνία
της Ισπανίας είχε ένα
βιβλίο παραγγελιών άνω
των 125 δισ. ευρώ,
σύμφωνα με πηγή με γνώση
του θέματος.
Διαχειριστής
χαρτοφυλακίου στην Axa
Investment Managers,
ήταν επιφυλακτικός για
τον υπερβολικό
ενθουσιασμό, διότι ο
πληθωρισμός θα μπορούσε
να αυξηθεί,
εκτροχιάζοντας τη
νομισματική χαλάρωση.
«Οι επενδυτές δεν πρέπει
να γίνουν άπληστοι σε
ένα περιβάλλον όπως
αυτό…Προτιμούμε τα
ομόλογα επενδυτικής
βαθμίδας, όπου τα
θεμελιώδη μεγέθη
παραμένουν σταθερά και ο
κίνδυνος αθέτησης είναι
πολύ χαμηλότερος, ώστε
να εκμεταλλευτούμε
ελκυστικές ευκαιρίες
απόδοσης», πρόσθεσε. |