Τα στοιχεία δίνουν μια
παρόμοια ζοφερή εικόνα.
Τον περασμένο Ιούνιο το
ποσοστό ανεργίας για τα
άτομα ηλικίας 16 έως 24
ετών στις πόλεις έφθασε
σε υψηλό ρεκόρ 21,3%.
Αυτό ίσως να έφερε την
κυβέρνηση σε πολύ
δύσκολή θέση, οπότε
σταμάτησε να δημοσιεύει
τις σειρές δεδομένων,
ενώ αναμόρφωσε τον
υπολογισμό της ώστε να
μην περιλαμβάνονται οι
νέοι που αναζητούν
εργασία κατά τη διάρκεια
των σπουδών τους (η
Αμερική, η Βρετανία και
πολλές άλλες χώρες όταν
υπολογίζουν τα ποσοστά
τους περιλαμβάνουν
τέτοιους φοιτητές). Οι
νέοι αριθμοί είναι
χαμηλότεροι, αλλά
εξακολουθούν να είναι
καταθλιπτικοί: τον
Μάρτιο το 15,3% των νέων
στις πόλεις ήταν
άνεργοι, ποσοστό σχεδόν
τριπλάσιο του συνολικού
ποσοστού ανεργίας.
Για τους νέους
πτυχιούχους η κατάσταση
είναι μάλλον ακόμα πιο
άσχημη. Η Κίνα δεν
ανακοινώνει ποσοστά
ανεργίας γι’ αυτήν την
ομάδα, εμείς όμως
χτενίσαμε τα δεδομένα
από τη δεκαετή απογραφή
της χώρας και τις
στατιστικές επετηρίδες
της προκειμένου να
καταρτίσουμε μια
εκτίμηση. Σύμφωνα με
τους υπολογισμούς μας
(συμπεριλαμβανομένων των
φοιτητών που αναζητούν
εργασία), το ποσοστό
ανεργίας για τους νέους
16 έως 24 ετών με
πανεπιστημιακή
εκπαίδευση ήταν 25,2% το
2020, το τελευταίο έτος
για το οποίο υπάρχουν
διαθέσιμα στοιχεία
απογραφής, ποσοστό 1,8
φορές μεγαλύτερο της
συνολικής ανεργίας των
νέων εκείνη την εποχή.
Μπορεί τα πράγματα από
το 2020 και μετά να
έχουν βελτιωθεί ή οι
μεταβλητές που
επηρεάζουν τους
υπολογισμούς μας να
έχουν αλλάξει με
απρόβλεπτους τρόπους,
ωστόσο είναι επίσης
πιθανό τα πράγματα να
έχουν χειροτερέψει. Για
να το απλοποιήσουμε, αν
υποθέσουμε ότι η
αναλογική σχέση από το
2020 εξακολουθεί να
ισχύει, πάνω από το ένα
τρίτο των νέων
πτυχιούχων σήμερα μπορεί
να είναι άνεργοι.
© The Economist
Ένας λόγος που
πιστεύουμε ότι τα
πράγματα δεν
βελτιώνονται είναι ότι
οι πτυχιούχοι ως ποσοστό
των άνεργων νέων
αυξάνονται ταχύτερα απ’
ό,τι θα μπορούσε να
εξηγηθεί από τις
ευρύτερες δημογραφικές
τάσεις (βλ. διάγραμμα
1). Οι απόφοιτοι
πανεπιστημίων και
επαγγελματικών και
τεχνικών σχολών
αντιστοιχούν στο 70% των
άνεργων νέων το 2022,
από 9% πριν από δύο
δεκαετίες. Ως ποσοστό
του νεανικού πληθυσμού,
οι απόφοιτοι αυτοί, το
2020, ανέρχονταν στο
47%.
Εν μέρει τουλάχιστον,
ευθύνεται η υποτονική
οικονομία της Κίνας. Η
ζήτηση για πτυχιούχους
έχει μείνει στάσιμη. Εν
τω μεταξύ, η προσφορά
τους αυξάνεται. Φέτος
αναμένεται να
αποφοιτήσουν από τα
ιδρύματα τριτοβάθμιας
εκπαίδευσης σχεδόν 12
εκατομμύρια φοιτητές,
αύξηση 2% σε σύγκριση με
πέρυσι. Μεταξύ του 2000
και του 2024 ο αριθμός
των Κινέζων αποφοίτων
ανά έτος δεκαπλασιάστηκε
(βλ. διάγραμμα 2).
© The Economist
Η τάση αυτή μπορεί να
αναχθεί στον Min Tang,
έναν Κινέζο
οικονομολόγο, ο οποίος
πρότεινε την επέκταση
των εγγραφών στην
τριτοβάθμια εκπαίδευση
ως έναν τρόπο
αντιμετώπισης της
ασιατικής οικονομικής
κρίσης στα τέλη της
δεκαετίας του 1990. Μια
τέτοια πολιτική αναβάλει
την είσοδο των νέων στην
αγορά εργασίας και
τονώνει την οικονομία
μέσω των δαπανών για την
εκπαίδευση, είχε
δηλώσει. Η κυβέρνηση
υιοθέτησε το σχέδιό του,
το οποίο συνέπεσε με
κοινωνικές αλλαγές που
ωθούσαν προς την ίδια
κατεύθυνση. Τα παιδιά
που γεννήθηκαν στο
πλαίσιο της πολιτικής
του ενός παιδιού στην
Κίνα άρχισαν να
ενηλικιώνονται το 1999.
Με τον περιορισμό του
μεγέθους της
οικογένειας, οι γονείς
είχαν περισσότερα
περιθώρια να επενδύσουν
σε κάθε παιδί -και
περισσότερα κίνητρα για
να ενθαρρύνουν τις
σπουδές τους, αφού τα
παιδιά αυτά αναμενόταν
να συντηρήσουν τους
γονείς τους στα
γηρατειά.
© The Economist
Καθώς αυξανόταν η ζήτηση
για χρονοθυρίδες, τα
πανεπιστήμια αυξήθηκαν
σε μέγεθος και αριθμό.
Οι νόμοι που ψηφίστηκαν
στις αρχές της δεκαετίας
του 2000 επέτρεψαν στις
εταιρείες να
συμμετάσχουν στη δράση.
Τα ιδιωτικά ιδρύματα,
που ονομάζονται Μinban
Daxue, χρεώνουν
σημαντικά υψηλότερα
δίδακτρα από τα δημόσια
πανεπιστήμια, έχοντας
κίνητρο να δέχονται όλο
και περισσότερους
φοιτητές. Οι εγγραφές σε
αυτές τις σχολές έχουν
εκτοξευθεί,
παρουσιάζοντας αύξηση
κατά 560% από το 2004.
Τότε ένας στους δέκα
φοιτητές σε κολλέγιο ή
πανεπιστήμιο σπούδαζε σε
Μinban Daxue. Τώρα είναι
ένας στους τέσσερις (βλ.
διάγραμμα 3).
Τα Μinban Daxue τείνουν
να απαιτούν χαμηλότερες
βαθμολογίες στις ενιαίες
εισαγωγικές εξετάσεις
για τα πανεπιστήμια και
τα κολέγια της Κίνας
(Gaokao), απ’ ό,τι τα
δημόσια ιδρύματα.
Ωστόσο, το ποσοστό
αποδοχής σε όλα τα
κολέγια και πανεπιστήμια
έχει αυξηθεί. Πριν από
το 1999 λιγότερο από το
ένα τέταρτο των
υποψηφίων για τις Gaokao
γίνονταν δεκτοί σε αυτά
τα ιδρύματα. Σήμερα
εισέρχονται οι
περισσότεροι (βλ.
διάγραμμα 4).
Η αύξηση του αριθμού των
αποφοίτων δεν θα
αποτελούσε τόσο μεγάλο
πρόβλημα αν μάθαιναν
δεξιότητες που επιθυμούν
οι εργοδότες. Όμως οι
κινεζικές εταιρείες
παραπονιούνται ότι δεν
μπορούν να βρουν
εξειδικευμένους
υποψηφίους για τις
ανοιχτές θέσεις εργασίας
τους. Μέρος του
προβλήματος είναι τα
χαμηλής ποιότητας Μinban
Daxue. Ωστόσο, η
αναντιστοιχία δεξιοτήτων
επεκτείνεται σε ολόκληρη
την τριτοβάθμια
εκπαίδευση. Για
παράδειγμα, ο αριθμός
των φοιτητών που
σπουδάζουν ανθρωπιστικές
επιστήμες αυξάνεται,
παρ’ όλο που η ζήτηση
για τέτοιους αποφοίτους
είναι πολύ χαμηλότερη
από εκείνη για ειδικούς
σε άλλους τομείς.
© The Economist
Ορισμένοι φοιτητές
προσπαθούν να αποφύγουν
τη σκληρή αγορά εργασίας
του ιδιωτικού τομέα. Το
2024 ο αριθμός των
ατόμων που θα
συμμετάσχουν στις
εξετάσεις της Κίνας για
τον δημόσιο τομέα θα
αγγίξει το υψηλότερο
επίπεδο-ρεκόρ των 2,3
εκατομμυρίων,
σημειώνοντας αύξηση 48%
σε ετήσια βάση. Άλλοι
επιδιώκουν μεταπτυχιακές
σπουδές. Ο αριθμός των
μεταπτυχιακών και
διδακτορικών φοιτητών
έχει αυξηθεί τόσο πολύ,
που σε ορισμένα
πανεπιστήμια έχουν
εξαντληθεί οι χώροι
στέγασης.
Αδυνατώντας να βρουν
εργασία που να ταιριάζει
στα πτυχία τους, αρκετοί
απόφοιτοι αρκούνται σε
δουλειές χαμηλής
ειδίκευσης, όπως η
διανομή φαγητού. Πέρυσι
ένα σημείωμα από ένα
αεροδρόμιο της Γουενζού
σημείωνε ότι είχε
προσλάβει αρχιτέκτονες
και μηχανικούς για να
γίνουν φύλακες του χώρου
του και προσωπικό για
τον έλεγχο των πουλιών.
Ο Xiaoguang Li του
Πανεπιστημίου Xi’an
Jiaotong και η Yao Lu
του Πανεπιστημίου
Columbia μελέτησαν την
υποαπασχόληση στην Κίνα.
Χρησιμοποιώντας δεδομένα
εθνικών ερευνών,
διαπίστωσαν ότι το 25%
των εργαζομένων ηλικίας
23 έως 35 ετών ήταν
υπερεξειδικευμένοι για
τη δουλειά τους το 2021,
από 21% το 2015. Το
πρόβλημα είναι πιθανό να
επιδεινωθεί, λέει η κ.
Lu, καθώς οι πτυχιούχοι
που βρίσκονται
αντιμέτωποι με την
ανεργία δεν έχουν άλλη
επιλογή από το να
δεχθούν δουλειές
κατώτερης κατηγορίας.
Ως αποτέλεσμα όλων
αυτών, οι αποδόσεις από
την επιδίωξη της
τριτοβάθμιας εκπαίδευσης
φαίνεται να μειώνονται.
Σε ένα έγγραφο εργασίας
που δημοσιεύθηκε πέρυσι,
ερευνητές με επικεφαλής
τον Eric Hanushek του
Πανεπιστημίου του
Στάνφορντ διαπίστωσαν
ότι στην Κίνα η
πριμοδότηση μισθού που
συνδέεται με την
τριτοβάθμια εκπαίδευση
μειώθηκε από 72% σε 34%
μεταξύ 2007 και 2018 για
τα άτομα κάτω των 35
ετών.
Το 2008 ένας
αξιωματούχος του
υπουργείου Παιδείας
φάνηκε να παραδέχεται
ότι το κράτος είχε κάνει
λάθος που επέκτεινε τόσο
γρήγορα τις εγγραφές στα
κολέγια και τα
πανεπιστήμια. Όμως το
υπουργείο έκανε γρήγορα
πίσω. Σήμερα η κυβέρνηση
φαίνεται να ενδιαφέρεται
περισσότερο για το
μέγεθος του
εκπαιδευτικού
συστήματος, παρά για την
ποιότητά του. Πέρυσι
στην Κίνα άνοιξαν εξήντα
ένα νέα κολέγια και
πανεπιστήμια. «Η χώρα
μας έχει οικοδομήσει το
μεγαλύτερο σύστημα
τριτοβάθμιας εκπαίδευσης
στον κόσμο», καυχήθηκε η
People’s Daily, ένα
κομματικό φερέφωνο.
Στην ομιλία του για την
κατάσταση του έθνους τον
περασμένο μήνα, ο
πρωθυπουργός Li Qiang
τουλάχιστον έθεσε την
ιδέα να διασφαλιστεί ότι
περισσότεροι απόφοιτοι
θα μαθαίνουν τις
δεξιότητες που
απαιτούνται σε τομείς
όπως η προηγμένη
μεταποίηση και η
φροντίδα ηλικιωμένων.
Ωστόσο, πολλοί θα
συνεχίσουν να
διαπιστώνουν ότι το
πτυχίο τους δεν είναι το
εισιτήριο για μια καλή
δουλειά. Καθώς επί
χρόνια άκουγαν ότι η
τριτοβάθμια εκπαίδευση
ήταν το εφαλτήριο για
μια καλύτερη ζωή, η
απογοήτευσή τους τείνει
να μεγαλώνει.
Πηγή: The Economist
|