Μόνο το 2023
δημοπρατήθηκαν 1.218
δημόσια έργα, συνολικού
προϋπολογισμού 6,91 δισ.
ευρώ, τα οποία πρόκειται
να προστεθούν σταδιακά
στο υφιστάμενο
ανεκτέλεστο των μεγάλων
κατασκευαστικών ομίλων.
Ηδη το ανεκτέλεστο
υπόλοιπο (με βάση τα
στοιχεία του εννεαμήνου
του 2023) διαμορφώνεται
σε 15,35 δισ. ευρώ,
έχοντας αυξηθεί κατά 63%
σε ετήσια βάση, ενώ
πλέον είναι τριπλάσιο σε
σχέση με τον μέσο όρο
της περιόδου 2018-2020.
Η μεγάλη πρόκληση
ασφαλώς αφορά τους
ανθρώπους που θα κληθούν
να υλοποιήσουν αυτά τα
έργα. Οπως φαίνεται,
παρά την αύξηση του
κατασκευαστικού
αντικειμένου, ο αριθμός
των εργαζομένων στον
κλάδο είχε παραμείνει
ουσιαστικά αμετάβλητος
σε συνολικά 197.000 το
2022.
Αντίστοιχα, στις
δραστηριότητες των
αρχιτεκτόνων και των
μηχανικών απασχολούνταν
το 2022 περίπου 74.000
άνθρωποι, αριθμός που
επίσης δεν παρουσιάζει
ιδιαίτερη μεταβολή από
το 2017. Σε αυτό το
πλαίσιο, σύμφωνα με το
ΙΟΒΕ, μόνο κατά την
περίοδο 2024-2026
υπολογίζεται ότι ο
αριθμός των εργαζομένων
θα πρέπει να αυξηθεί
κατά περίπου
51.000-55.000,
αγγίζοντας τις 250.000
συνολικά, προκειμένου να
υπάρξει επάρκεια
εργαζομένων. Μια πιθανή
έλλειψη αναμένεται να
προκαλέσει
καθυστερήσεις, που με τη
σειρά τους θα οδηγήσουν
σε αύξηση του
προϋπολογισμού των έργων
και ασφαλώς σε μη τήρηση
των χρονοδιαγραμμάτων.
Επιπλέον, η προοπτική
περαιτέρω ανάπτυξης των
κατασκευαστικών έργων τα
επόμενα χρόνια
δημιουργεί ανάγκες
πρόσθετης
χρηματοδότησης,
περιλαμβανομένων των
εγγυήσεων για τη
συμμετοχή και την καλή
εκτέλεση των έργων, και
απαιτεί μείωση των
καθυστερήσεων πληρωμών
των κατασκευαστικών
επιχειρήσεων. Οι
δυσκολίες στη
χρηματοδότηση και στο
χρηματοδοτικό κενό
μπορεί να περιοριστούν
με τη χρήση διαφόρων
χρηματοδοτικών εργαλείων
(π.χ. εγγυητικά
κεφάλαια, επιδότηση
επιτοκίου κ.ά.).
Είναι χαρακτηριστικό ότι
η χρηματοδότηση του
κλάδου από τις εγχώριες
τράπεζες αυξήθηκε
σημαντικά το 2022, σε
602 εκατ. ευρώ έναντι
289 εκατ. ευρώ νέων
δανείων το 2021 (και 273
εκατ. ευρώ το 2020).
Ωστόσο το 2023, παρά τη
μεγάλη άνοδο της
κατασκευαστικής
δραστηριότητας, τα νέα
δάνεια περιορίστηκαν σε
μόλις 280 εκατ. ευρώ,
κυρίως λόγω της μεγάλης
αύξησης των επιτοκίων.
Την περίοδο 2020-2023 οι
μικρομεσαίες
επιχειρήσεις του κλάδου
έλαβαν κατά μέσον όρο το
72% των νέων δανείων και
οι μεγάλες το υπόλοιπο
28%.
Πάντως, παρότι τα
τελευταία χρόνια
καταγράφεται σημαντική
ανάκαμψη σε ό,τι αφορά
το οικονομικό αποτύπωμα
του κλάδου, εντούτοις η
απόσταση σε σχέση με τα
προηγούμενα υψηλά, που
είχαν σημειωθεί κατά τη
διάρκεια της περιόδου
2006-2007, παραμένει
αξιοσημείωτη.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με
τα ευρήματα της έρευνας,
το 2023 η αξία παραγωγής
του κλάδου άγγιξε τα
12,8 δισ. ευρώ,
σημειώνοντας αύξηση κατά
84% σε σχέση με το 2017.
Ωστόσο το 2006, όταν
είχε σημειωθεί το
προηγούμενο υψηλό του
κλάδου, η αξία παραγωγής
είχε ξεπεράσει τα 43
δισ. ευρώ, όντας σχεδόν
τέσσερις φορές
υψηλότερη. Αντίστοιχα,
οι επενδύσεις σε
κατασκευές
αντιστοιχούσαν στο 4,8%
του ΑΕΠ το 2022, όταν το
2007 είχαν φτάσει στο
14,7% του ΑΕΠ. Το 2022 ο
μέσος όρος στην Ε.Ε.
διαμορφώθηκε σε 6,7%.
Σύμφωνα με το ΙΟΒΕ, η
ανάκαμψη του κλάδου θα
έχει ως αποτέλεσμα οι
επενδύσεις ως ποσοστό
του ΑΕΠ να αυξηθούν σε
6,3% το 2023, αλλά και
8,3% το 2024 και 8,6% το
2025. Ειδικότερα, με
βάση την ανάλυση των
δράσεων του Εθνικού
Σχεδίου Ανάκαμψης και
Ανθεκτικότητας (ΕΣΑΑ)
εκτιμάται ότι σε έργα
που έχουν άμεση σχέση με
τις κατασκευές θα
κατευθυνθούν
επιχορηγήσεις ύψους 9,9
δισ. ευρώ,
κινητοποιώντας πόρους
ύψους 12,8 δισ. ευρώ.
Μαζί με τους πόρους από
τα δάνεια του Ταμείου
Ανάκαμψης (και τους
κινητοποιούμενους από τα
δάνεια πόρους
χρηματοδότησης)
εκτιμάται ότι για έργα
με άμεση σχέση με τις
κατασκευές θα
κινητοποιηθούν συνολικά
κεφάλαια 24 δισ. ευρώ
την περίοδο 2022-2026
και συγκεκριμένα 12,8
δισ. ευρώ από τις
επιχορηγήσεις και 11,1
δισ. ευρώ από τα δάνεια.
Εκτιμάται επίσης ότι η
αξία παραγωγής των
κατασκευαστικών έργων
υποδομών και κατοικιών
θα ακολουθήσει ισχυρή
ανοδική πορεία την
περίοδο 2024-2026,
ξεπερνώντας τα 18 δισ.
ευρώ το 2025, από 10,3
δισ. ευρώ το 2022.
Πηγή: Money Review |