Πιο αναλυτικά (την
έκθεση παρουσιάζει η
Ελευθερία Κούρταλη στο
capital.gr), ξεκινώντας
το 2024, η Deutsche Bank
τηρούσε εποικοδομητική
άποψη για τις μετοχές,
τη στιγμή που οι
αποτιμήσεις ήταν σχετικά
"πλήρεις", με την άνοδο
που ακολούθησε να
οδηγείται από την
κερδοφορία ενώ οι αγορές
αποτιμούσαν και την
ανάκαμψη της οικονομίας.
Ο στόχος που είχε θέσει
για τον δείκτη-βαρόμετρο
των διεθνών αγορών, τον
S&P 500, ήταν στις
5.100-5.500 μονάδες.
Έως τώρα, έχουν συμβεί
τα εξής που επηρέασαν
την πορεία των αγορών,
όπως επισημαίνει:
Πρώτον, οι
εκτιμήσεις για το
μακροοικονομικό μέτωπο
έχουν αναβαθμιστεί
σημαντικά. Όπως εκτιμά η
Deutsche Bank, στις ΗΠΑ
η ανάπτυξη θα κινηθεί
στο 2,4% φέτος και στο
2,2% το 2025, ενώ για
την ευρωζώνη αναβάθμισε
την πρόβλεψή της για το
2024 κατά 0,5%, στο
0,9%, ενώ για το 2025
την άφησε αμετάβλητη στο
1,5%. Είμαστε τα μέσα
του 2024 και οι διεθνείς
μακροοικονομικές
προοπτικές φαίνονται όλο
και πιο θετικές, όπως
σημειώνει.
Δεύτερον, ο
πληθωρισμός εξέπληξε,
προκαλώντας
μεταβλητότητα των
επιτοκίων. Κατά την
άποψη της γερμανικής
τράπεζας, η ανάκαμψη του
πληθωρισμού είναι
δύσκολο να αποδοθεί στην
ισχυρή ανάπτυξη ή στις
"σφιχτές" αγορές
εργασίας και, αντίθετα,
αντανακλά επιπτώσεις,
όπως η εποχικότητα και η
σταθερότητα των
ενοικίων.
Τρίτον, η
αύξηση της κερδοφορίας
των εταιρειών
συνεχίστηκε στο α’
τρίμηνο και για τρίτο
συνεχόμενο τρίμηνο,
ανεβαίνοντας σε διψήφια
επίπεδα. Η υπέρβαση των
προσδοκιών σε αυτό το
μέτωπο ώθησαν την αύξηση
των κερδών σε διψήφια
ποσοστά (11,6%), τα
υψηλότερα των τελευταίων
2 ετών. Οι ανησυχίες
σχετικά με την
επιβράδυνση των μεγεθών
των εταιρειών του
τεχνολογικού κλάδου
αποδείχθηκαν αβάσιμες
(άνοδος 39%), ενώ οι
κυκλικές και οι
αμυντικές εταιρείες
κατέγραψαν υγιή ανάπτυξη
(+8%) και η Ενέργεια και
τα Υλικά συνέχισαν να
παρουσιάζουν μεγάλη
επιβράδυνση (-25%)
αντανακλώντας τις τιμές
του πετρελαίου και των
εμπορευμάτων.
Τέλος, οι
μετοχές είχαν την πρώτη
τους διόρθωση σε
διάστημα έξι μηνών. Η
Deutsche Bank είχε
επισημάνει ότι οι
μετοχές ήταν ευάλωτες
από την άποψη της
ζήτησης-προσφοράς σε
αρνητικούς καταλύτες.
Κατά την άποψή της
υπήρχαν τρεις
θεμελιώδεις κινητήριες
δυνάμεις της διόρθωσης:
οι εκπλήξεις του
πληθωρισμού και η
αποτίμηση της πορείας
των επιτοκίων που είδαν
την αστάθεια των
επιτοκίων να αυξάνεται,
οι γεωπολιτικοί κίνδυνοι
και οι ανησυχίες για
επιβράδυνση της
κερδοφορίας του
τεχνολογικού κλάδου.
Τι θα συμβεί στη
συνέχεια:
Η Deutsche Bank εκτιμά
πως οι
αναβαθμίσεις στο μέτωπο
της οικονομικής
ανάπτυξης πιθανότατα θα
συνεχιστούν.
Ενώ η οι επίμονες
εκκλήσεις για ύφεση
έχουν μειωθεί, οι
εκτιμήσεις της
συναίνεσης παραμένουν
κάτω από την πραγματική
ανάπτυξη των τελευταίων
επτά τριμήνων. Σύμφωνα
με τη μακροοικονομική
συναίνεση, ο Δείκτης
Δαπανών Ατομικής
Κατανάλωσης, ο PCE, η
μεγαλύτερη συνιστώσα των
δαπανών, αναμένεται να
κινηθεί κάτω από
τη μακροπρόθεσμη τάση
του, οι κεφαλαιακές
δαπάνες αναμένεται να
επιβραδυνθούν, ενώ οι
τυπικές χρονικές
υστερήσεις στην
κερδοφορία δείχνουν μια
ανάκαμψη. Επίσης, ο
κλάδος των αγαθών
φαίνεται να βρίσκεται
στο κατώφλι της έναρξης
του ανεφοδιασμού των
αποθεμάτων έπειτα από
μία μακρά περίοδο
μείωσης των αποθεμάτων.
Παράλληλα, οι
εκτιμήσεις για την
κερδοφορία των
εταιρειών, αυξάνονται.
Έπειτα από τα ισχυρά
κέρδη του α’ τριμήνου
και τις αναβαθμισμένες
προβλέψεις για την
οικονομία, η Deutsche
Bank αύξησε την εκτίμησή
της για τα κέρδη ανά
μετοχή EPS για τον S&P
από 250 δολάρια σε 258
δολ. (+13% έναντι του
2023). Εάν η οικονομική
ανάπτυξη παραμείνει
ισχυρή, όπως έχει κάνει
τα επτά τελευταία
τρίμηνα, η D.B εκτιμά
πως τα EPS του
αμερικάνικου δείκτη θα
αυξηθούν στα 271
δολάρια.
Επίσης, μία
"έκρηξη"
παραγωγικότητας, η
οποία μπορεί να δηλωθεί
μόνο εκ των υστέρων,
παραμένει θετικός
καταλύτης για την
οικονομική ανάπτυξη. Η
απαραίτητη προϋπόθεση
ιστορικά για την άνθηση
της παραγωγικότητας,
είναι μια σφιχτή αγορά
εργασίας, η οποία και
υπάρχει εδώ και αρκετό
καιρό και η
παραγωγικότητα έχει ήδη
αυξηθεί κοντά στο 3% εδώ
και ένα χρόνο.
Έτσι, βλέπει πως ο
S&P 500 θα
τελειώσει το έτος στο
υψηλότερο εύρος της
αρχικής της πρόβλεψης
και στις 5.500
μονάδες χάρη
στη στήριξη από τον
κύκλο της κερδοφορίας
των εταιρειών καθώς και
της εμπιστοσύνης της
αγοράς για τη συνέχιση
της ανάκαμψης της
οικονομίας, τα οποία και
θα στηρίξουν τις μετοχές
γενικότερα. Σε ό,τι
αφορά τον πανευρωπαϊκό
δείκτη Stoxx
600, εκτιμά ότι
θα κλείσει το 2024 στις
540 μονάδες από
522 μονάδες σήμερα.

Ωστόσο, όπως
προειδοποιεί η Deutsche
Bank, πρέπει να δοθεί
προσοχή στις
διορθώσεις των αγορών
λόγω των γεωπολιτικών
κινδύνων. Εκτιμά
πως στο β’ εξάμηνο θα
σημειωθούν απότομα, αλλά
βραχύβια sell-off, με το
οικονομικό πλαίσιο να
κυριαρχεί τελικά.
Ένας επίσης σημαντικός
κίνδυνος για τις αγορές,
όπως επισημαίνει, είναι
οι προεδρικές εκλογές
των ΗΠΑ. Ένα
συχνά παρατηρούμενο
μοτίβο σε εκλογικές
χρονιές είναι οι μετοχές
να υποχωρούν καθώς
πλησιάζουν οι κάλπες και
στη συνέχεια να
"τρέχουν" δυναμικά όταν
υπήρχε πλέον πλήρης
ορατότητα ανεξάρτητα από
το ποιο κόμμα κέρδισε.
Εάν ωστόσο μετά τις
κάλπες δεν υπάρξει αυτή
η αναγκαία ορατότητα,
τότε ο κίνδυνος για τις
μετοχές είναι μεγάλoς,
όπως τονίζει η Deutsche
Bank.
Σε ό,τι αφορά τις
τοποθετήσεις, η Deutsche
Bank τηρεί ουδέτερη
στάση στην τεχνολογία, overweight
σε τράπεζες, κυκλικά
καταναλωτικά αγαθά και
υλικά και
ουδέτερη επίσης σε
βιομηχανία και ενέργεια.
Στους αμυντικούς κλάδους
τηρεί μία πιο επιλεκτική
στάση, "γυρίζει" σε
overweight στις
υπηρεσίες κοινής
ωφέλειας, είναι ουδέτερη
στο real estate αλλά
παραμένει underweight σε
όλους τους υπόλοιπους
κλάδους.
Τέλος, σε γεωγραφικό
επίπεδο, η γερμανική
τράπεζα είναι overweight
στην Ευρώπη, δεν
προτιμά καθόλου τις
ιαπωνικές μετοχές και
είναι ουδέτερη στις
αναδυόμενες αγορές,
καθώς το discount των
αποτιμήσεων αντανακλά
μειωμένες εκτιμήσεις για
την κερδοφορία, ειδικά
στην Κίνα. |