Στο επίκεντρο βρίσκονται
δυναμική κλάδοι όπως ο
τραπεζικός, η
πληροφορική, τα τρόφιμα,
η ενέργεια, τα logistics
και η φιλοξενία, ηχηρά
ονόματα του επιχειρείν
από την Ελλάδα και το
εξωτερικό αποφασίζουν
να… «διαβούν τον
Ρουβίκωνα» και να
τοποθετηθούν σε ελληνικά
assets, προσδοκώντας
υπεραξίες και υψηλές
αποδόσεις.
Μόλις χθες ανακοινώθηκε
ότι η Motor Oil παρείχε
ειδική άδεια στη
θυγατρική Manetial
Limited για την απόκτηση
της Ηλέκτρα από τον
όμιλο Ελλάκτωρ αλλά και
η απόκτηση του 75% της
εταιρείας Λάβδα από την
ΙΟΝ του Σπύρου
Θεοδωρόπουλου. Είχε
προηγηθεί η εξαγορά της
Entersoft από τον όμιλο
Olympia του Πάνου
Γερμανού και τη συμβολή
αλλοδαπού επενδυτή και
πιο πριν το deal της ΔΕΗ
για την απόκτηση της
«Κωτσόβολος».
Ανάλογη κινητικότητα
επιδεικνύουν οι ξένοι,
οι οποίοι στοχεύουν
εταιρείες με προοπτικές
και μοναδική τεχνογνωσία
στο αντικείμενο που
δραστηριοποιούνται.
Ενδεικτικές είναι οι
περιπτώσεις της
βορειοελλαδίτικης BETA
CAE Systems, η οποία
πουλήθηκε στην καναδική
Cadence την έναντι του
αστρονομικού ποσού των
1,24 δισ. ευρώ και της
Augmenta Agriculture
Technologies που
εντάχθηκε στην ομπρέλα
της CNH Industrial, τον
δεύτερο μεγαλύτερο
κατασκευαστής γεωργικού
εξοπλισμού στον κόσμο
συμφερόντων της
περίφημης οικογένειας
των Ανιέλι έναντι 100
εκατ. ευρώ.
Σε «χορό
δισεκατομμυρίων»
εξελίχθηκαν τα placement
σε Εθνική, Πειραιώς αλλά
και Άλφα αλλά και στην
Mytilineos (Metlen στο
εξής), τα οποία
συγκέντρωσαν πρωτοφανές
ενδιαφέρον από το
εξωτερικό.
Σύμφωνα με μελέτη της
PwC Ελλάδας, μόνο πέρυσι
οι ελληνικές
επιχειρήσεις προσέλκυσαν
κεφάλαια ύψους 8,4 δισ.
ευρώ, εκ των οποίων ,9
δισ. ευρώ προέκυψαν από
Εξαγορές και
Συγχωνεύσεις (Ε&Σ). Τα
υπόλοιπα αφορούσαν ΑΜΚ
και ιδιωτικοποιήσεις.
Το μεγάλο στοίχημα
Η ανάκαμψη που
παρατηρείται σταθερά την
τελευταία 5ετία αλλά και
λίγο νωρίτερα (από το
2017) χάρη στην πολιτική
σταθερότητα αλλά και σε
πολιτικές φιλικές στις
επενδύσεις αποδίδει
καρπούς.
«Η εικόνα της Ελλάδας
στο εξωτερικό έχει
βελτιωθεί αισθητά. Έχει
γίνει σοβαρή δουλειά τα
τελευταία χρόνια»,
σημειώνει ο Chief
Economist της
συμβουλευτικής/ελεγκτικής
Forvis Mazars, Γιώργος
Λαγαριάς που συμμετέχει
στη διαχείριση κεφαλαίων
ύψους 2 δισ. ευρώ.
«Το γεγονός πως πλέον
δεν είμαστε στο
επίκεντρο της διεθνούς
δημοσιότητας για τους
λάθους λόγους», λέει,
«είναι καλό».
Το μεγάλο ωστόσο
στοίχημα τώρα για την
χώρα είναι η προσέλκυση
των μεγάλων funds που
έχουν μακροπρόθεσμο
επενδυτικό ορίζοντα και
δεν βλέπουν την εδώ
παρουσία τους
ευκαιριακά.
Και δεν αποσκοπούν σε
γρήγορο κέρδος μετά από
μια σύντομη περίοδο.
Κάτι που είναι αρκετά
δύσκολο, με δεδομένο και
το μικρό μέγεθος της
ελληνικής αγοράς.
Οι υψηλότεροι ρυθμοί
ανάπτυξης από τον μέσο
όρο της Ευρωζώνης, με
την βοήθεια και του
Ταμείου Ανάκαμψης αλλά
και η ανάκτηση της
επενδυτικής βαθμίδας
σαφέστατα και
δημιουργούν δυνατότητες.
Ειδικά, η λήξη
συναγερμού όσον αφορά
στο αξιόχρεο των
ελληνικών ομολόγων ήταν
το «απαραίτητο
σκαλοπάτι» για να μπει
στον χάρτη των
μακροπρόθεσμων επενδυτών
μεγάλου βεληνεκούς.
Η ταχύτητα απονομής
δικαιοσύνης
Παρά τα βήματα που έχουν
γίνει στο μέτωπο των
μεταρρυθμίσεων και την
καταπολέμηση της
γραφειοκρατίας υπάρχουν
ακόμη πολλά που πρέπει
να γίνουν, προκειμένου
να θεωρηθεί η Ελλάδα ως
φιλικός επιχειρηματικός
προορισμός.
Επενδυτικοί οίκοι και
οίκοι αξιολόγησης
επισημαίνουν σταθερά
στις παρατηρήσεις τους
τις καθυστερήσεις στην
απονομή δικαιοσύνης –
που σε περιπτώσεις
επενδύσεων, έργων
υποδομών κτλ. σημαίνει
πάγωμα των διαδικασιών
επί χρόνια.
Πηγή: Οικονομικός
Ταχυδρόμος |