Το 2022 πουλήθηκαν 2.232
πλήρως ηλ. οχήματα, όταν
το 2017 είχαν πουληθεί
μόλις 38
Παρά το γεγονός ότι στη
χώρα μας το μερίδιο
αγοράς ηλεκτρικών
αυτοκινήτων, βρισκόταν
στις κατώτερες θέσεις
της γηραιάς ηπείρου,
κοντά στο 7,9%, σύμφωνα
με τα στοιχεία της
Ένωσης Ευρωπαϊκών
Κατασκευαστών
Αυτοκινήτων, ο κ.
Χαράλαμπος Ι.
Χανιαδάκης, υπεύθυνος
πωλήσεων, της Χανιαδάκης
Α.Ε., υπογραμμίζει
μιλώντας στο
moneyreview, πως «η
ζήτηση για ηλεκτρικά
αυτοκίνητα από τους
Έλληνες οδηγούς,
παρουσιάζει μια συνεχώς
αυξανόμενη τάση».
Στους λόγους για το
παραπάνω συγκαταλέγεται
το πρόγραμμα «Κινούμαι
ηλεκτρικά», το οποίο ο
κ. Χανιαδάκης θεωρεί πως
είναι πετυχημένο, καθώς
όπως λέει «πολλοί
υποψήφιοι αγοραστές
ηλεκτρικού αυτοκινήτου
έρχονται στην έκθεση μας
έχοντας γνώση του
προγράμματος».
Παράλληλα, «το ολοένα
και πληρέστερο δίκτυο
φορτιστών στον οδικό
άξονα» και «η αξιοπιστία
που δείχνουν τα
ηλεκτρικά αυτοκίνητα,
στη συνείδηση των
οδηγών, σε θέματα
βλαβών», συμβάλλουν
επίσης θετικά, όπως
τονίζει ο κ. Χανιαδάκης.
«Συγκεκριμένα, αν
θέλουμε να μιλήσουμε με
αριθμούς, το 2017 έγιναν
38 ταξινομήσεις με μια
γκάμα 6 μοντέλων που
πρόσφεραν 4 μάρκες, ενώ
το 2022, ταξινομήθηκαν
2.232 πλήρως ηλεκτρικά
οχήματα, με 64 μοντέλα
και 28 μάρκες, γεγονός
που υποδηλώνει την
δεκτικότητα του
αγοραστικού κοινού ως
προς την ηλεκτροκίνηση»,
προσθέτει.
Καταρρίπτεται ο μύθος
περί υψηλού κόστους
Αναφορικά με τον
παράγοντα της τιμής του
ηλεκτρικού αυτοκινήτου,
ο οποίος θεωρείται από
πολλούς ως ανασταλτικός,
ο κ. Χανιαδάκης,
φαίνεται να μη
συμμερίζεται αυτή την
άποψη.
Ο ίδιος παρουσιάζει ένα
παράδειγμα συγκρίνοντας
το κόστος κτήσης και
χρήσης σε βάθος
πενταετίας, όση είναι
και η εγγύηση τους, ενός
βενζινοκίνητου Citroën
C4 c-cross και ενός
ηλεκτρικού Citroën e-c4
c-cross.
«Η αξία αγοράς του
πρώτου είναι 30.000 ευρώ
ενώ του δεύτερου 40.000
ευρώ. Αν αφαιρέσουμε την
κρατική επιδότηση που
φτάνει τις 8.000 ευρώ,
το ηλεκτρικό κοστίζει
32.000 ευρώ. Για έναν
άνθρωπο που κάνει 50 χλμ
την ημέρα με το
αυτοκίνητό του, με τιμή
βενζίνης 1,9€ ανά λίτρο
και κατανάλωση του
οχήματος 6,5 λίτρα ανα
100 χλμ, ετησίως τα
έξοδα μετακίνησης
φτάνουν τα 2.223 ευρώ,
ενώ αν υπολογίσουμε και
την ετήσια συντήρηση
γύρω στα 200 ευρώ μέσο
όρο, το βενζινοκίνητο
στοιχίζει στον αγοραστή
(μαζί με την αγορά του),
σε βάθος πενταετίας,
42.115.
Υπό αντίστοιχες συνθήκες
(μπαταρία 50kwh, πλήρη
φόρτιση σε 7 ώρες για
φορτιστή με 7,4kw ισχύ,
κατανάλωση οχήματος
20kwh ανά 100 χλμ και
κόστος κιλοβατώρας
0,28244 €), το ετήσιο
κόστος ρεύματος για το
ηλεκτρικό όχημα φτάνει
στα 1.016 ευρώ ενώ το
ετήσιο service γύρω στα
100 ευρώ μέσο όρο, για
πέντε χρόνια, συνεπώς το
όχημα στοιχίζει 37.580.
Βλέπουμε λοιπόν μια
διαφορά γύρω στις 4.500
ευρώ σε βάθος πενταετίας
με υπολογισμούς
αυστηρούς για το
ηλεκτρικό και φιλικούς
για το θερμικό όχημα»,
καταλήγει.
Τα σημεία φόρτισης
Αναφορικά με τους
φορτιστές, οι οποίοι
αποτελούν έναν ακόμη
προβληματισμό για όσους
σκέφτονται να στραφούν
στα ηλεκτρικά
αυτοκίνητα, ο κ.
Κωνσταντίνος
Τσακογιάννης, γενικός
διευθυντής της Armet
Mobility, η οποία πουλά
φορτιστές τόσο για
οικιακή χρήση, όσο και
για δημόσια, δηλώνει στο
MR, πως «με βάση τα
στοιχεία της εταιρείας,
πριν 3 χρόνια που
ξεκινήσαμε, κλείσαμε τη
χρονιά με τις πωλήσεις
να ανέρχονται σε περίπου
150 AC φορτιστές ενώ
φέτος μόνο οι DC (σ.σ.
τύπος φορτιστή που
παρέχει τον μετατροπέα)
έχουν ήδη ξεπεράσει αυτό
το νούμερο. Η πρόβλεψή
μας για τα επόμενα δύο
χρόνια είναι ότι η
ζήτηση θα αυξηθεί
ραγδαία, βάση των
νομοθεσιών που έχει
θεσπίσει η Ευρωπαϊκή
Ένωση αλλά και των
κινήτρων που δίνει η
Ελληνική Κυβέρνηση».
Άλλωστε, σύμφωνα με
έκθεση της
MarketsandMarkets, η
παγκόσμια αγορά
φορτιστών ηλεκτρικών
οχημάτων αποτιμήθηκε σε
1,3 δισ. δολάρια το 2020
και προβλέπεται να
φτάσει τα 2,6 δισ.
δολάρια έως το 2025,
γεγονός που αναμφίβολα
αποτιμά την αύξηση στον
όγκο πωλήσεων κατά τη
διάρκεια αυτής της
περιόδου.
Σε κάθε περίπτωση, ο κ.
Τσακογιάννης, εκτιμά ότι
τον τελευταίο ειδικά
χρόνο, το δίκτυο
ταχυφορτιστών
ηλεκτροκίνησης, στις
μεγάλες οδικές αρτηρίες,
έχει φτάσει σε ένα
ικανοποιητικό βαθμό.
‘Οπως αναφέρει, για να
φτάσει στο παραπάνω
συμπέρασμα, η Armet
Mobility πραγματοποίησε
ένα case study στο οποίο
ξεκίνησε ένα ταξίδι από
την μία άκρη της
Ελλάδας, στην άλλη, με
ένα ηλεκτρικό αυτοκίνητο
μεσαίας προς μικρής
αυτονομίας (250χλμ), το
οποίο φόρτιζε μόνο σε
συγκεκριμένους
ταχυφορτιστές που έχει η
ίδια, τοποθετήσει.
«Ξεκινήσαμε από το
Ηράκλειο Κρήτης πήγαμε
στα Χανιά όπου και
πήραμε το πλοίο για
Γύθειο και στη συνέχεια
διασχίσαμε όλη την
ηπειρωτική Ελλάδα μέχρι
την Αλεξανδρούπολη. Το
ταξίδι ήταν 1.400
χιλιόμετρα και
χρειαστήκαμε μόλις 4
ώρες στάσης για φόρτιση,
κάτι που ούτως ή άλλως
θα χρειαζόταν για λόγους
ξεκούρασης, δεδομένης
της απόστασης», λέει ο
κ. Τσακογιάννης.
Μέσα από το παραπάνω
παράδειγμα μπορεί κανείς
εύκολα να καταλάβει ότι,
με σωστό προγραμματισμό,
ακόμα και με μεσαίας
αυτονομίας ηλεκτρικά
αυτοκίνητα, το ταξίδι
είναι πλέον κάτι που δεν
θα έπρεπε να απασχολεί
τους ενδιαφερόμενους
αγοραστές.
«Βρίσκεται ήδη σε
εξέλιξη ένα πολύ μεγάλο
έργο της εταιρείας μας,
σε συνεργασία με την ΔΕΗ
BLUE, το οποίο
περιλαμβάνει 130 σημεία
DC υπερταχυφορτιστών σε
όλη την ελληνική
επικράτεια. Μόλις
ολοκληρωθεί και το
συγκεκριμένο project η
δικαιολογία περί
φόρτισης, φοβάμαι θα
μοιάζει τελείως άτοπη,»
καταλήγει ο κ.
Τσακογιάννης.
Πηγή: Money Review |