Στον τομέα των αμοιβών η
κυβέρνηση «πανηγυρίζει»
για την τέταρτη – κατά
σειρά – αύξηση των
κατώτατων αμοιβών, αλλά
δεν αναφέρεται στην
αναπροσαρμογή των
υπολοίπων μισθών στους
οποίους – έως τώρα – δεν
«περνούν οι αυξήσεις»,
που δίδονται στα
κατώτατα όρια. Οι
λεγόμενοι «μέσοι
μισθοί», ελάχιστα
επηρεάσθηκαν από τις
αυξήσεις που δόθηκαν στα
κατώτατα όρια των
αμοιβών, ενώ
χαρακτηριστικό είναι το
στοιχείο, σύμφωνα με το
οποίο, το 80% των
εργαζομένων δεν έχουν
«δει» καμία αλλαγή στις
αμοιβές του, παρά τις
αλλεπάλληλες αυξήσεις
του κατώτατου μισθού.
Η απασχόληση και η
ανεργία
Ως θετική χρονιά για τη
απασχόληση καταγράφεται
το 2023, στην διάρκεια
του οποίου
δημιουργήθηκαν 116.649
νέες θέσεις εργασίας,
κυρίως στην εστίαση,
στην εκπαίδευση, την
άμυνα και στην δημόσια
διοίκηση.
Ωστόσο το 2024
επιφύλασσε εκπλήξεις.
Τον Ιανουάριο χάθηκαν
31.997 θέσεις εργασίας
καθιστώντας τον
συγκεκριμένο μήνα το
χειρότερο και από τους
αντίστοιχους της
δεκαετούς οικονομικής
κρίσης στη χώρα μας.
Ακολούθως ο Φεβρουάριος
κατέγραψε άνοδο της
ανεργίας στο 11%, έναντι
του αναθεωρημένου προς
τα κάτω 11,2% τον
Φεβρουάριο 2023 και του
αναθεωρημένου προς τα
άνω 10,6% τον Ιανουάριο
2024.
Όλα τα στοιχεία δείχνουν
ότι η ανεργία – πλέον –
αποκλιμακώνεται με
αργούς ρυθμούς, ενώ
εξακολουθούν να ισχύουν
τα αρνητικά ποιοτικά
στοιχεία στην αγορά
εργασίας.
Έμφυλη ανισότητα
Η έμφυλη ανισότητα στην
εργασία παραμένει
αμετάβλητη, ενώ το
ποσοστό ανεργίας των
νέων είναι διπλάσιο σε
σχέση με τον μέσο όρο
της Ευρωπαϊκής Ένωσης
των 27 χωρών.
Σύμφωνα με έκθεση του
Ινστιτούτου Εργασίας της
ΓΣΕΕ η Ελλάδα έχει το
δεύτερο υψηλότερο
ποσοστό ανεργίας στην
Ευρώπη. Αντίστοιχα,
καταγράφει το χαμηλότερο
ποσοστό απασχόλησης
στους νέους κάτω των 25
ετών και το δεύτερο
χαμηλότερο ποσοστό
απασχόλησης τόσο στις
ηλικίες 20 – 64 ετών όσο
και στις γυναίκες
ανάμεσα στα κράτη – μέλη
της ΕΕ.
Στα αρνητικά της αγοράς
εργασίας καταγράφεται
και η εκρηκτική άνοδος
των ευέλικτων μορφών
απασχόλησης, οι
συμβάσεις των οποίων
καλύπτουν – περίπου – το
50% των νέων προσλήψεων.
Συγκεκριμένα το 2023 –
σύμφωνα με τα στοιχεία
του πληροφοριακού
συστήματος ΕΡΓΑΝΗ –
καταγράφηκαν 3.214.205
νέες προσλήψεις από τις
οποίες οι 1.651.220 ήταν
πλήρους απασχόλησης και
οι 1.562.985 αφορούσαν
ευέλικτες μορφές
απασχόλησης.
Οι αμοιβές
Στο τομέα των αμοιβών
παρατηρείται σημαντική
βελτίωση των κατωτάτων
ορίων, η οποία όμως
είναι αναντίστοιχη με
την εξέλιξη των μέσων
μισθών. Χωρίς κλαδικές
συμβάσεις εργασίας – οι
οποίες κατέρρευσαν μετά
τις αλλαγές στο νομικό
πλαίσιο την περίοδο της
οικονομικής κρίσης – οι
υπόλοιπες αμοιβές
δύσκολα
αναπροσαρμόζονται.
Αρκεί να σημειωθεί ότι
από τις ελάχιστες
κλαδικές συμβάσεις που
υπεγράφησαν το 2022 –
συνολικά 24 – μόλις οι
εννέα προέβλεπαν
αυξήσεις μισθών. Οι
υπόλοιπες διατηρούν
αμετάβλητες τις αμοιβές
όπως είχαν διαμορφωθεί
από τις προηγούμενες
συμβάσεις.
Αυτό σημαίνει ότι
καθίσταται εξαιρετικά
δύσκολο το κυβερνητικό
εγχείρημα για διαμόρφωση
του μέσου μισθού στα
1.500 ευρώ στο τέλος της
τετραετίας.
Η έλλειψη κλαδικών
συμβάσεων εργασίας έχει
ως αποτέλεσμα να
πιέζονται – συνεχώς –
όλες οι αμοιβές προς το
σημείο του κατώτατου
μισθού, που είναι ο
μόνος που αυξάνεται με
απόφαση της κυβέρνησης.
Έτσι φθάσαμε το 2023
στην εξής μισθολογική
εικόνα, όπως
καταγράφεται στην ΕΡΓΑΝΗ
από τις μηνιαίες
δηλώσεις των εργοδοτών:
Περισσότεροι από τους
μισούς εργαζόμενους να
αμείβονταν με μισθούς
χαμηλότερους από 1.000
ευρώ, ενώ η πιο
πολυάριθμη ομάδα
εργαζομένων (ποσοστό
16,25%) αμείβεται με
αποδοχές μεταξύ των
1.000 και 1.200 ευρώ.
Κάτω από 1.000 ευρώ
Πάνω από έναν στους δύο
εργαζόμενους – συνολικά
1.233.031 άτομα, ποσοστό
53,68% – %) ελάμβαναν
αμοιβή χαμηλότερη από
1.000 ευρώ μεικτά.
Στην κατάταξη αναλόγως
με τις αμοιβές που
λαμβάνουν πολυπληθέστερη
είναι η ομάδα όσων
αμείβονται με 1.000 και
1.200 ευρώ. Πρόκειται
για 373.163 εργαζόμενους
που αποτελούν το 16,25%
του συνόλου των
εργαζομένων στον
ιδιωτικό τομέα της χώρας
που φθάνει τα 2.296.845
άτομα.
Ένας μεγάλος αριθμός της
τάξεως των 284.134
εργαζομένων λαμβάνει
κάτω από 500 ευρώ
μηνιαίως. Προφανώς
πρόκειται για
εργαζόμενους με
ευέλικτες μορφές
απασχόλησης, ο συνολικό
αριθμός των οποίων είναι
μικρότερος κατά 52.266
άτομα σε σχέση με το
2022.
Αυξημένος κατά 27.321
άτομα είναι ο αριθμός
των εργαζομένων που
λαμβάνουν αμοιβές μεταξύ
1.200 έως 1.500 ευρώ.
Πρόκειται για 257.574
άτομα που
αντιπροσωπεύουν το
11,21% του συνόλου των
εργαζομένων.
Μόλις το 9,77%, δηλαδή
224.454 εργαζόμενοι
λαμβάνουν μεικτές
αμοιβές πάνω από 2.000
ευρώ.
Πηγή:
Οικονομικός Ταχυδρόμος |