Ετσι, λοιπόν, το 80,1%,
που αποτελεί το έβδομο
υψηλότερο ποσοστό στην
Ευρωπαϊκή Ενωση,
συμμετέχει σε μέσα
κοινωνικής δικτύωσης
–κάτι άλλωστε πασιφανές
στην καθημερινότητά μας
που βλέπουμε τα social
media ουσιαστικά να
διαδραματίζουν
καθοριστικό ρόλο στη
διαμόρφωση της δημόσιας
συζήτησης– έναντι
κοινοτικού μέσου όρου
64,9%, ενώ από την άλλη
κάτω από το 50% και στις
μεγαλύτερες ηλικίες κάτω
από το 40% χρησιμοποιούν
οι Ελληνες το Internet
για να λάβουν
πληροφορίες σχετικά με
κρατικές υπηρεσίες ή
ακόμη και να
διεκπεραιώσουν πλέον
εργασίες μέσω των
ψηφιακών εργαλείων που
παρέχει πια η ελληνική
δημόσια διοίκηση.
Την ίδια ώρα, παρά την
ώθηση που έδωσαν οι
ειδικές συνθήκες που
επικράτησαν λόγω
COVID-19, το ψηφιακό
χάσμα ανάμεσα στις
μικρές και τις μεγάλες
επιχειρήσεις παραμένει
σημαντικό. Στην Ελλάδα,
μόνο μία στις πέντε
επιχειρήσεις
πραγματοποιεί
ηλεκτρονικές πωλήσεις,
με το ποσοστό στις
μικρές επιχειρήσεις να
είναι 19,8% και στις
μεγάλες 32,6%. Επιπλέον,
μόλις το 23,6% των
επιχειρήσεων στην Ελλάδα
χρησιμοποιεί υπηρεσίες
«cloud», έναντι ποσοστού
45,2% στην Ευρωπαϊκή
Ενωση, ενώ τεχνολογίες
τεχνητής νοημοσύνης (ΑΙ)
χρησιμοποιεί το 4%
έναντι 8% που είναι το
αντίστοιχο ποσοστό σε
επίπεδο Ε.Ε.
Συνολικά το επίπεδο
ψηφιακής έντασης στις
ελληνικές επιχειρήσεις
είναι χαμηλό. Σύμφωνα με
τα στοιχεία της
Eurostat, το επίπεδο
ψηφιακής έντασης
θεωρείται πολύ χαμηλό
για το 56,2% των
ελληνικών επιχειρήσεων
με την Ελλάδα να έχει
καλύτερες επιδόσεις μόνο
από τη Βουλγαρία και τη
Ρουμανία, χαμηλό για το
27,9% των επιχειρήσεων,
υψηλό για το 13,1% και
πολύ υψηλό για το 2,8%.
Η εικόνα είναι σαφώς
καλύτερη στις μεγάλες
επιχειρήσεις, καθώς στο
28,9% αυτών το επίπεδο
ψηφιακής έντασης
θεωρείται υψηλό και σε
ένα 13,1% πολύ υψηλό.
Υπενθυμίζεται ότι η
Ευρωπαϊκή Επιτροπή
μετράει σε τακτική βάση
τον δείκτη ψηφιακής
έντασης των
επιχειρήσεων,
εξετάζοντας εάν και πώς
εφαρμόζονται 12
πρακτικές που
σχετίζονται με την
ψηφιακή τεχνολογία.
∆είγμα του χαμηλού
βαθμού ψηφιακής έντασης
αποτελεί και το γεγονός
ότι αν και το 75% των
επιχειρήσεων στην Ελλάδα
χρησιμοποιεί τουλάχιστον
ένα μέτρο
κυβερνοασφάλειας, το
ποσοστό αυτό είναι
σχετικά χαμηλό σε
σύγκριση με άλλες χώρες,
όπου σχεδόν το 100% των
επιχειρήσεων εφαρμόζει
ένα τουλάχιστον μέτρο
κυβερνοασφάλειας.
Στα «κατάλοιπα» της
πανδημίας συγκαταλέγεται
και η πραγματοποίηση
συσκέψεων από απόσταση
μέσω ηλεκτρονικής
πλατφόρμας (Zoom, Skype,
κ.λπ.), την οποία
εξακολουθούν να
εφαρμόζουν πολλές ακόμη
επιχειρήσεις. Μία στις
τρεις επιχειρήσεις στην
Ελλάδα εξακολουθεί να
πραγματοποιεί
τηλεσυσκέψεις, με το
ποσοστό για τις μεγάλες
να ανεβαίνει στο 89,4%.
Ηλεκτρονικές πωλήσεις
Αν και το ποσοστό των
ελληνικών επιχειρήσεων
που πραγματοποιούν
ηλεκτρονικές πωλήσεις
παραμένει χαμηλό σε
σύγκριση με άλλες χώρες,
παρά την αλματώδη αύξηση
του ηλεκτρονικού
εμπορίου στη χώρα τα
τέσσερα τελευταία
χρόνια, οι καταναλωτές
στην Ελλάδα
χρησιμοποιούν ευρέως το
∆ιαδίκτυο για την
πραγματοποίηση αγορών.
Στην Ελλάδα το 79% των
χρηστών Internet ηλικίας
16-24 ετών
πραγματοποίησε μία
τουλάχιστον ηλεκτρονική
αγορά τους τελευταίους
τρεις μήνες, με το
ποσοστό στην ηλικιακή
ομάδα 28-64 ετών να
είναι 68,4% και 35,3%
στις ηλικίες 6574 ετών.
Στην Ε.Ε. τα αντίστοιχα
ποσοστά είναι 81,6%, 78%
και 52,4%. Τι αγοράζουν
από το ∆ιαδίκτυο οι
καταναλωτές στην Ελλάδα;
Ρούχα το 73,6%,
καλλυντικά και προϊόντα
ευεξίας το 25,3%,
ταινίες και σειρές
(κατέβασμα από
πλατφόρμες ή
μετάδοση-streaming) το
26,3%, εισιτήρια για
θεάματα το 32,3%,
υπηρεσίες μεταφοράς το
36,7%, ενοικίαση
καταλύματος το 35,4%. Το
δεύτερο μεγαλύτερο
ποσοστό, πάντως,
συγκεντρώνουν οι
παραγγελίες φαγητού
(44,1%).
Πηγή: Money Review |