Η συμφωνία μεταξύ των
δύο πλευρών, που
συντάχθηκε το 2022, όταν
η αμερικανική τράπεζα
απέκτησε το 48,5% από
τους υπόλοιπους μετόχους
της Viva, προβλέπει πως
η αμερικανική τράπεζα
έχει το δικαίωμα να
αγοράσει το ποσοστό της
WRL και προβλέπει την
εξάσκησή του σε τέσσερις
χρονικές περιόδους. Την
ίδια ώρα, σύμφωνα
πάντοτε με πηγές που
παρακολουθούν την
υπόθεση όπως αυτή
εξελίσσεται στο
δικαστήριο του Λονδίνου,
η WRL έχει το δικαίωμα
να αρνηθεί την πρόταση
εάν η αποτίμηση είναι
κάτω από τα επίπεδα των
5 δισ. ευρώ κατά τις
τρεις πρώτες περιόδους
δυνατότητας εξάσκησης
του σχετικού δικαιώματος
της αμερικανικής
τράπεζας. Είναι όμως
υποχρεωμένη να το δεχτεί
ακόμα κι αν είναι κάτω
από τα 5 δισ. κατά την
τέταρτη περίοδο, η οποία
είναι σύμφωνα με
πληροφορίες στα μέσα του
2025, περίπου σε ένα
χρόνο από σήμερα.
Υπενθυμίζεται πως το
2022 η Viva, για τους
λόγους της συναλλαγής με
την οποία εισήλθε στο
μετοχικό κεφάλαιο η JP
Morgan, αποτιμήθηκε στο
επίπεδο του 1,6 δισ.
Εκτοτε η άνοδος των
επιτοκίων των κεντρικών
τραπεζών αλλά και το
διεθνές επενδυτικό κλίμα
για ομοειδείς
επιχειρήσεις του
χρηματοοικονομικού
τομέα, δηλαδή τις
λεγόμενες fintech, δεν
έχει ενισχύσει την
αποτίμηση της Viva αλλά
το αντίθετο, ισχυρίζεται
η αμερικανική τράπεζα.
Να σημειωθεί ότι η JP
Morgan φέρεται να
αποτιμά αυτή την περίοδο
τη Viva στα επίπεδα του
1 δισ.
Νομικοί παρατηρητές
εκτιμούν ότι η WRL
επιχειρεί τώρα είτε να
αποσπάσει δικαστική
ερμηνεία της συμφωνίας
που θα αύξανε την
αποτίμηση της τράπεζας,
είτε να ξαναγραφτεί η
συμφωνία αυτή μέσω
κάποιου συμβιβασμού και
παράλληλα να κερδίσει
χρόνο βελτιώνοντας την
αποτίμησή της,
ανεξαρτήτως τρόπου
υπολογισμού.
Οποια και αν είναι η
απόφαση του δικαστηρίου
όμως, αναμένεται πως η
πλευρά που θα «χάσει» θα
κάνει έφεση, και έτσι το
σίριαλ της αντιπαράθεσης
των δύο μετόχων θα
συνεχιστεί.
Σε κάθε περίπτωση,
ωστόσο, η WRL κερδίζει
όντως χρόνο και προσδοκά
εν τω μεταξύ βελτίωση
του διεθνούς κλίματος
για τον κλάδο των
fintech, που θα
επιτρέψει μια πολύ
υψηλότερη αποτίμηση από
αυτήν που προσφέρει η JP
Morgan για το μερίδιό
της. «Αν μειωθούν και τα
επιτόκια των κεντρικών
τραπεζών και
συνυπολογίσει κανείς
πόσο κοστίζει μια
συμφωνία μη ανταγωνισμού
(non compete agreement),
ο επιχειρηματίας
ενδέχεται και να πετύχει
τον σκοπό του»,
σχολιάζουν άνθρωποι που
δεν έχουν ευθυγραμμιστεί
ούτε με τη μία ούτε με
την άλλη πλευρά. Τον
αγώνα για βελτίωση της
αποτίμησης θα βοηθήσει
και η εμφάνιση, όταν
αυτή γίνει, ενός θετικού
EBITDA, προσθέτουν,
συμπληρώνοντας πως κάτι
τέτοιο γίνεται
ευκολότερο με μειώσεις
προσωπικού. Η αποτίμηση
μπορεί να βελτιωθεί και
με την αύξηση του κύκλου
εργασιών που αναμένεται
να φέρει η υποχρεωτική
διασύνδεση των ταμειακών
μηχανών με τα POS στην
Ελλάδα.
Πηγή: Money Review |