Η φαινομενική αντίφαση
δεν είναι καινούργια. Η
οικογένεια της κ.
Harris, ακτιβιστές των
πολιτικών δικαιωμάτων
από το εξαιρετικά
προοδευτικό Μπέρκλεϊ,
όπως λέει η ίδια, βρήκε
την επιλογή της
σταδιοδρομίας της
«περίεργη». Βέβαια,
επιμένει ότι οι
διαδηλώσεις υπέρ της
δικαιοσύνης, όπως αυτές
στις οποίες συμμετείχαν
οι γονείς της, αλλά και
η εκδίκαση των
εγκλημάτων, μοιράζονται
τον ίδιο, ευγενή σκοπό:
να δώσουν φωνή σε αυτούς
που δεν έχουν. Στην
περίπτωσή της, ήθελε να
αλλάξει το σύστημα εκ
των έσω. Στην πρώτη της
δουλειά μετά τη νομική
σχολή, ως εισαγγελέας
στην κομητεία Αλαμέδα, η
οποία συνορεύει με το
Σαν Φρανσίσκο και
περιλαμβάνει πόλεις όπως
το Μπέρκλεϊ και το
Όκλαντ, ειδικεύτηκε στην
εκδίκαση σεξουαλικών
εγκλημάτων κατά παιδιών.
Η κ. Harris προβάλλει
την εισαγγελική της
σκληρότητα όταν μιλάει
για το ιστορικό της ως
κορυφαία αστυνομικός.
Στο «Smart on Crime»,
ένα βιβλίο που
δημοσίευσε το 2009,
έγραψε ότι οι καταδίκες
αυξήθηκαν κατά τη
διάρκεια της θητείας της
ως εισαγγελέας: τα
ποσοστά καταδίκης για
κακουργήματα αυξήθηκαν
από 52% σε 71% -οι
καταδίκες για εγκλήματα
με όπλα
υπερδιπλασιάστηκαν σε
92%. Αφού έμαθε ότι πάνω
από το 90% των θυμάτων
δολοφονιών και των
δολοφόνων του Σαν
Φρανσίσκο ήταν μαθητές
που εγκατέλειψαν το
λύκειο, πάλεψε να
καταπολεμήσει το
φαινόμενο, μια
προσπάθεια που, σύμφωνα
με την εκστρατεία της,
βελτίωσε τα ποσοστά
σχολικής φοίτησης κατά
ένα τρίτο. Απείλησε να
ασκήσει ποινική δίωξη
στους γονείς των παιδιών
που απουσίαζαν χρόνια.
Παρ’ όλο που δεν έστειλε
κανέναν στη φυλακή όταν
ήταν εισαγγελέας,
ορισμένοι γονείς αυτής
της κατηγορίας
φυλακίστηκαν στο πλαίσιο
ενός προγράμματος το
οποίο υποστήριξε η κ.
Harris ως γενική
εισαγγελέας και
εφαρμόστηκε σε ολόκληρη
την πολιτεία.
Σημαντική είναι επίσης η
άποψη της κ. Harris για
τη θανατική ποινή. Στις
αρχές της καριέρας της
τάχθηκε κατά, αλλά ως
γενική εισαγγελέας της
Καλιφόρνια την
υπερασπίστηκε. Ως
υποψήφια για την
προεδρία, δεν έχει
διευκρινίσει αν
υποστηρίζει τον
τερματισμό της θανατικής
ποινής, αλλά είναι
λιγότερο διφορούμενη
όσον αφορά την
υπεράσπιση της
αστυνομίας. Στο βιβλίο
της η κ. Harris γράφει:
«Αν κάποιος μας ζητούσε
όσοι θα ήθελαν να δουν
περισσότερους
αστυνομικούς στους
δρόμους να σηκώσουν τα
χέρια τους, σίγουρα θα
σήκωνα το δικό μου».
Παράλληλα, μιλάει και τη
γλώσσα των προοδευτικών
εισαγγελέων, ένας όρος
που περιλαμβάνει όλους
τους εισαγγελείς που
επιδιώκουν τη
μεταρρύθμιση του
συστήματος ποινικής
δικαιοσύνης, οι οποίοι,
όμως, όπως λέει η
Carissa Byrne Hessick,
καθηγήτρια νομικής που
διευθύνει το πρόγραμμα
Prosecutors and Politics
Project στο Πανεπιστήμιο
της Βόρειας Καρολίνας,
δεν μοιράζονται ένα
ενιαίο σύνολο πολιτικών.
Αντίθετα, αυτό που τους
ενώνει είναι το «ήθος
σχετικά με το να μην
είναι κανείς τιμωρητικός
για να είναι
τιμωρητικός». Η κ.
Harris έγραψε ότι
σκληροί νόμοι και
μακροχρόνιες ποινές
χρησιμοποιούνται πολύ
συχνά για την
αντιμετώπιση «ολόκληρης
της πυραμίδας του
εγκλήματος».
Στο Σαν Φρανσίσκο
δημιούργησε το «Back on
Track», ένα πρόγραμμα
που αντικατέστησε τις
ποινές φυλάκισης με
εκπαίδευση και
επαγγελματική κατάρτιση
για μια συγκεκριμένη
ομάδα κακοποιών-μη
βίαιων παραβατών
ναρκωτικών για πρώτη
φορά. Τον πρώτο χρόνο
της θητείας της ως
εισαγγελέας, αφού
κατέβηκε ως πολέμιος της
θανατικής ποινής,
αρνήθηκε να απαγγείλει
κατηγορίες για αδίκημα
για το οποίο προβλεπόταν
η θανατική ποινή σε
μέλος συμμορίας που είχε
σκοτώσει αστυνομικό.
Ισχυροί Δημοκρατικοί,
μεταξύ των οποίων η
Dianne Feinstein, τότε
γερουσιαστής της
Καλιφόρνια, επέκριναν
την απόφασή της.
Ο Donald Trump
κατηγόρησε την κ. Harris
για την έξαρση των
εγκλημάτων κατά
ιδιοκτησίας στο Σαν
Φρανσίσκο τη δεκαετία
του 2010. «Σήμερα δεν
μπορείς να μπεις στο Σαν
Φρανσίσκο, το
κατέστρεψε», δήλωσε ο
Ρεπουμπλικανός αντίπαλός
της σε μια συγκέντρωση
τον Αύγουστο. Τα
περιστατικά, όπως οι
κλοπές αυτοκινήτων,
πράγματι αυξήθηκαν από
το 2012, μετά τη θητεία
της ως εισαγγελέας.
Μελέτες έχουν αποδώσει
την αύξηση εν μέρει στην
Πρόταση 47, ένα μέτρο
που υποβίβασε διάφορα
«μη σοβαρά, μη βίαια»
εγκλήματα από
κακουργήματα σε
πλημμελήματα. Οι
Καλιφορνέζοι ψήφισαν για
την έγκρισή της το 2014,
όταν η κ. Harris ήταν
γενική εισαγγελέας, αλλά
η ίδια δεν υποστήριξε
(ούτε αντιτάχθηκε) το
μέτρο. Η πρωτοβουλία
ήταν μία από τις πολλές
μεταρρυθμίσεις της
ποινικής δικαιοσύνης που
ψήφισε η Καλιφόρνια,
αφού ομοσπονδιακό
δικαστήριο διέταξε την
πολιτεία να μειώσει τον
αριθμό των ατόμων στις
φυλακές της, οι οποίες
είχαν κορεστεί (φέτος οι
Καλιφορνέζοι θα ψηφίσουν
για ένα μέτρο που θα
καταργήσει εν μέρει την
Πρόταση 47 και θα
επαναφέρει αυστηρότερες
ποινές).
Το 2019, όταν η κ.
Harris διεκδίκησε την
εκλογή της στις
προκαταρκτικές των
Δημοκρατικών,
αναγκάστηκε πολλές φορές
να υπερασπιστεί την
καριέρα της. Οι
φιλελεύθεροι επέκριναν
και αμφισβήτησαν τη θέση
της για τη θανατική
ποινή, την αντίστασή της
να εξετάσει πιθανώς
άδικες καταδίκες και την
καθυστερημένη υποστήριξή
της στη νομιμοποίηση της
μαριχουάνας. Το 2020,
μετά τη δολοφονία του
George Floyd στη
Μινεάπολη, σταμάτησε την
τελευταία στιγμή να
επιμένει στην κατάργηση
της χρηματοδότησης της
αστυνομίας, λέγοντας ότι
«πρέπει να
ανακατευθύνουμε τους
πόρους». Όμως οι καιροί
έχουν αλλάξει. Αυτό που
συνέβη, λέει η κ. Byrne
Hessick, είναι ότι η
εγκληματικότητα αυξήθηκε
κατά τη διάρκεια της
πανδημίας και οι
προοδευτικοί εισαγγελείς
άρχισαν να χάνουν τις
εκλογές.
Τώρα, που κατεβαίνει
εναντίον του κ. Trump
και όχι του Bernie
Sanders, η κ. Harris
στρέφεται προς το
κέντρο, υπενθυμίζοντας
στους ψηφοφόρους την
αποτελεσματικότητά της
στη δικαστική αίθουσα
(«γνωρίζω τον τύπο του
Donald Trump», λέει,
αναφερόμενη στο θέμα των
κατηγοριών, των
καταδικαστικών αποφάσεων
και άλλων προβλημάτων
του με τη δικαιοσύνη).
Κατά γενική ομολογία,
πάντως, υπήρξε μια
ταλαντούχα εισαγγελέας,
που ως εκλεγμένη
λειτουργός προσπάθησε να
εφαρμόσει μετριοπαθείς
μεταρρυθμίσεις στο όνομα
της δημόσιας ασφάλειας.
Το 2020 το παρελθόν της
δέχθηκε τα πυρά των
προοδευτικών. Το 2024 οι
υποστηρικτές της το
βλέπουν ως πλεονέκτημα.
Πηγή: The Economist |