Οι νέοι γενικοί κανόνες
κοστολόγησης και
τιμολόγησης του νερού
περιλαμβάνονται σε Κοινή
Υπουργική Απόφαση (ΚΥΑ)
που υπογράφεται από τους
συναρμόδιους υπουργούς
Οικονομίας,
Περιβάλλοντος,
Εσωτερικών και Αγροτικής
Ανάπτυξης, στην οποία
προβλέπεται παράλληλα
τοποθέτηση υδρόμετρων
στα χωράφια έως το 2026
και προβλέψεις για τις
αφανείς διαρροές.
Υψηλότερη χρέωση το
καλοκαίρι
Επίσης, με σύμφωνη γνώμη
της Ρυθμιστικής Αρχής
Αποβλήτων, Ενέργειας και
Υδάτων (ΡΑΑΕΥ) που
εποπτεύει την εφαρμογή
της νέας κοστολόγησης
και τιμολόγησης νερού,
οι πάροχοι θα μπορούν να
εφαρμόζουν σύστημα
εποχικής τιμολόγησης,
για τους χρήστες που
παρουσιάζουν έντονη
εποχική μεταβλητότητα
στις ποσότητες ύδατος
που καταναλώνουν. Με
άλλα λόγια, θα μπορούν
να χρεώνουν διαφορετικά
το νερό κατά τους
καλοκαιρινούς μήνες και
διαφορετικά την περίοδο
των βροχών.
Όπως αναφέρεται στην ΚΥΑ
«κατά το σύστημα αυτό
εφαρμόζονται αυξημένες
χρεώσεις την χρονική
περίοδο του έτους με
ιδιαίτερα αυξημένη
κατανάλωση ύδατος
συγκριτικά με τις
υπόλοιπες περιόδους του
έτους». Κριτήριο για την
εφαρμογή του
συγκεκριμένου συστήματος
θα συνιστά, ιδίως, η
διαθεσιμότητα ύδατος
κατά την χρονική περίοδο
των ιδιαίτερα αυξημένων
καταναλώσεων.
Αυξήσεις τιμολογίων
Ειδικότερα, για την
επόμενη πενταετή
ρυθμιστική περίοδο
(2025-2029) για την
οποία οι πάροχοι
υπηρεσιών ύδατος
υποχρεούνται να
καθορίσουν τα τιμολόγιά
τους, η ποσοστιαία
μεσοσταθμική αύξηση δεν
μπορεί να υπερβαίνει
αυτήν της μέσης ετήσιας
μεταβολής του
Εναρμονισμένου Δείκτη
Τιμών Καταναλωτή
(αποτελεί τη βάση για τη
μέτρηση του πληθωρισμού)
που καταρτίζεται από την
ΕΛΣΤΑΤ για το
προηγούμενο ημερολογιακό
έτος.
Ωστόσο, κατά τη διάρκεια
κάθε ρυθμιστικής
περιόδου, οι πάροχοι
υπηρεσιών ύδατος θα
έχουν τη δυνατότητα να
εφαρμόζουν και
μεγαλύτερες αυξήσεις επί
των τιμολογίων που
παρέχουν, υπό την
προϋπόθεση ότι θα λάβουν
το «πράσινο φως» από τη
ΡΑΑΕΥ που εποπτεύει την
εφαρμογή της
κοστολόγησης και
τιμολόγησης. Τα
τιμολόγια κάθε
ρυθμιστικής περιόδου θα
εγκρίνονται από την Αρχή
κατά το τελευταίο έτος
της προηγούμενης
πενταετίας.
Για τον προσδιορισμό των
τιμολογίων των
παρεχόμενων υπηρεσιών
ύδατος, οι εταιρείες θα
πρέπει να λαμβάνουν
υπόψη τις κοινωνικές,
περιβαλλοντικές,
γεωγραφικές,
κλιματολογικές και
υδρογεωλογικές συνθήκες
που επικρατούν στις
περιοχές αρμοδιότητάς
τους.
Για τους καταναλωτές που
εξυπηρετούνται από
δίκτυο ανεξάρτητο από το
κύριο δίκτυο του
παρόχου, καθώς και για
περιοχές όπου το
χρηματοοικονομικό κόστος
διαφοροποιείται
σημαντικά θα μπορεί να
καθορίζεται ειδικό
τιμολόγιο ύδρευσης ή
αποχέτευσης. Το
χρηματοοικονομικό κόστος
προκύπτει από την
αποτίμηση του κόστους
για όλα τα έργα, τις
υποδομές και τις
διαδικασίες, τα οποία
είναι απαραίτητα για την
παροχή των υπηρεσιών
ύδατος και υπολογίζεται
με συγκεκριμένο
αλγόριθμο ο οποίος
αναλύεται στην ΚΥΑ.
Ευνοϊκότερα τιμολόγια
για ευάλωτους
Για πολύτεκνες και
τρίτεκνες οικογένειες, ή
καταναλωτές που
εντάσσονται στις
κατηγορίες των
οικονομικά αδύναμων
προσώπων και των
ευάλωτων νοικοκυριών, οι
εταιρείες παροχής νερού
θα έχουν τη δυνατότητα
να καθορίζουν
ευνοϊκότερες τιμές, υπό
την προϋπόθεση ότι δεν
θα ανατρέπεται η
λειτουργία της τιμής ως
μέσου αποτροπής της
σπατάλης νερού. Σε κάθε
περίπτωση θα πρέπει να
προηγηθεί
οικονομοτεχνική έκθεση
για την επίδραση μιας
τέτοιας πολιτικής
ειδικής τιμολόγησης σε
άλλους χρήστες.
Ακόμη, για λόγους
επιτακτικού δημοσίου
συμφέροντος, οι πάροχοι
θα μπορούν να
καθορίζουν, πάντα
κατόπιν οικονομοτεχνικής
έκθεσης, ειδικό
τιμολόγιο για
συγκεκριμένους χρήστες
όπως π.χ. στρατιωτικές
εγκαταστάσεις, δομές
προσωρινής υποδοχής και
φιλοξενίας πολιτών
τρίτων χωρών,
πυροσβεστική, όταν οι
υπηρεσίες ύδατος αφορούν
στην εκτέλεση των κύριων
δημόσιων καθηκόντων
τους.
Τα νέα τιμολόγια θα
καθορίζουν και τη χρέωση
με την οποία θα
τιμολογείται η
κατανάλωση σε περίπτωση
αφανών διαρροών.
Νέα τιμολόγια έως τέλος
Οκτωβρίου για μικρούς
παρόχους
Γενικότερα, οι πάροχοι
υπηρεσιών ύδατος βάσει
των εύλογων και
αποδοτικών δαπανών
(προσδιορίζονται με βάση
το χρηματοοικονομικό
κόστος), καθορίζουν τα
τιμολόγια των
παρεχόμενων υπηρεσιών
ύδατος, ανάλογα με τη
χρήση για την οποία
προορίζεται το νερό, για
την πενταετία της
ρυθμιστικής περιόδου.
Κατ’ εξαίρεση, για τους
παρόχους που εξυπηρετούν
περιοχές με μόνιμο
πληθυσμό μικρότερο των
100.000 κατοίκων,
δίνεται στενό περιθώριο
να προσδιορίσουν τα
τιμολόγιά τους για την
επόμενη πενταετία έως το
τέλος Οκτωβρίου.
Οι δύο μεγαλύτεροι
πάροχοι υδάτων της χώρας
(ΕΥΔΑΠ και ΕΥΑΘ)
εξαιρούνται καθώς έχουν
ήδη εγκεκριμένες από το
κράτος τιμολογιακές
πολιτικές. Όσο για τους
Οργανισμούς Εγγείων
Βελτιώσεων (ΟΕΒ) που
διαχειρίζονται αρδευτικά
ύδατα, θα πρέπει να
προσδιορίσουν τιμολόγια
παρεχόμενων υπηρεσιών
ύδατος έως την 31η
Δεκεμβρίου 2024.
Χρέωση για αφανείς
διαρροές
Τα νέα τιμολόγια θα
καθορίζουν και τη χρέωση
με την οποία θα
τιμολογείται η
κατανάλωση σε περίπτωση
αφανών διαρροών. Επίσης
θα οριστούν από τη ΡΑΑΕΥ
κοινοί όροι για όλους
τους παρόχους και οι
προϋποθέσεις βάσει των
οποίων θα χορηγείται
έκπτωση επί της
συγκεκριμένης χρέωσης.
Οι διαρροές στα δίκτυα
είναι μεγάλες και σε
πολλές περιπτώσεις
απροσδιόριστες. Το 2019
κατά δήλωση όσων
Δημόσιων Επιχειρήσεων
Ύδρευσης – Αποχέτευσης
(ΔΕΥΑ) παρείχαν
στοιχεία, το συνολικό
ποσοστό απωλειών
κυμαινόταν από 9,5% έως
και 62%, με το μέσο
ποσοστό των διαρροών να
ανέρχεται στο 35,6%.
Ωστόσο, η εικόνα δεν
είναι σαφής καθώς σε
αρκετές περιπτώσεις δεν
γίνεται συστηματική
παρακολούθηση της
συνολικής κατανάλωσης,
αλλά και της συνολικής
υδροληψίας επομένως οι
απώλειες παραμένουν
άγνωστες.
Υδρομετρητές στα χωράφια
και αγροτικά τιμολόγια
Μέσα σε μια διετία, όσοι
πάροχοι εξυπηρετούν
αγροτικές χρήσεις θα
πρέπει να τοποθετήσουν
σταδιακά συστήματα
μέτρησης της κατανάλωσης
ύδατος στο σύνολο των
χρηστών του δικτύου
αρμοδιότητάς τους,
εφόσον αυτό είναι
τεχνικά και οικονομικά
εφικτό. Το σχετικό
κόστος θα μπορούν να το
ανακτούν μέσω των
τιμολογίων από τους
χρήστες.
Εάν ο πάροχος δεν μπορεί
να προχωρήσει το έργο
για το σύνολο του
δικτύου για τεχνικούς ή
οικονομικούς λόγους, θα
πρέπει στην ετήσια
έκθεση προγραμματισμού
να προσδιορίζεται το
χρονικό διάστημα που
απαιτείται για την
ολοκλήρωση της
τοποθέτησης υδρομετρητών
(ή άλλου συστήματος), το
συνολικό εκτιμώμενο
κόστος, ο τρόπος
χρηματοδότησης και το
ποσοστό προόδου του
έργου κατ’ έτος, καθώς
και λεπτομερές
χρονοδιάγραμμα. Σε κάθε
περίπτωση, η τοποθέτηση
συστημάτων μέτρησης της
κατανάλωσης ύδατος
πρέπει να έχει
ολοκληρωθεί έως το τέλος
του 2026.
Όσον αφορά στον
προσδιορισμό των
αγροτικών τιμολογίων
είναι αξιοσημείωτο ότι
θα μπορεί να λαμβάνεται
υπόψη η βιωσιμότητα των
αγροτικών εκμεταλλεύσεων
στην περιοχή και τυχόν
ειδικές συνθήκες λόγω
καταστάσεων έκτακτων
αναγκών ή ανωτέρας βίας.
Μικτή τιμολόγηση για
τους αγρότες
Ο τρόπος τιμολόγησης για
τις αγροτικές παροχές θα
ακολουθεί μικτό σύστημα
χρέωσης που θα
περιλαμβάνει ένα σταθερό
τέλος, αλλά και ένα
μεταβλητό τέλος ανά
μονάδα όγκου ύδατος το
οποίο θα αυξάνεται με
την αύξηση της
κατανάλωση νερού
αποτελώντας κίνητρο για
εξοικονόμηση υδάτων. Για
τον προσδιορισμό του
μεταβλητού τέλους (θα
εφαρμόζεται ανά κυβικό)
μπορεί να λαμβάνεται
υπόψη το είδος της
αγροτικής εκμετάλλευσης
και η συγκριτική
αξιολόγηση ομοειδών
αγροτικών
εκμεταλλεύσεων, στη βάση
των επιδόσεων τους ως
προς την ορθολογική
χρήση του ύδατος (π.χ.
βάσει ορθών γεωργικών
πρακτικών).
Τα τιμολόγια θα
περιλαμβάνουν και
περιβαλλοντικό τέλος για
κάθε χρήση ύδατος.
Το σταθερό τέλος θα
αφορά στο κόστος
διοίκησης του παρόχου
υπηρεσιών ύδατος για
αγροτική χρήση και θα
εφαρμόζεται ανά στρέμμα
καλλιέργειας. Σε
περιπτώσεις όπου δεν
είναι εφικτή η
καταμέτρηση του ύδατος
ώστε να γίνεται χρέωση
ανά κυβικό μέτρο (δηλαδή
δεν έχουν μπει
υδρομετρητές) και μέχρι
την συμμόρφωση των
παρόχων, θα γίνεται
εκτίμηση της ποσότητας
νερού που
χρησιμοποιήθηκε, είτε
βάσει της έκτασης, του
είδους καλλιέργειας και
της μεθόδου άρδευσης,
είτε ανάλογα με τον
χρόνο χρήσης του ύδατος
(π.χ. βάσει της
καταναλισκόμενης
ενέργειας για άντληση
νερού) ανάλογα με τα
διαθέσιμα δεδομένα.
Και περιβαλλοντικό τέλος
ανά χρήση ύδατος
Τα τιμολόγια θα
περιλαμβάνουν και
περιβαλλοντικό τέλος για
κάθε χρήση ύδατος. Αυτό
προσδιορίζεται σε
επίπεδο Λεκάνης Απορροής
Ποταμού (ΛΑΠ) και θα
προκύπτει βάσει των
μέτρων που προβλέπει το
εκάστοτε ισχύον Σχέδιο
Διαχείρισης ΛΑΠ για τη
βελτίωση της κατάστασης
των υδάτων (επιφανειακών
ή υπογείων) όταν
βρίσκονται σε μέτρια,
κακή ή άγνωστη
οικολογική ή χημική
κατάσταση. Ο
προσδιορισμός του
Περιβαλλοντικού Κόστους
θα αναπροσαρμόζεται σε
ετήσια βάση, ανάλογα με
το βαθμό διαφοροποίησης
του εκτιμώμενου κόστους
των μέτρων που
απαιτούνται.
Έως την 30η Σεπτεμβρίου
κάθε έτους, οι
Διευθύνσεις Υδάτων των
Αποκεντρωμένων
Διοικήσεων θα
γνωστοποιούν στους
παρόχους υπηρεσιών
ύδατος και στους δήμους,
το περιβαλλοντικό τέλος
για το επόμενο
ημερολογιακό έτος. Οι
πάροχοι θα το αναγράφουν
στα τιμολόγιά τους, με
διακριτό τρόπο, και θα
το αποδίδουν σε ειδικό
λογαριασμό του Πράσινου
Ταμείου έως την 31η
Μαρτίου κάθε επόμενου
έτους, αφού
παρακρατήσουν το 2%. Για
τις μεμονωμένες
υδρογεωτρήσεις που δεν
ανήκουν σε οργανωμένα
συλλογικά δίκτυα το
τέλος θα εισπράττεται
και θα αποδίδεται από
του δήμους οι οποίοι θα
παρακρατούν το 4%.
Τα έσοδα που προκύπτουν
από το περιβαλλοντικό
τέλος έχουν ανταποδοτικό
χαρακτήρα, δηλαδή θα
διατίθενται αποκλειστικά
για τη χρηματοδότηση των
σχετικών συμπληρωματικών
μέτρων που προβλέπονται
σε κάθε λεκάνη απορροής
για τη βελτίωση της
ποιότητας των υδάτων.
Εξαίρεση από τα
περιβαλλοντικά τέλη ή
μερική επιβάρυνση έχει
προβλεφθεί για τους
αγροτικούς χρήστες οι
οποίοι εφαρμόζουν
πρακτικές ορθολογικής
διαχείρισης υδάτων,
συμπεριλαμβανομένης της
επαναχρησιμοποίησης
επεξεργασμένων λυμάτων
και συμβάλλουν στη
διατήρηση ή βελτίωση της
καλής κατάστασης των
υδάτων. Η μείωση του
περιβαλλοντικού τέλους
πρέπει να είναι ανάλογη
της παρέμβασης, θα
αιτιολογείται από μελέτη
κόστους – οφέλους και θα
προκύπτει έπειτα από
απόφαση του Γραμματέα
της Αποκεντρωμένης
Διοίκησης.
Πρόστιμα έως 10 εκατ.
ευρώ
Οι πάροχοι υπηρεσιών
ύδρευσης και αποχέτευσης
υποχρεούνται να
παρακολουθούν την
ποιότητα των υδάτων, να
αναρτούν στην ιστοσελίδα
τους τα επικαιροποιημένα
τιμολόγιά τους, να
διαθέτουν στους
καταναλωτές
(ηλεκτρονικά) αναλυτική
περιγραφή των χρεώσεών
τους και
επικαιροποιημένες
πληροφορίες σχετικά με
τα αποτελέσματα του
προγράμματος
παρακολούθησης της
ποιότητα του πόσιμου
νερού και των
εγκαταστάσεων
επεξεργασίας λυμάτων.
Εάν δεν τηρούν τις
υποχρεώσεις τους, με
απόφαση της ΡΑΑΕΥ θα
επιβάλλονται πρόστιμα
έως δέκα εκατομμύρια
ευρώ και το 6% των
συνολικών ετήσιων εσόδων
του παρόχου από την
παροχή υπηρεσιών
ύδρευσης, κατά την
προηγούμενη (της
επιβολής του προστίμου)
οικονομική χρήση.
Πηγή: Οικονομικός
Ταχυδρόμος |