Το τελευταίο μέγεθος, η
ακαθάριστη προστιθέμενη
αξία, είναι ίσως το πιο
ισχυρό επιχείρημα για
την ανάγκη ενίσχυσης
επενδύσεων στον τομέα
της μεταποίησης μέσω και
μιας σειράς κυβερνητικών
πολιτικών (αναπτυξιακός
νόμος, απλοποίηση
αδειοδοτικής διαδικασίας
κ.ά.), κάποιες εκ των
οποίων αναμένεται να
ανακοινωθούν στις 21
Οκτωβρίου από τον ίδιο
τον πρωθυπουργό. Κι αυτό
διότι αν και οι
μεταποιητικές
επιχειρήσεις, σύμφωνα με
τα στοιχεία της
Ελληνικής Στατιστικής
Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ)
αποτελούσαν το 2022
μόλις το 6,2% του
συνόλου, η συνεισφορά
τους στη συνολική
ακαθάριστη προστιθέμενη
αξία ήταν 16,57 δισ.
ευρώ ή το 18,2%,
ελάχιστα λιγότερη μετά
τον πρώτο τομέα που ήταν
το εμπόριο, χονδρικό και
λιανικό, με μερίδιο στη
συνολική ακαθάριστη
προστιθέμενη αξία των
επιχειρήσεων 18,6% ή
16,87 δισ. ευρώ.
Βεβαίως, κανείς δεν
αναμένει οι βιομηχανίες
να είναι περισσότερες
από τις εμπορικές
επιχειρήσεις, αλλά στην
περίπτωση της Ελλάδας
είναι μάλλον δυσανάλογα
πολλές. Το ίδιο
συμβαίνει και με τον
τομέα «Επαγγελματικές,
επιστημονικές και
τεχνικές δραστηριότητες»
που στην πλειονότητά
τους πρόκειται για
δραστηριότητες ελεύθερων
επαγγελματιών, από
τεχνικούς και λογιστές
έως δικηγόρους και
γιατρούς. Σύμφωνα,
λοιπόν, με τα στοιχεία
του 2022, από το σύνολο
των 918.724 επιχειρήσεων
που υπήρχαν, οι 226.009
ή το 24,6% ήταν
εμπορικές. Ακολουθούν οι
επιχειρήσεις
«Επαγγελματικών,
επιστημονικών και
τεχνικών
δραστηριοτήτων», οι
οποίες το 2022 ανήλθαν
σε 156.446 ή το 17% του
συνόλου, ενώ στην τρίτη
θέση βρίσκονται οι
υπηρεσίες παροχής
καταλύματος και εστίασης
με 109.755 επιχειρήσεις,
που αντιστοιχούν σε
ποσοστό 11,9% επί του
συνόλου.
Οι επιχειρήσεις του
τομέα κατασκευών
αποτελούσαν το 2022 το
7,7% του συνόλου, με τον
αριθμό τους να σημειώνει
μεγάλη αύξηση σε
σύγκριση με το 2020,
φτάνοντας τις 70.670 από
62.101, περισσότερες
δηλαδή κατά περίπου 14%.
Αύξηση μέσα στην τριετία
σημείωσε και ο αριθμός
των εμπορικών
επιχειρήσεων και των
επιχειρήσεων παροχής
υπηρεσιών καταλύματος
και εστίασης, με την
τουριστική κίνηση να
σημειώνει το ένα ρεκόρ
μετά το άλλο, όμως η
αύξηση αυτή ήταν πολύ
μικρότερη: 1,83% στον
αριθμό των εμπορικών
επιχειρήσεων και 5,36%
στον αριθμό των
επιχειρήσεων παροχής
υπηρεσιών καταλύματος
και εστίασης.
Αναφορικά με τον
συνολικό κύκλο εργασιών
που κατέγραψαν οι
επιχειρήσεις το 2022, ο
κλάδος του χονδρικού και
λιανικού εμπορίου
κατείχε το μεγαλύτερο
μερίδιο με ποσοστό 38,5%
και 160,2 δισ. ευρώ και
ακολουθούν οι κλάδοι της
μεταποίησης και της
παροχής ηλεκτρικού
ρεύματος, φυσικού
αερίου, ατμού και
κλιματισμού με ποσοστά
22,2% και 8% και απόλυτα
μεγέθη 92,1 δισ. ευρώ
και 33,3 δισ. ευρώ
αντιστοίχως.
Μεγαλύτερος εργοδότης
παραμένει το εμπόριο.
Στον κλάδο απασχολούνταν
το 2022 811.140 άτομα (ή
23,8% των συνολικά
απασχολουμένων), εκ των
οποίων 588.424 ήταν
μισθωτοί (23,1% στο
σύνολο των μισθωτών).
Ακολουθεί ο κλάδος των
υπηρεσιών παροχής
καταλύματος και εστίασης
με 702.911
απασχολουμένους (20,6%),
εκ των οποίων 595.509
μισθωτοί (23,3%) και εν
συνεχεία ο κλάδος της
μεταποίησης με 373.258
απασχολουμένους (11%),
εκ των οποίων 318.379
μισθωτοί (12,5%).
Σε ό,τι αφορά την
ακαθάριστη προστιθέμενη
αξία, μετά το εμπόριο
και τη μεταποίηση στην
τρίτη θέση βρίσκεται ο
τομέας των
χρηματοπιστωτικών και
ασφαλιστικών
δραστηριοτήτων με 11,8
δισ. ευρώ ή 12,9% της
συνολικής.
Πηγή: Money Review |