Όπως σημειώνει ρεπορτάζ
της Καθημερινής, αυτό
μάλιστα θα αποτελέσει
και «κλειδί» για το κατά
πόσο θα επαναληφθούν ή
όχι οι στρεβλώσεις που
παρατηρήθηκαν κατά τον
πρώτο κύκλο του
προγράμματος και είχαν
ως αποτέλεσμα την
εκτίναξη των ζητούμενων
τιμών πώλησης στις
περιοχές που
συγκέντρωναν υψηλό
αριθμό επιλέξιμων
ακινήτων, όπως το κέντρο
της Αθήνας και τα δυτικά
προάστια της Αττικής.
Υπενθυμίζεται ότι οι
ενδιαφερόμενοι έπρεπε να
διαλέξουν κατοικίες με
έτος κατασκευής έως το
2007 το πολύ, δηλαδή
ηλικίας τουλάχιστον 15
ετών, με ανώτατο ύψος
τιμής τις 200.000 ευρώ
και επιφάνειας τα 150
τ.μ. Αυτό είχε ως
αποτέλεσμα να μειωθεί
σημαντικά το πιθανό
απόθεμα κατοικιών που θα
μπορούσε να αγοραστεί,
περιορίζοντας σημαντικά
τις επιλογές.
Πυροδότησε νέες αυξήσεις
Οπως αναφέρει στην «Κ» ο
κ. Λευτέρης Ποταμιάνος,
πρόεδρος του Συλλόγου
Μεσιτών Αθηνών –
Αττικής, «με τον τρόπο
που εφαρμόστηκε το
πρόγραμμα, αφαιρέθηκε με
απότομο τρόπο ένα μεγάλο
μέρος του αποθέματος των
πωλούμενων κατοικιών, με
συνέπεια οι τιμές να
αυξηθούν κατακόρυφα και
με τεχνητό τρόπο. Ετσι,
πολλοί ενδιαφερόμενοι
κλήθηκαν τελικά να
πληρώσουν πολύ υψηλότερα
ποσά για ακίνητα που
μέχρι πρόσφατα
κοστολογούνταν πολύ
χαμηλότερα». Οπως
αποδείχθηκε στην πράξη,
σε αρκετές συνοικίες των
μεγάλων πόλεων, ειδικά
όμως στην Αθήνα, η
προσφορά παλαιών
ακινήτων αποδείχθηκε
πολύ μικρότερη της
ζήτησης, με αποτέλεσμα
οι δικαιούχοι να
αυξάνουν συνέχεια την
προσφορά τους, ώστε να
πείσουν τους ιδιοκτήτες
να τους προτιμήσουν και
να αποκτήσουν έτσι
«άτοκα» το ακίνητό τους.
Σε αυτό συνέβαλε
καθοριστικά και το μικρό
περιθώριο χρόνου που
δόθηκε έως ότου
«κλειδώσει» κανείς το
ακίνητο της προτίμησής
του, με αποτέλεσμα να
περιορίζεται ακόμα
περισσότερο η «δεξαμενή»
επιλέξιμων ακινήτων.
Υπενθυμίζεται ότι με τις
νέες αλλαγές της
νομοθεσίας απαιτείται
πλέον η έκδοση
ηλεκτρονικής ταυτότητας
κτιρίου προκειμένου να
μεταβιβαστεί ένα
ακίνητο. Το γεγονός αυτό
έχει φέρει σειρά
προβλημάτων στην
επιφάνεια, ιδίως σε
ακίνητα που
κατασκευάστηκαν πριν από
πολλές δεκαετίες και για
τα οποία υπάρχει
έλλειμμα των
απαιτούμενων εγγράφων,
ακόμα και των
οικοδομικών αδειών, λόγω
φθοράς ή ακόμα και
καταστροφής τους, λόγω
φυσικών καταστροφών ή…
τρωκτικών.
Ετσι, ακίνητα αξίας
60.00080.000 ευρώ
βρέθηκαν να πωλούνται
τελικά αντί
120.000-150.000 ευρώ ή
ακόμα και 200.000 ευρώ
στην Αττική. Η ακραία
αυτή στρέβλωση είχε ως
αποτέλεσμα εντέλει να
ακυρωθεί στην πράξη το
όφελος των δικαιούχων
από την εξασφάλιση
«άτοκου» δανείου, καθώς
τελικά το ποσό που
πλήρωσαν ήταν αντίστοιχο
εκείνου που θα
κατέβαλλαν αν λάμβαναν
ένα κανονικό στεγαστικό
δάνειο και πλήρωναν
όλους τους αναλογούντες
τόκους.
Μέχρι στιγμής, πάντως, η
προαναγγελία ενός νέου
προγράμματος «Σπίτι μου»
από κυβερνητικά στελέχη
έχει ήδη δημιουργήσει
τις πρώτες
«παρενέργειες».
Συγκεκριμένα, όπως
σημειώνουν μεσίτες, οι
αγοραπωλησίες έχουν
«φρενάρει» πλέον σε πολύ
μεγάλο βαθμό, καθώς οι
ενδιαφερόμενοι αναμένουν
την ανακοίνωση
περισσότερων
λεπτομερειών προτού
προχωρήσουν στη λήψη
αποφάσεων.
ADVERTISING
Υπενθυμίζεται ότι, όπως
έχει γνωστοποιηθεί, το
νέο πρόγραμμα θα αφορά
διευρυμένη βάση πιθανών
δικαιούχων, καθώς θα
αυξηθεί το όριο ηλικίας
μέχρι τα 50 έτη (αντί
για τα 39 έτη που ήταν
το αρχικό πρόγραμμα).
Αυτή ακριβώς η ηλικιακή
ομάδα των 40-50 ετών
είναι και μία από τις
πολυπληθέστερες
κατηγορίες αγοραστών,
καθώς αφορά ανθρώπους
μεγαλύτερης οικονομικής
δύναμης έναντι των
νεότερων ηλικιών.
Επομένως, ο αντίκτυπος
στην αγορά είναι
μεγαλύτερος. Γνωρίζοντας
εκ των προτέρων ότι
μπορούν να εξασφαλίσουν
ένα σχεδόν άτοκο
στεγαστικό δάνειο, είναι
εμφανές ότι οι άνθρωποι
αυτοί έχουν μεταθέσει
χρονικά την απόφαση
αγοράς ακινήτου,
συνεχίζοντας βέβαια την
αναζήτηση, ώστε να έχουν
εντοπίσει τα ακίνητα που
τους ενδιαφέρουν και να
μπορέσουν να προχωρήσουν
άμεσα μόλις ξεκαθαρίσουν
οι τελικοί όροι του
προγράμματος.
Το μεγάλο «αγκάθι»
Παράγοντες της αγοράς
τονίζουν ότι ακόμα πιο
σημαντικό και από τους
τελικούς δικαιούχους
είναι τα επιλέξιμα
ακίνητα να μην
περιοριστούν σε κάποια
συγκεκριμένη κατηγορία,
όπως συνέβη με τον πρώτο
κύκλο του προγράμματος.
Οπως σημειώνουν, το
ιδανικό θα ήταν να μην
υπάρξει κάποιος
περιορισμός ή έστω αυτός
να αφορά μόνο πολύ
ακριβές περιπτώσεις
ακινήτων, π.χ. αξίας άνω
των 500.000-600.000
ευρώ. Αλλωστε, οι ίδιες
οι τράπεζες προχωρούν σε
αξιολόγηση του
πιστοληπτικού προφίλ των
δανειοληπτών, κάτι που
σημαίνει ότι ούτως ή
άλλως ελάχιστοι θα είναι
εκείνοι που θα μπορούν
να αιτηθούν και να
λάβουν στεγαστικό δάνειο
για το 80%-90% της αξίας
ενός ακινήτου με τιμή
πώλησης άνω των 400.000
ευρώ. Ετσι, θα
αποφευχθεί η στρέβλωση
που εκτίναξε τις τιμές
των κατοικιών στον πρώτο
κύκλο του προγράμματος.
Πηγή: Money Review |