Οι χώρες τις οποίες
εξέτασε ο οίκος
αξιολόγησης, δαπάνησαν
κατά μέσο όρο σχεδόν το
20% των εσόδων της
γενικής κυβέρνησης σε
πληρωμές τόκων το
τελευταίο έτος, πριν να
βρεθούν σε στάση
πληρωμών. Αυτό το υψηλό
κόστος δανεισμού ήταν
αποτέλεσμα παραγόντων
όπως ο αυξανόμενος
πληθωρισμός, η υποτίμηση
του νομίσματος, οι
διαταραχές των όρων του
εμπορίου και το γεγονός
ότι ένα μεγάλο μέρος του
δημόσιου χρέους τους
ήταν σε ξένο νόμισμα.
«Οι περισσότερες
κρατικές χρεοκοπίες σε
ξένα νομίσματα κατά την
περίοδο 2000-2023
οφείλονταν σε αδύναμους
θεσμικούς,
δημοσιονομικούς
παράγοντες και
παράγοντες σύνθεσης
χρέους», σημειώνει η
αναλύτρια της S&P
Global, Giulia Filocca,
σύμφωνα με το Bloomberg.
«Δεν υπάρχει ένα ενιαίο
μέτρο που να προβλέπει
με συνέπεια και
αξιοπιστία τις κρατικές
χρεοκοπίες».
Σύμφωνα με τον οίκο,
περισσότερες
πιθανότητες χρεοκοπίας
έχουν τα κράτη που
εμφανίζουν υψηλή και
αυξανόμενη καθαρή θέση
εξωτερικών υποχρεώσεων,
όπου τα συνολικά χρέη
του δημόσιου και του
ιδιωτικού τομέα προς το
εξωτερικό υπερβαίνουν τα
περιουσιακά στοιχεία που
επενδύονται στη χώρα από
κατοίκους εξωτερικού. Οι
χώρες που είναι καθαροί
εξωτερικοί πιστωτές
σπάνια αντιμετωπίζουν
κίνδυνο χρεοκοπίας. |