Ο κόπος τους έχει
αποδώσει κάποιους
καρπούς. Οι αυξήσεις των
επιτοκίων, που ανήλθαν
συνολικά σε 41,5
εκατοστιαίες μονάδες,
άρχισαν να ξεπερνούν το
σπιράλ του τουρκικού
πληθωρισμού, αποτέλεσμα
προηγούμενων,
απερίσκεπτων περικοπών.
Η ετήσια αύξηση των
τιμών καταναλωτή
μειώθηκε από 71,6% τον
Ιούνιο σε 49,4% τον
Σεπτέμβριο. Για πρώτη
φορά έπειτα από τρία
χρόνια, το επιτόκιο
αναφοράς, που είναι
πλέον 50%, υπερβαίνει το
ποσοστό του πληθωρισμού.
Μόλις πρόσφατα, η όλη
κατάσταση, όπως
διαμορφώθηκε,
δημιούργησε εικασίες ότι
ο κύκλος σύσφιγξης της
Τουρκίας πλησιάζει στο
τέλος του και ότι η
Τράπεζα θα αρχίσει να
μειώνει τα επιτόκια ήδη
από τον Νοέμβριο. Όμως η
χαλάρωση μπορεί να
χρειαστεί να περιμένει.
Η μηνιαία αύξηση των
τιμών, η οποία έφθασε το
3% τον Σεπτέμβριο,
εξακολουθεί να είναι
πολύ γρήγορη για να
είναι άνετη. «Θα
παραμείνουμε σφιχτοί έως
ότου η υποκείμενη τάση
του μηνιαίου πληθωρισμού
μειωθεί σε βιώσιμη
βάση», λέει ο
υποδιοικητής της
Τράπεζας, Cevdet Akcay,
κατά τη διάρκεια μιας
χαλαρής συζήτησης στην
Κωνσταντινούπολη. «Δεν
υπάρχει άλλος τρόπος».
Η υπομονή, ωστόσο, είναι
κάτι που οι Τούρκοι δεν
διαθέτουν πλέον. Έχει
περάσει πάνω από ένας
χρόνος από τότε που ο
πρόεδρος της Τουρκίας,
Recep Tayyip Erdogan,
έδωσε στην κεντρική
τράπεζα την εντολή να
αντιστρέψει τη ζημιά που
προκάλεσαν στην
οικονομία οι
προηγούμενες πολιτικές
του. Όμως οι απλοί
καταναλωτές
παραπονιούνται ότι έχουν
το χειρότερο και από
τους δύο κόσμους. Οι
τιμές συνεχίζουν να
εκτοξεύονται και οι
πιστώσεις είναι
αφάνταστα ακριβές. Όσο
περισσότερο διαιωνίζεται
η κατάσταση, τόσο πιο
αδύναμες γίνονται οι
προοπτικές ανάπτυξης της
χώρας.
Η κατάσταση της
οικονομίας κόστισε ήδη
ακριβά στον κ. Erdogan,
όταν το κόμμα του,
Δικαιοσύνης και
Ανάπτυξης (AK), ηττήθηκε
από την αντιπολίτευση
στις τοπικές εκλογές της
άνοιξης, στην πρώτη
συνολική ήττα του
κόμματος από τότε που
ανέλαβε την εξουσία το
2002. Οι επόμενες
μεγάλες εκλογές στην
Τουρκία θα διεξαχθούν το
2028, γεγονός που
υποδηλώνει ότι η
κυβέρνηση έχει αρκετό
χρόνο για να διορθώσει
την οικονομία. Ωστόσο,
οι πρόωρες εκλογές,
ακόμη και από το επόμενο
έτος, δεν αποκλείονται.
Κάτι τέτοιο θα μπορούσε
να σημάνει μεγάλα
προβλήματα για το νέο
οικονομικό πρόγραμμα.
Για να αποφύγει την
απώλεια της εξουσίας, ο
ηγέτης της Τουρκίας, ή
ένας χρισμένος διάδοχός
του, θα επιστρέψει
πιθανότατα στις παροχές
και τις βαθιές μειώσεις
των επιτοκίων: ο
πληθωρισμός είναι
καταδικασμένος.
Ένας λόγος για τον οποίο
ο πληθωρισμός στην
Τουρκία έχει αποδειχθεί
εξαιρετικά επίμονος
είναι η ανισορροπία
μεταξύ της νομισματικής
πειθαρχίας και της
κυβερνητικής
γενναιοδωρίας. Σύμφωνα
με τα στοιχεία της ίδιας
της κυβέρνησης, φέτος το
δημοσιονομικό έλλειμμα
αναμένεται να φθάσει το
4,9% του ΑΕΠ, προτού
υποχωρήσει στο 3,1% το
επόμενο έτος. «Η
κεντρική τράπεζα πατάει
το φρένο», λέει ο Hakan
Kara, πρώην επικεφαλής
οικονομολόγος της
τράπεζας, «αλλά η
κυβέρνηση δεν θέλει να
πάρει το πόδι της από το
πεντάλ του γκαζιού». Η
καθυστερημένη μεταστροφή
του κ. Erdogan στην
οικονομική ορθοδοξία
έχει παίξει επίσης ρόλο.
Η σφιχτή οικονομική
πολιτική στην Τουρκία
άρχισε μόνο όταν ο
πληθωρισμός άγγιξε
σχεδόν τριψήφιο αριθμό
και ο ηγέτης της
Τουρκίας είχε
εξασφαλίσει την
επανεκλογή του.
Η οικονομική ομάδα που
διόρισε κέρδισε ξανά την
εμπιστοσύνη των ξένων
επενδυτών, οι οποίοι από
την αρχή του έτους έχουν
αγοράσει τουρκικά
ομόλογα αξίας περίπου 14
δισ. δολαρίων. Οι απλοί
Τούρκοι, αγχωμένοι από
την εμπειρία των
τελευταίων πέντε ετών,
όταν είδαν το εθνικό
νόμισμα να βυθίζεται,
τις τιμές να
εκτοξεύονται και τον κ.
Erdogan να αντικαθιστά
τέσσερις διαφορετικούς
υπουργούς Οικονομικών
και πέντε επικεφαλής της
κεντρικής τράπεζας,
είναι λιγότερο
αισιόδοξοι. Η κεντρική
τράπεζα αναμένει ότι
μέχρι το τέλος του έτους
ο ετήσιος πληθωρισμός θα
υποχωρήσει στο 38%. Τα
νοικοκυριά τον βλέπουν
γύρω στο 70%. Η
κατάσταση ασκεί πίεση
στις τιμές. Οι Τούρκοι,
που αναμένουν ότι η αξία
των χρημάτων τους θα
διαβρωθεί με την πάροδο
του χρόνου, θα
συνεχίσουν να ξοδεύουν
αντί να αποταμιεύουν,
δημιουργώντας έτσι μια
επιπρόσθετη δυσκολία στη
μείωση του πληθωρισμού.
Όμως η Τράπεζα τους
προσέφερε επιτέλους ένα
κίνητρο για να
αποταμιεύσουν, και
μάλιστα σε τοπικό
νόμισμα. Τα υψηλά
επιτόκια καταθέσεων
έχουν προσελκύσει τους
Τούρκους πίσω στη δική
τους λίρα,
αντιστρέφοντας τα χρόνια
της δολαριοποίησης. Το
μερίδιο των καταθέσεων
σε λίρες, από 31% του
συνόλου τον περασμένο
Αύγουστο, έφτασε το 53%.
Το νόμισμα εξακολουθεί
να χάνει την αξία του
έναντι του δολαρίου,
αλλά πολύ πιο αργά. Αυτό
βοήθησε στην εκτόνωση
μιας ωρολογιακής βόμβας,
με τη μορφή ενός
προγράμματος που
ασφαλίζει τις καταθέσεις
έναντι νομισματικών
κλυδωνισμών, το οποίο το
προηγούμενο υπουργικό
συμβούλιο του κ. Erdogan
είχε υιοθετήσει στο
πλαίσιο του
προϋπολογισμού. Σε λίγο
περισσότερο από έναν
χρόνο, οι καταθέτες
απέσυραν περίπου 100
δισ. δολάρια από το
πρόγραμμα.
Δεν είναι όλοι οπαδοί
μιας σχετικά ισχυρής
λίρας. Οι Τούρκοι
εξαγωγείς εκλιπαρούν την
τράπεζα να υποτιμήσει το
νόμισμα. Ο κ. Akcay λέει
ότι κάτι τέτοιο θα
ασκήσει νέες ανοδικές
πιέσεις στις τιμές και
ότι η χρήση ενός
αδύναμου νομίσματος για
την αναζήτηση
ανταγωνιστικού
πλεονεκτήματος έχει
αποδειχθεί αδιέξοδη.
«Κρατάμε την πολιτική
σφιχτή για να
τιθασεύσουμε τον
πληθωρισμό και αυτό
μπορεί να οδηγήσει σε
περαιτέρω πραγματική
ανατίμηση, όχι από
πρόθεση, αλλά ως
συνέπεια», δηλώνει.
Πηγή: The Economist
|