Σύμφωνα με οικονομικούς
παράγοντες, η τάση αυτή
δεν συνδέεται μόνο με
την παρουσία αυξημένης
ρευστότητας, η οποία
πράγματι αντανακλάται
στην πορεία
των καταθέσεων του
ιδιωτικού τομέα. Ίσως
όμως να παραπέμπει και
σε μονοπάτια
παραοικονομίας,
αποτελώντας έναν από
τους τρόπους
νομιμοποίησης ή μάλλον
εξαργύρωσης μη
δηλωθέντων εισοδημάτων.
Σε κάθε περίπτωση,
εξακολουθεί και ισχύει
το γεγονός ότι οι
Έλληνες σε ένα ποσοστό
αρκετά υψηλό αγοράζουν
στέγη με μετρητά.
Από πλευράς τους, οι
τράπεζες, οδηγούμενες
από τις εξελίξεις και
προκειμένου να
αναχαιτίσουν την
υποτονική,
ομολογουμένως, ζήτηση
για νέα δάνεια
κατοικίας, προβαίνουν σε
επικαιροποίηση της
στεγαστικής τους
πολιτικής και στο
πλαίσιο αυτό
επανεξετάζουν ή
δημιουργούν νέα
στεγαστικά προγράμματα,
με στόχο να θέλξουν
υποψήφιους δανειολήπτες.
Μία από τις πιο
ενδιαφέρουσες προτάσεις,
που θεωρητικά αποτελεί…
αντιπερισπασμό των
τραπεζών στην τάση
αγοράς ακινήτων με
μετρητά, είναι τα
στεγαστικά δάνεια με
collaterals και, εν
προκειμένω, ρευστότητα.
Aν και μπορεί ακόμη να
είναι νωρίς, ούτε αυτά
τα δάνεια φαίνεται να
τυγχάνουν της
ανταπόκρισης που
προσδοκά η αγορά,
επιβεβαιώνοντας έτσι τις
εκτιμήσεις περί μετρητών
που προέρχονται από μη
τραπεζικά κανάλια.
Τα πλεονεκτήματα των
στεγαστικών δανείων με
collaterals σε
ρευστότητα είναι άμεσα
ορατά και σε επίπεδο
κόστους, αλλά και
ευρύτερα. Είναι
σημαντικό όμως να
τονισθεί ότι αυτά τα
συγκεκριμένα προγράμματα
απευθύνονται σε όσους
έχουν πιστοποιημένες
καταθέσεις, εμφανείς σε
τραπεζικούς λογαριασμούς
(όχι χρήματα από
στρώματα και… κιούπια)
και σε όσους μπορούν να
εγγυηθούν για όλο το
ύψος του δανείου, δηλαδή
ακριβώς σε αυτήν την
κατηγορία του 70% που
μπορεί να αγοράσει με
μετρητά το ακίνητο.
Δίνοντας ως εγγύηση τη
σημερινή του ρευστότητα,
ο δυνητικός δανειολήπτης
του δανείου με
collaterals εξακολουθεί
και διατηρεί για όλη τη
διάρκεια του δανείου την
παρουσία των διαθεσίμων
του, αφού αυτά αποτελούν
εγγύηση, και δεν τα
δαπανά εφάπαξ για έναν
σκοπό. Για τις
καταθέσεις του αυτές
μπορεί να εισπράττει ένα
αρκετά ικανοποιητικό
επιτόκιο -στο επίπεδο
του εκάστοτε euribor-
και την ίδια στιγμή
μπορεί να λάβει δάνειο
με πολύ ευνοϊκό
επιτόκιο, όπως
ενδεικτικά euribor συν
1% spread. Σε μία τέτοια
περίπτωση, αν συνδυασθεί
η απόδοση στις
καταθέσεις και η
συνολική επιβάρυνση του
δανείου, ο δανειολήπτης
επιβαρύνεται με κόστος
μόλις 1% επί του ποσού
του δανείου.
Συνοπτικά, πρόκειται για
την αντιπρόταση του
τραπεζικού τομέα στη
σταθερή στάση του
«κινήματος» των
μετρητών. Και αντανακλά
την απουσία ζήτησης για
νέα στεγαστικά.
Προφανώς, ο λόγος της
πολύ χαμηλής ζήτησης δεν
είναι μόνο η affluent
τάση. Είναι και μια
σειρά παραγόντων που
έχουν σχέση με το κόστος
επιτοκίων, αλλά και τις
συνήθειες των ελληνικών
νοικοκυριών, την ηλικία
που αναζητούν δικό τους
σπίτι ή δάνειο και άλλες
συναφείς παραμέτρους.
Πηγή: The Power Game
|