Ο τεχνολογικός πόλεμος
μεταξύ των δύο
μεγαλύτερων οικονομιών
στον κόσμο, ξεκίνησαν
κατά την πρώτη θητεία
του Ντόναλντ Τραμπ,
μεταξύ 2017 και 2021,
και συνεχίστηκαν υπό τον
Τζο Μπάιντεν. Ο Σι
Τζινπίνγκ, γκρινιάζει
για τους εξαγωγικούς
ελέγχους της Αμερικής
στις «τεχνολογίες
ασφυξίας». Ο αγώνας
αυτός αναδιαμορφώνει τις
σχέσεις και τις αλυσίδες
εφοδιασμού σε όλο τον
κόσμο και το κόστος του
αυξάνεται. Οι εκτιμήσεις
ποικίλλουν, αλλά το ΔΝΤ
εκτιμά ότι η εξάλειψη
του εμπορίου υψηλής
τεχνολογίας μεταξύ των
αντίπαλων μπλοκ θα
μπορούσε να κοστίσει έως
και 1,2% του παγκόσμιου
ΑΕΠ κάθε χρόνο – περίπου
1 τρισ. δολάρια.
Το αν η Κίνα ή η Αμερική
ελέγχει τις τεχνολογίες
ενέργειας και
πληροφορικής είναι ένα
«εθνοπολιτιστικό
ζήτημα», λέει ο Evan
Ellis του Army War
College στον Economist.
Οι τόνοι της
αντιπαράθεσης είναι
πιθανό να ανέβουν τα
επόμενα χρόνια. Ούτε ο
Μπάιντεν, ούτε ο Τραμπ
θα αποφύγουν να
προκαλέσουν την Κίνα.
Παράλληλα, το να
υποχωρήσει η Κίνα από
αυτό που θεωρεί ως τη
νόμιμη θέση της στην
παγκόσμια τάξη είναι
αδιανόητο για τον Σι.
Τεχνολογικός πόλεμος
ΗΠΑ-Κίνας: Ημιαγωγοί και
πράσινη τεχνολογία τα
επόμενα μέτωπα
Το επόμενο στάδιο των
τεχνολογικών πολέμων θα
διαδραματιστεί σε δύο
μεγάλες «αρένες»,
παρατηρεί ο Economist. Ο
ένας είναι η κατασκευή
ημιαγωγών και η άλλη
είναι η πράσινη
τεχνολογία, καθώς τα
συστατικά της μπορεί να
αποτελέσουν τη
ραχοκοκαλιά ολόκληρης
της παγκόσμιας
οικονομίας. Για την Κίνα
η δύναμη των εταιρειών
της σε αυτόν τον τομέα
δεν είναι απλώς μια
φυσική συνέπεια δύο
δεκαετιών εστιασμένης
βιομηχανικής πολιτικής,
αλλά μια επιβεβαίωση του
σημαντικού της ρόλου ως
παγκόσμιου ηγέτη.
Προς το παρόν η μάχη
απλώνεται στις
εφαρμογές. Μόλις πριν
από λίγες ημέρες το
Κογκρέσο ψήφισε
νομοσχέδιο με το οποίο
ζητείται από την
ιδιοκτήτρια του TikTok,
την ByteDance να
πουλήσουν το μερίδιό
τους σε 270 ημέρες ή να
«φάνε» ban στις ΗΠΑ.
Λίγες ημέρες πριν οι
κινεζικές αρχές
ανάγκασαν την Apple να
αποσύρει το WhatsApp και
το Threads, πλατφόρμες
που ανήκουν στη Meta,
από το κινεζικό
κατάστημα εφαρμογών της.
Όμως, παρά τις
κατακραυγές, οι
εφαρμογές είναι
δευτερεύουσας σημασίας,
καθώς απαιτούν τσιπ και
ενέργεια για να
λειτουργήσουν – και όχι
το αντίθετο.
Στο μέτωπο των
ημιαγωγών, η Αμερική
πιέζει τους
κατασκευαστές να
επεκτείνουν την
παραγωγή. Στις 8
Απριλίου η αμερικανική
κυβέρνηση ανακοίνωσε
επιδοτήσεις ύψους 6,6
δισ. δολαρίων για την
TSMC της Ταϊβάν για τρία
νέα εργοστάσια στην
Αριζόνα. Στις 15
Απριλίου δόθηκαν 6,4
δισ. δολάρια στη Samsung
της Νότιας Κορέας για
την κατασκευή
εργοστασίων στο Τέξας.
Στην «εργαλειοθήκη» των
ΗΠΑ περιλαμβάνεται
επίσης ο νόμος IRA, ένα
πακέτο πράσινων
επιδοτήσεων ύψους 369
δισ. δολαρίων που
ψηφίστηκε το
2022.Υποστηρίζει την
εγχώρια παραγωγή
πράσινου εξοπλισμού μέσω
φορολογικών πιστώσεων.
Εν τω μεταξύ, η Αμερική
διατηρεί υψηλούς δασμούς
στα κινεζικά
φωτοβολταϊκά και
ηλεκτρικά οχήματα,
14,25% και 25%
αντίστοιχα.
Ωστόσο, η Κίνα έχει
προβάδισμα στην πράσινη
τεχνολογία. Η Longi
είναι ο μεγαλύτερος
κατασκευαστής
φωτοβολταϊκών στον
κόσμο, η CATL είναι ο
μεγαλύτερος
κατασκευαστής μπαταριών
και η BYD «μονομαχεί» με
την Tesla για τον τίτλο
του μεγαλύτερου
κατασκευαστή ηλεκτρικών
οχημάτων στον κόσμο.
Ωστόσο, η κινεζική
παραγωγή τσιπ ημιαγωγών
ήταν χειρότερη του
αναμενόμενου, παρά τις
κυβερνητικές επιδοτήσεις
ύψους περίπου 150 δισ.
δολαρίων την τελευταία
δεκαετία.
Τι μέλλει γενέσθαι μετά
τις εκλογές
Το πρώτο θύμα στον
τεχνολογικό πόλεμο
ΗΠΑ-Κίνας ήταν η Huawei
επί της κυβέρνησης
Τραμπ. Το ερώτημα,
σύμφωνα με τον
Economist, είναι το τι
θα ακολουθήσει μετά τις
αμερικανικές εκλογές του
Νοεμβρίου. Όποιος και αν
κερδίσει, ο επόμενος
πρόεδρος είναι σχεδόν
βέβαιο ότι θα ξεκινήσει
μια νέα εκστρατεία τύπου
Huawei εναντίον άλλων
κινεζικών τεχνολογικών
κολοσσών.
Αν εκλεγεί ο Τραμπ, οι
ξένες εταιρείες θα
επιπλέον λόγους να
ανησυχούν. Η TSMC είναι
ένας από αυτούς: τον
Ιούλιο του 2023 ο κ.
Τραμπ παραπονέθηκε για
το ότι η Ταϊβάν είχε
πάρει την αμερικανική
επιχείρηση ημιαγωγών.
Αλλά είναι οι
νοτιοκορεατικές
εταιρείες η SK Hynix και
η Samsung, που
ξεχωρίζουν περισσότερο,
έχοντας επενδύσει
περίπου 35 δισ. δολάρια
στην Κίνα από το 2020.
«Ο Τραμπ θα παίξει πολύ
πιο σκληρά με τους
Κορεάτες», υπογραμμίζει
ένας υπάλληλος του
Κογκρέσου που ασχολείται
με την κινεζική
τεχνολογική πολιτική.
Υπό τον Τραμπ,
υποστήριξε στον
Economist, οι
αμερικανικές επιδοτήσεις
θα συνοδεύονται από την
απαίτηση να μην
επενδύουν καθόλου στην
Κίνα.
Οι επιχειρήσεις σε
συναφείς κλάδους
βρίσκονται επίσης σε
επιφυλακή. Η MGI Tech,
ένα spin-off του
κινεζικού γίγαντα BGI,
είναι πιθανό να
αποτελέσει στόχο. Οι
Ρεπουμπλικάνοι,
ειδικότερα, είναι
αναστατωμένοι επειδή τα
μηχανήματα της MGI έχουν
εγκατασταθεί σε
ευρωπαϊκά νοσοκομεία.
Οι αμερικανικές
εταιρείες δεν είναι
επίσης εντελώς χαλαρές.
Παρόλο που σύμβουλοι και
δικηγόροι πιστεύουν ότι
ο νόμος για τους
ημιαγωγούς θα παραμείνει
σε ισχύ, ορισμένες
μεγάλες εταιρείες, όπως
η Intel, μπορεί να
ενδιαφέρονται να
γνωρίζουν ότι οι
συμβάσεις που διέπουν
τις εκταμιεύσεις τους
βάσει αυτού είναι
ακλόνητες. «Θέλουμε να
βεβαιωθούμε ότι είναι
νομικά δεσμευτικό», λέει
ένα στέλεχος της
βιομηχανίας των
ημιαγωγών στον
Economist.
Πώς θα απαντήσει η Κίνα
στο μέτωπο των ημιαγωγών
Εάν οι ΗΠΑ λάβουν μέτρα
εναντίον των κινεζικών
κατασκευαστών ημιαγωγών,
η Κίνα δεν θα μείνει με
σταυρωμένα τα χέρια. Για
παράδειγμα το 2023
τοποθέτησε ελέγχους στις
εξαγωγές του γαλλίου και
του γερμανίου, δύο
υλικών που είναι μικρά,
αλλά σημαντικά συστατικά
στη διαδικασία παραγωγής
ημιαγωγών. Η Κίνα
μάλιστα παρείχε το 98%
και το 60% της
παγκόσμιας παραγωγής το
2022.
Πιο ισχυρές είναι οι
κινεζικές προσπάθειες να
κυριαρχήσουν στην
παραγωγή λιγότερο
τεχνολογικά προηγμένων
ημιαγωγών. Ένα ανοιχτό
ερώτημα στον τεχνολογικό
πόλεμο είναι ο βαθμός
στον οποίο ο αυξανόμενος
κινεζικός έλεγχος της
παραγωγής λιγότερο
προηγμένων ημιαγωγών
μπορεί να ικανοποιήσει
την παγκόσμια ζήτηση για
το είδος των υπολογισμών
που συναντάμε στις
ηλεκτρικές συσκευές και
τα έξυπνα δίκτυα.
Τι ισχύει για τις
πράσινες τεχνολογίες
Σε αυτό το μέτωπο,
παρατηρεί ο Economist,
οι ΗΠΑ δεν έχουν πολλά
που θα μπορούσαν να
αρνηθούν στην Κίνα, και
έτσι το σχέδιό για τα
επόμενα χρόνια είναι να
μην έχει η Κίνα πρόσβαση
στην αγορά της, τη
δεύτερη μεγαλύτερη στον
κόσμο, και να πείσει
τους συμμάχους να κάνουν
το ίδιο. Ο Μπάιντεν
πιθανότατα θα συνεχίσει
τον φιλικό προς το κλίμα
δρόμο που ακολούθησε
στην πρώτη θητεία του.
Θα ενισχύσει τους
δεσμούς με τους
συμμάχους και θα
χρησιμοποιήσει δημόσιο
χρήμα για να επιταχύνει
την απεξάρτηση της
Αμερικής από τον
άνθρακα, ενώ θα
εμποδίσει πολλές, αν όχι
όλες, τις κινεζικές
εισαγωγές. Ο Τραμπ είναι
μια διαφορετική ιστορία.
Οι συζητήσεις για την
πιο επιθετική, κλιματικά
μη-γνωστικιστική
προσέγγιση που είναι
πιθανό να υιοθετήσει ήδη
ταράζουν τα στελέχη στην
Αμερική και σε όλο τον
κόσμο.
Ένας ακραίος στόχος
μπορεί να είναι η
απομάκρυνση όλων των
κινεζικών εξαρτημάτων
από τις αλυσίδες
εφοδιασμού, τη
δημιουργία των οποίων
ενθαρρύνει ο ΙRA. «Η
δυνατότητα των κινεζικών
εταιρειών να λάβουν έστω
και μία δεκάρα από τον
IRA θα χαθεί.
Ο Τραμπ παράλληλα, έχει
αποκαλέσει τα ηλεκτρικά
οχήματα «φάρσα» και λέει
ότι τα κινεζικής
κατασκευής ηλεκτρικά
οχήματα θα καταστρέψουν
την αμερικανική
αυτοκινητοβιομηχανία.
Οι κινεζικές εταιρείες
φωτοβολταϊκών,
ηλεκτρικών οχημάτων και
μπαταριών θα συνεχίσουν
να προσπαθούν να βρουν
τρόπους να εισέλθουν
στις αμερικανικές και
ευρωπαϊκές αγορές. Αυτό
θα μπορούσε να γίνει
μέσω κοινοπραξιών με
εγχώριες εταιρείες, ή
μέσω εργοστασίων που
κατασκευάζονται σε χώρες
όπως το Μεξικό με το
οποίο οι ΗΠΑ έχουν
συνάψει συμφωνία
ελεύθερου εμπορίου.
Στους ημιαγωγούς η Κίνα
έχει δύναμη στην αγορά,
αλλά όχι τεχνολογική
κυριαρχία. Στην πράσινη
τεχνολογία έχει και τα
δύο.
Οι επιπτώσεις της
παράτασης του «πολέμου»
Οι πιθανές επιπτώσεις
της παράτασης του
τεχνολογικού πολέμου
μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας
είναι απογοητευτικές,
σχολιάζει ο Economist.
Κάθε αμερικανική
κυβέρνηση που πολεμά την
Κίνα σε όλα τα μέτωπα θα
μπορούσε να χάσει την
εστίαση στα μέτωπα που
έχουν μεγαλύτερη
σημασία. Οι κινεζικές
εξαγωγές πράσινης
τεχνολογίας ανθούν σε
όλο τον κόσμο και οι
εγκαταστάσεις εντός της
Κίνας αυξάνονται
ταχύτερα από οπουδήποτε
αλλού, οπότε η άρνηση
πρόσβασης στην
αμερικανική αγορά μπορεί
να μην συμβάλλει και
τόσο για να
αποδυναμωθούν οι
κινεζικές επιχειρήσεις.
Η αμερικανική πολιτική
θα μπορούσε επίσης να
αποξενώσει τους
ευρωπαίους συμμάχους
αλλά και τους Ιάπωνες,
με τους οποίους ο
Μπάιντεν έχει
οικοδομήσει σημαντικές
σχέσεις.
Ωστόσο, το μεγαλύτερο
κόστος από τον
τεχνολογικό πόλεμο θα
μπορούσε να είναι η
διχοτόμηση των
παγκόσμιων βιομηχανιών
της πληροφορικής και της
ενεργειακής τεχνολογίας,
που θα οδηγήσει σε ύφεση
της οικονομικής
ανάπτυξης και σε
βραδύτερη απεξάρτηση από
τον άνθρακα. Πιθανώς θα
επιταχύνουν τις μυστικές
προσπάθειες των
επιχειρήσεων να
αναπτύξουν προσφορές για
την κινεζική αγορά, επί
των οποίων η αμερικανική
κυβέρνηση έχει ελάχιστο
ή καθόλου έλεγχο. Αυτό
θα μπορούσε ακούσια να
δώσει στην Κίνα
μεγαλύτερη δύναμη να
θέτει τεχνολογικά
πρότυπα σε μέρη του
κόσμου που χρησιμοποιούν
τον εξοπλισμό της.
Πηγή: The Power Game |