Ωστόσο,
σημειώνει ρεπορτάζ της
Καθημερινής,
παρατηρείται και μεγάλη
διαφορά στα ποιοτικά
χαρακτηριστικά, καθώς το
μέσο ακίνητο που
αγόραζαν οι Ελληνες το
2008 ήταν ηλικίας 20-30
ετών. Αντιθέτως, σήμερα
η μέση αγορά αφορά
κατοικία ηλικίας 40
ετών, κάτι που δείχνει
ότι παρότι οι τιμές
είναι υψηλότερες, με τα
χρήματα αυτά αγοράζονται
χειρότερης ποιότητας
ακίνητα σε σχέση με το
2008. Τα παραπάνω
στοιχεία παρουσίασε, στο
πλαίσιο του ετήσιου
συνεδρίου ακινήτων
Prodexpo, η κ. Βασιλική
Βλαχοστεργίου,
αναπληρώτρια επικεφαλής
του τομέα ανάλυσης
αγοράς ακινήτων της
Τράπεζας της Ελλάδος
(ΤΤΕ).
Οπως
ανέφερε η κ.
Βλαχοστεργίου, «την ίδια
περίοδο, δηλαδή από το
2008 μέχρι σήμερα, το
πραγματικό εισόδημα των
νοικοκυριών έχει μειωθεί
κατά 20%, κάτι που
δυσχεραίνει την απόκτηση
κατοικίας. Είναι
προφανές ότι υπάρχει
τεράστιο έλλειμμα σε
ποιοτικά ακίνητα που να
καλύπτουν τις ανάγκες
των νοικοκυριών, καθώς ο
αριθμός των οικοδομικών
αδειών που εκδόθηκαν σε
μόλις ένα έτος, το 2005,
είναι ανάλογος του
αριθμού των αδειών για
όλα τα χρόνια από το
2011 μέχρι και τις αρχές
του 2024».
Οπως
εξήγησε χαρακτηριστικά ο
κ. Νίκος Τσάτσης,
επικεφαλής ανάπτυξης της
Plasis Real Estate +
Development, «οι τιμές
πώλησης κατοικιών έχουν
αυξηθεί πολύ περισσότερο
από τους μισθούς, με
αποτέλεσμα, ακόμη και με
δανεισμό, να είναι
δύσκολη η απόκτηση
ακινήτου και πολλοί να
στρέφονται σε
οικονομικότερες λύσεις».
Ο κ. Τσάτσης επισήμανε
και ότι η αγορά του
ακινήτου ήταν
οικογενειακή υπόθεση στο
παρελθόν, καθώς
συνοδευόταν από
σημαντική υποστήριξη από
την οικογένεια, π.χ.
μέσω δωρεών, ή και
πώλησης ενός παλιότερου
ακινήτου. Μετά την κρίση
όμως, τα οικονομικά αυτά
αποθέματα έχουν μειωθεί
και δεν υπάρχει ακίνητη
περιουσία προς πώληση,
προκειμένου να
χρηματοδοτηθεί η αγορά
νέου ακινήτου.
Παράλληλα, όπως δείχνουν
τα επίσημα στοιχεία, το
ποσοστό της
ιδιοκατοίκησης έχει
πλέον υποχωρήσει σε
ιστορικά χαμηλό επίπεδο.
Σύμφωνα με την κ.
Βλαχοστεργίου, από εκεί
που ήταν πάνω από 80%
τις δεκαετίες του 1980
και του 1990, βρέθηκε
στο 75% στις αρχές του
2000, αυξήθηκε λίγο στο
77% στο τέλος της ίδιας
δεκαετίας, αλλά πλέον
έχει υποχωρήσει σε μόλις
69,6% με βάση τα
τελευταία στοιχεία της
Eurostat για το 2023.
«Υπολογίζω δε ότι στην
Αθήνα το σχετικό ποσοστό
είναι χαμηλότερο και δεν
ξεπερνάει το 64%-65%»,
σημείωσε χαρακτηριστικά
η κ. Βλαχοστεργίου.
Κάπως
έτσι εξηγείται και το
γιατί το πρόγραμμα
«Σπίτι μου» είχε τόσο
υψηλή ανταπόκριση.
Σύμφωνα με τον κ. Σπύρο
Πρωτοψάλτη, διοικητή της
∆ΥΠΑ, «με βάση την
εικόνα που έχουμε, χάρις
στο πρόγραμμα
αποκτήθηκαν 3.500
κατοικίες στην Αττική κι
άλλες 2.200 στη
Θεσσαλονίκη. Μάλιστα, το
90% των δικαιούχων που
χρηματοδοτήθηκαν είχαν
οικογενειακό εισόδημα
έως 26.000 ευρώ, ενώ το
60% ήταν νέα ζευγάρια».
Ενα από
τα ζητήματα που θα
μπορούσαν να
συνεισφέρουν στο μεγάλο
έλλειμμα προσφοράς, που
τελικά ευθύνεται για τη
συνεχή άνοδο των τιμών,
είναι ασφαλώς η
διοχέτευση περισσότερων
ακινήτων μέσω των
τραπεζών και των
εταιρειών διαχείρισης
απαιτήσεων. Σύμφωνα με
τον κ. Αντώνη
Μαρκόπουλο, διευθύνοντα
σύμβουλο και συνιδρυτή
της Prosperty, ψηφιακής
πλατφόρμας διαχείρισης
και προώθησης ακινήτων,
«από το 2024 και μετά θα
δούμε εντατικοποίηση των
πλειστηριασμών ακινήτων
από τους servicers,
καθώς σχεδιάζουν την
ανάκτηση περίπου 5.000
κατοικιών σε ετήσια
βάση». Σταδιακά, τα
ακίνητα αυτά θα περάσουν
και στην αγορά κατοικίας
προς πώληση, αν και
ασφαλώς συνεχίζονται οι
δυσκολίες και οι
μακροχρόνιες διαδικασίες
για κάτι τέτοιο, λόγω
των γραφειοκρατικών
ζητημάτων που συνοδεύουν
την κάθε μεταβίβαση
ακινήτου σήμερα.
Σημαντική ώθηση στην
προσφορά κατοικιών, αλλά
σε μεταγενέστερο χρόνο,
είναι πιθανό να προκύψει
και από το ίδιο το
∆ημόσιο. Οπως ανέφερε ο
υπ. Εθνικής Οικονομίας
και Οικονομικών Κωστής
Χατζηδάκης,
«ολοκληρώθηκε ο
διαγωνισμός για τον
συντονισμό του έργου της
χαρτογράφησης 36.000
ακινήτων της ΕΤΑ∆ και
σταδιακά έως 1.000 από
αυτά θα μπουν σε άμεσο
πλάνο ωρίμανσης. Θα
αλλάξουμε όμως τη
διαδικασία, δεν θα
έχουμε 1.000
διαγωνισμούς, θα κάνουμε
εταιρείες συμμετοχών
(holding), μετά από
σχετικές μελέτες που θα
γίνουν. Θα ομαδοποιηθούν
πολλά από αυτά τα
ακίνητα, το ∆ημόσιο θα
κρατήσει μειοψηφική
συμμετοχή και οι
ιδιώτες, αφού κερδίσουν
τους διαγωνισμούς, θα
αναλάβουν την αξιοποίησή
τους. Αυτό είναι ένα
μεγάλο στοίχημα. Με
αυτόν τον τρόπο θα είναι
πιο γρήγορες οι
διαδικασίες από το να
προσπαθήσουμε ένα ένα να
τα αξιοποιήσουμε».
Πηγή:
Money Review
|