Ο Τραμπ
είναι σαφές ότι δεν
προτίθεται να συνεχίσει
να πληρώνει τεράστια
ποσά για την ασφάλεια
που παρέχει το ΝΑΤΟ στην
Ευρώπη. Η άποψή του αυτή
ήταν σαφής από την πρώτη
του θητεία, είναι σαφής
και τώρα.
Η Ευρώπη
πλέον αναγκάζεται να
επισπεύσει κατά πολύ την
εφαρμογή πολιτικών που
αποσκοπούν στην ενίσχυση
της δικής της ασφάλειας
με ίδια μέσα κι όχι
υποχρεωτικά δια μέσου
του ΝΑΤΟ. Εδώ η Ελλάδα
έχει σαφές πλεονέκτημα,
καθώς είναι η χώρα που
έχει ένα από τα
υψηλότερα ποσοστά
δαπανών για την ασφάλειά
της, που ξεπερνά το 3%
του ελληνικού ΑΕΠ.
Παράλληλα η χώρα μας
έχει να επιδείξει
σημαντική προσπάθεια
στην κατεύθυνση της
επίλυσης τοπικών και
περιφερειακών διενέξεων.
Οριοθέτησε θαλάσσιες
ζώνες με Ιταλία και
μερικώς με Αίγυπτο,
παραπέμπει το ίδιο
πρόβλημα που έχει με την
Αλβανία, σε διεθνές
δικαιοδοτικό όργανο, ενώ
έχει επιτύχει πολύμηνη
ύφεση στο Αιγαίο και
διερεύνηση πιθανότητας
για οριοθέτηση
υφαλοκρηπίδας με την
Τουρκία.
Η σχέση
με τον Ερντογάν
Αναμφίβολα, πρόκειται
για σημαντικές πολιτικές
που κινούνται στο πνεύμα
Τραμπ ο οποίος, ασφαλώς,
στο παρελθόν είχε
προσωπική σχέση με τον
Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν,
ωστόσο με την ανάληψη
των καθηκόντων του τον
Ιανουάριο θα βρεθεί
ενώπιον μιας εντελώς
νέας κατάστασης στις
ελληνοτουρκικές σχέσεις
με πολύμηνη ηρεμία και
αμοιβαία διάθεση για
διάλογο. Από την άλλη
μεριά, είναι εξίσου
βέβαιο ότι ο Ερντογάν θα
πιέσει τον παλιό του
φίλο σε θέματα, όπως το
«ξεπάγωμα» της πώλησης
των αμερικανικών F35
στην Άγκυρα.
Οι καλές
σχέσεις των δυο ανδρών,
βέβαια, δεν απέτρεψαν
τον Ντόναλντ Τραμπ στην
πρώτη του θητεία να πει
δημόσια ότι θα βούλιαζε
την οικονομία της
Τουρκίας. Παράλληλα τώρα
ο Ερντογάν έχει ταχθεί
σαφώς και χωρίς
περιστροφές υπέρ της
Χαμάς και της Χεσμπολάχ
στο Μεσανατολικό, κάτι
που τον απομακρύνει πολύ
από τις θέσεις και την
πολιτική Τραμπ στο θέμα
αυτό.
Σημαντική επίσης για τον
νέο Αμερικανό πρόεδρο θα
είναι η στενή στήριξη
που παρέχει στο Ισραήλ η
ελληνική κυβέρνηση. Οι
πολυεπίπεδες σχέσεις των
δυο κρατών, που έχουν
αναπτυχθεί στον
διπλωματικό, τον
οικονομικό αλλά και τον
στρατιωτικό τομέα,
βρίσκεται στο ίδιο μήκος
κύματος με την ολόπλευρη
στήριξη που είναι
έτοιμος να παράσχει στον
Νετανιάχου ο Τραμπ.
Μάλιστα
στην τριμερή Ελλάδας-
Κύπρου- Ισραήλ που είχε
πραγματοποιηθεί το 2019
στο Τελ Αβίβ, μετείχε
και ο Μάικ Πομπέο, τότε
Αμερικανός υπουργός
Εξωτερικών, σημερινός
στενός συνεργάτης του
Ντόναλντ Τραμπ που
αναμένεται να αναλάβει
κρίσιμο χαρτοφυλάκιο
(πιθανόν το υπουργείο
Άμυνας) κι ο οποίος
βρέθηκε ιδιωτικά πριν
λίγες μέρες στην Ελλάδα
και δείπνησε μαζί με τον
πρωθυπουργό Κυριάκο
Μητσοτάκη.
Το
μέτωπο της Ουκρανίας
Αντίθετα, στο μέτωπο της
Ουκρανίας τα πράγματα
είναι ακόμα αδιαμόρφωτα.
Ο νέος ένοικος του
Λευκού Οίκου προφανώς
θέλει να κλείσει το
συντομότερο η ανοικτή
πληγή των συνεχών
πολεμικών συγκρούσεων,
αλλά το ερώτημα είναι με
ποιο τίμημα θα γίνει
αυτό. Η Ελλάδα στέκεται
στο πλευρό της Ουκρανίας
μαζί με τα περισσότερα
κράτη της Δύσης, πάντως
έως τώρα δεν είναι σαφές
αν οι ΗΠΑ του Τραμπ θα
αποσυρθούν αφήνοντας τις
δυο χώρες να λύσουν
μόνες τους τα προβλήματά
τους, κάτι που ασφαλώς
θα ευνοήσει τον
Βλαντιμίρ Πούτιν, ή αν
θα εμπλακεί με κάποιον
τρόπο στην κατεύθυνση
της ειρήνευσης.
Στο
πεδίο των διμερών
σχέσεων, Ελλάδα και ΗΠΑ
έχουν μια στενή
συνεργασία πέρα από
εναλλαγή κυβερνήσεων
στις δυο χώρες. Από τα
τέλη της περασμένης
δεκαετίας έχει ξεκινήσει
ο στρατηγικός διάλογος
Αθήνας- Ουάσιγκτον, που
επισφραγίστηκε το 2021
με την υπογραφή της
Συμφωνίας Αμοιβαίας
Αμυντικής Συνεργασίας.
Ο Τραμπ,
πάντως, είναι ένας
απρόβλεπτος πολιτικός.
Κέρδισε τις εκλογές
στηριγμένος σε
διαπρύσιους λόγους
εχθρότητας και διχασμού,
κι όταν οριστικοποιήθηκε
η νίκη του, χθες νωρίς
το πρωί ώρα Ελλάδας,
εκφώνησε τον πιο ενωτικό
λόγο που ακούσαμε ποτέ
από τα χείλη του.
Συνεπώς πρέπει να δούμε
στην πράξη τις επιλογές
του και τότε να τον
κρίνουμε.
Πηγή:
Ημερησία
|