Η μόνιμη
επιτροπή του νομοθετικού
σώματος της Κίνας
συνήλθε τη Δευτέρα και
οι επενδυτές θα
αναζητούν ενδείξεις για
το μέγεθος μιας πιθανής
δημοσιονομικής τόνωσης.
Οι εκτιμήσεις
ποικίλλουν, αλλά
φαίνεται να κινούνται
κατά μέσο όρο περίπου
στα 10 τρισεκατομμύρια
γουάν, που αντιστοιχούν
σε 1,4 τρισ. δολάρια.
Αν και
το νούμερο είναι
σημαντικό, οι επενδυτές
θα πρέπει να δουν επίσης
και τον τρόπο με τον
οποίο θα ξοδευτούν στην
πραγματικότητα τα
χρήματα. Κρίνοντας από
όσα έχει πει έως τώρα η
κυβέρνηση, μπορεί αυτός
ο τρόπος να μην είναι
καθόλου τονωτικός.
Αναδιάρθρωση χρέους
Μεγάλο
μέρος του προγράμματος
είναι πιθανό να δοθεί
για την αναδιάρθρωση του
χρέους των τοπικών
κυβερνήσεων. Στο πέρασμα
των χρόνων, οι τοπικές
κυβερνήσεις έχουν
συσσωρεύσει χρέη, καθώς
επωμίζονται τον κύριο
όγκο των δημόσιων
δαπανών από τις υποδομές
έως την εκπαίδευση, ενώ
στερούνται αξιόπιστων
πηγών εσόδων για να τις
καλύψουν.
Για τον
σκοπό αυτόν, μεταξύ
άλλων, συνάπτουν δάνεια
μέσω κάποιων φορέων
εκτός ισολογισμού, που
ονομάζονται
χρηματοδοτικοί φορείς
τοπικής κυβέρνησης
(Local Government
Financing Vehicles –
LGFV). Οι τοπικές
κυβερνήσεις
χρησιμοποίησαν αυτές τις
ομιχλώδεις κρατικές
οντότητες για να
παρακάμψουν τα όρια
δανεισμού που επέβαλε το
Πεκίνο. Η Goldman Sachs
εκτιμά ότι στο τέλος του
2022 το χρέος των LGFV
ήταν περίπου στα 60
τρισεκατομμύρια γουάν.
Η
κατάρρευση της αγοράς
κατοικίας στην Κίνα έχει
μειώσει δραστικά τις
προσόδους από την πώληση
γης, που είναι μία από
τις κύριες πηγές εσόδων
για τις τοπικές
κυβερνήσεις. Αυτές με τη
σειρά τους περιέκοψαν
τις δαπάνες και αύξησαν
τους τοπικούς φόρους,
γεγονός που άσκησε ακόμη
μεγαλύτερη πίεση στην
οικονομία. Η Goldman
Sachs εκτιμά ότι εφέτος
υπάρχει έλλειμμα στα
κρατικά έσοδα της τάξης
των 2,3 τρισ. γουάν.
Το
Πεκίνο θα μπορούσε να
αναλάβει ένα μέρος του
χρέους των τοπικών
κυβερνήσεων. Αυτό θα τις
βοηθούσε να μειώσουν τις
δαπάνες για πληρωμή
τόκων και θα αποδέσμευε
πόρους για άλλους
σκοπούς.
Η
στεγαστική κρίση
Ενα άλλο
μεγάλο μέρος της
δημοσιονομικής τόνωσης
πιθανόν θα κατευθυνθεί
στην αντιμετώπιση της
βαθύτερης αιτίας της
σημερινής οικονομικής
δυσπραγίας: της
στεγαστικής κρίσης.
Η
κεντρική κυβέρνηση θα
μπορούσε να εκδώσει
ομόλογα για να αγοράσει
κάποια από τα
εκατομμύρια απούλητα
σπίτια. Η JP Morgan
εκτιμά ότι απαιτούνται 4
με 5 τρισεκατομμύρια
γουάν για να μειωθεί το
συγκεκριμένο απόθεμα σε
ένα επίπεδο στο οποίο οι
τιμές των κατοικιών θα
αρχίσουν να
σταθεροποιούνται. Δεν
πρόκειται για μια νέα
πολιτική: Νωρίτερα
εφέτος οι τοπικές
κυβερνήσεις πήραν
οδηγίες ώστε να αρχίσουν
να εκκαθαρίζουν το
υπερβάλλον απόθεμα, αλλά
στην πραγματικότητα δεν
έχουν τα δημοσιονομικά
μέσα για να υλοποιήσουν
το συγκεκριμένο μέτρο.
Περισσότερη άμεση
χρηματοδότηση από την
κεντρική κυβέρνηση ίσως
βοηθούσε. Είναι εξάλλου
πιθανό ένα κομμάτι της
ενίσχυσης να στοχεύσει
σε πεδία σχετικά με την
κατανάλωση, όπως η
αναβάθμιση των
προνοιακών επιδομάτων
και οι επιδοτήσεις για
αντικατάσταση
καταναλωτικών αγαθών.
Αυτό το
κομμάτι όμως ενδέχεται
να μην ανταποκριθεί στις
προσδοκίες των
επενδυτών, δεδομένης της
πάγιας διστακτικότητας
του Πεκίνου να δώσει
απευθείας επιδόματα. Η
λιτότητα που επιβλήθηκε
στους κατασκευαστές
ακινήτων και στις
τοπικές κυβερνήσεις έχει
ήδη βυθίσει την
οικονομία σε ένα σπιράλ
αποπληθωρισμού. Ενώ η
διευθέτηση των χρεών των
τοπικών κυβερνήσεων και
του στεγαστικού
αποθέματος είναι
σημαντικά μέτρα, είναι
πιθανόν απλώς να
αποτρέψουν τα χειρότερα,
χωρίς να είναι αρκετά
για να δώσουν ώθηση στην
ανάπτυξη.
Πτώση
εσόδων
Ενας
λόγος που το Πεκίνο
μπορεί να μην είναι
διατεθειμένο να
προχωρήσει σε μια
γενναία τόνωση της
κατανάλωσης είναι ότι το
χρέος κινείται ανοδικά,
ενώ τα φορολογικά έσοδα
ακολουθούν πτωτική
πορεία. Τα επίσημα
στοιχεία για το χρέος
της Κίνας το τοποθετούν
λίγο πάνω από το 50% του
ΑΕΠ, συμπεριλαμβανομένων
των τοπικών κυβερνήσεων
και της κεντρικής
κυβέρνησης. Ωστόσο, αν
στα μεγέθη αυτά
συμπεριληφθούν και οι
εκτός ισολογισμού LGFV,
ο λόγος του δημόσιου
χρέους της Κίνας προς το
ΑΕΠ της έχει αυξηθεί από
το 73%, που ήταν το
2019, στο 102% το
δεύτερο τρίμηνο του
Ιουνίου, σύμφωνα με τη
Morgan Stanley.
Το
πακέτο δημοσιονομικής
τόνωσης θα θέσει
πιθανότατα την κινεζική
οικονομία σε πιο
σταθερές βάσεις. Ωστόσο,
μην περιμένετε ότι η
ανάπτυξη θα ανεβάσει
ταχύτητα.
Πηγή:
The Wall Street Journal
|