Πρόκειται για θεαματική
μεταστροφή σε σχέση με
δύο μήνες νωρίτερα, όταν
η αγορά περίμενε πτώση
του ευρώ, ακόμα και
μέχρι την απόλυτη
ισοτιμία με το δολάριο,
λόγω της εκτίμησης ότι
οι δασμοί θα ανάγκαζαν
την Ευρωπαϊκή Κεντρική
Τράπεζα να προχωρήσει σε
πιο έντονη νομισματική
χαλάρωση. Τώρα, οι
επενδυτές εμφανίζονται
περισσότερο ανήσυχοι για
το ενδεχόμενο οι
πολιτικές του Τραμπ να
πλήξουν την αμερικανική
οικονομία,
αντιστρέφοντας τις
ισχυρές εισροές
κεφαλαίων προς το
δολάριο που είχαν
σημειωθεί τα τελευταία
χρόνια. Οι ανησυχίες
αυτές οδήγησαν την
Πέμπτη τον δείκτη
δολαρίου Bloomberg στη
μεγαλύτερη ημερήσια
πτώση που έχει ποτέ
καταγραφεί.
«Το ευρώ
είναι πιθανό να
συγκαταλέγεται στους
μεγάλους ωφελημένους από
την επιβράδυνση ή την
αντιστροφή αυτών των
εισροών, καθώς σε μεγάλο
βαθμό προέρχονταν από
Ευρωπαίους επενδυτές»,
δήλωσε ο Dominic
Bunning, στρατηγικός
αναλυτής της Nomura,
επισημαίνοντας ότι
υπάρχει περιθώριο για
«μια διαρθρωτική
αναπροσαρμογή» υπέρ του
κοινού νομίσματος.
Παρότι
οι αγορές εξακολουθούν
να προεξοφλούν επιπλέον
μέτρα νομισματικής
χαλάρωσης από την ΕΚΤ,
πλέον προβλέπεται ότι
αυτά θα είναι ηπιότερα
σε σχέση με εκείνα της
Fed. Οι traders εκτιμούν
πως στην Ευρώπη θα
πραγματοποιηθούν τρεις
μειώσεις επιτοκίων κατά
0,25 ποσοστιαίες μονάδες
μέσα στο έτος, έναντι
τεσσάρων μειώσεων στις
ΗΠΑ.
«Ο
αυξανόμενος κίνδυνος
ύφεσης στην αμερικανική
οικονομία θα αναγκάσει
τη Fed να κινηθεί πιο
επιθετικά σε επίπεδο
νομισματικής πολιτικής,
ενώ σύμφωνα με τα
υποδείγματά μας, το
δολάριο εξακολουθεί να
είναι υπερτιμημένο κατά
περίπου 15%», ανέφερε ο
Luca Paolini, επικεφαλής
στρατηγικής της Pictet
Asset Management.
Μέχρι
στιγμής, το μεγαλύτερο
πλήγμα από την επιβολή
των δασμών του Τραμπ το
έχουν υποστεί οι
αμερικανικές αγορές. Η
εξέλιξη αυτή έρχεται σε
αντίθεση με τη συνήθη
τάση όπου, σε περιόδους
παγκόσμιας αβεβαιότητας,
το δολάριο ενισχύεται
και το ευρώ
αποδυναμώνεται.
Η
αναστροφή της πορείας
του ευρώ ξεκίνησε τον
προηγούμενο μήνα, όταν η
Γερμανία προχώρησε σε
αύξηση των δημοσίων
δαπανών. Παράλληλα,
ενισχύθηκαν οι
προσδοκίες ότι οι
επενδύσεις σε
στρατιωτικό εξοπλισμό
και υποδομές στην Ε.Ε.
θα μπορούσαν να
θωρακίσουν την ευρωπαϊκή
οικονομία απέναντι στον
αντίκτυπο των δασμών.
Ορισμένοι επενδυτές
εστιάζουν επίσης στην
πρόοδο όσον αφορά την
άρση ρυθμιστικών
περιορισμών για τις
επιχειρήσεις, κάτι που
θεωρείται ως επιπλέον
καταλύτης.
Η αλλαγή
τάσης αποτυπώνεται και
στην αγορά παραγώγων
συναλλάγματος, όπου οι
επενδυτές είτε ποντάρουν
είτε αντισταθμίζουν τον
κίνδυνο περαιτέρω
ενίσχυσης του ευρώ. Την
Πέμπτη, η ζήτηση για
δικαιώματα αγοράς ευρώ
έναντι του δολαρίου για
ορίζοντα ενός έτους
ξεπέρασε τη ζήτηση για
δικαιώματα πώλησης, κάτι
που συνέβη για πρώτη
φορά από το 2021.
«Αυτό
που παρατηρούμε στην
Ευρώπη είναι ένας
συνδυασμός νομισματικών,
δημοσιονομικών και
ρυθμιστικών κινήτρων»,
δήλωσε η Karen Ward,
επικεφαλής στρατηγικής
της JP Morgan Asset
Management για την
περιοχή EMEA, στο
Bloomberg TV, εξηγώντας
τις προσδοκίες για τις
μελλοντικές κινήσεις των
Ευρωπαίων υπευθύνων
πολιτικής. «Αυτός είναι
και ο λόγος που βλέπετε
τα ευρωπαϊκά περιουσιακά
στοιχεία και το ευρώ να
υπεραποδίδουν, ακόμη και
με τα επιτόκια να
κινούνται πτωτικά».
Η
ενίσχυση του ευρώ
αντικατοπτρίζει και μια
γενικότερη μεταστροφή
του επενδυτικού κλίματος
έναντι των ΗΠΑ, καθώς η
πολιτική «Πρώτα η
Αμερική» του Τραμπ ασκεί
πίεση στις προοπτικές
της αμερικανικής
οικονομίας και των
αγορών. Τα τελευταία
στοιχεία που
δημοσιοποιήθηκαν την
Πέμπτη έδειξαν ότι οι
επαναλαμβανόμενες
αιτήσεις για επιδόματα
ανεργίας στις ΗΠΑ
ανήλθαν στο υψηλότερο
επίπεδο από τον Νοέμβριο
του 2021.
Παρά τη
ραγδαία ενίσχυση του
ευρώ, αρκετοί αναλυτές
αναμένουν κάποια μορφή
διόρθωσης. Υπάρχουν
επίσης ερωτήματα για το
κατά πόσο η Ευρωπαϊκή
Ένωση μπορεί πραγματικά
να προστατεύσει
αποτελεσματικά την
οικονομία της, με
δεδομένες τις συχνά
αργές και
κατακερματισμένες
διαδικασίες λήψης
αποφάσεων.
Ωστόσο,
ακόμη και αν οι
ευρωπαϊκές πολιτικές
καθυστερήσουν, η
αξιοπιστία των αποφάσεων
των ΗΠΑ τίθεται επίσης
υπό αμφισβήτηση. Ο
τρόπος υπολογισμού των
δασμών εξέπληξε
οικονομολόγους και
κυβερνήσεις, προκαλώντας
ανησυχία στους
επενδυτές. Στρατηγικοί
αναλυτές της Deutsche
Bank AG έχουν
προειδοποιήσει για μια
ενδεχόμενη κρίση
εμπιστοσύνης στο
δολάριο.
«Με βάση
τα ερωτήματα που έχουν
ανακύψει γύρω από τον
υπολογισμό των δασμών,
εκτιμούμε ότι η αδυναμία
του δολαρίου οφείλεται
εν μέρει σε μια
αυξανόμενη έλλειψη
εμπιστοσύνης στους
υπεύθυνους χάραξης
πολιτικής των ΗΠΑ»,
δήλωσε ο Win Thin,
στρατηγικός αναλυτής της
Brown Brothers Harriman.
«Αν ισχύει κάτι τέτοιο,
τότε η αποκατάσταση της
εμπιστοσύνης θα είναι
ιδιαίτερα δύσκολη,
ανεξαρτήτως των
μελλοντικών οικονομικών
στοιχείων».
|