Το
στίγμα των νέων
προκλήσεων το έδωσε η
γενική διευθύντρια
του Διεθνούς
Νομισματικού
Ταμείου, Κρισταλίνα
Γκεοργκίεβα, σε ομιλία
της εν όψει της ετήσιας
συνόδου του Ταμείου και
της Παγκόσμιας Τράπεζας
στην Ουάσιγκτον αυτή την
εβδομάδα.
Η
Γκεοργκίεβα αναφέρθηκε
σε έναν δυσβάσταχτο
συνδυασμό χαμηλής
ανάπτυξης και υψηλού
χρέους και
τόνισε την ανάγκη οι
κυβερνήσεις να
αντιμετωπίσουν τα
προβληματικά δημόσια
οικονομικά τους καθώς το
ΔΝΤ προβλέπει ότι το
παγκόσμιο δημόσιο χρέος
θα φθάσει φέτος τα 100
τρις. δολάρια, κυρίως
λόγω της εκτίναξής του
στις ΗΠΑ και την Κίνα.
Γκεοργκίεβα: Μην
περιμένετε πάρτι νίκης
Δεν είναι ώρα για
πανηγυρισμούς, είπε,
υπογραμμίζοντας ότι δεν
υπάρχουν περιθώρια
εφησυχασμού. «Μην
περιμένετε πάρτι νίκης»,
σημείωσε, προσθέτοντας
πως η προσδοκία της
είναι ότι οι
αξιωματούχοι που θα
συρρεύσουν στην
Ουάσιγκτον «θα φύγουν
κάπως πιο φοβισμένοι»,
ελπίζοντας ότι θα
εντείνουν τη δράση
τους.
Το ΔΝΤ θα παρουσιάσει
αύριο τις νέες
προβλέψεις του για την
παγκόσμια ανάπτυξη.
Στην ενδιάμεση έκθεση
του Ιουλίου προέβλεπε
ανάπτυξη της παγκόσμιας
οικονομίας 3,2% φέτος
και 3,3% το 2025.
Ενώ ο
κόσμος έχει ξεπεράσει το
πληθωριστικό σοκ που
συμβαίνει μία φορά στα
30 χρόνια, θα
υπάρξει μόνιμος
αντίκτυπος στα
εισοδήματα των
νοικοκυριών, δεδομένης
της εκτίναξης των τιμών,
προειδοποίησε η
Γκεοργκίεβα.
Πρόβλημα
η μειωμένη εμπιστοσύνη
Οι
προεδρικές εκλογές
στις ΗΠΑ και οι πόλεμοι
στη Μέση Ανατολή και την
Ουκρανία έχουν συμβάλει
στην εξασθένιση της
εμπιστοσύνης
επιχειρήσεων και
νοικοκυριών, με τους δείκτες
Brookings-Financial
Times να έχουν μειωθεί
απότομα ή να
παραμένουν σε αρνητικό
έδαφος.
Η ανεργία στις
προηγμένες οικονομίες
παραμένει στα ίδια
επίπεδα με εκείνα που
βρισκόταν το 2022, τη
χρονιά που οι κεντρικές
τράπεζες άρχισαν να
αυξάνουν τα επιτόκια με
τον ταχύτερο ρυθμό των
τελευταίων δεκαετιών.
Οι
Αμερικανοί καταναλωτές
συνεχίζουν να ξοδεύουν
και οι αμερικανικές
εταιρείες συνεχίζουν να
προσλαμβάνουν. Και ενώ η
ζήτηση αποδυναμώνεται
στην Ευρώπη, η οικονομία
της δεν αναμένεται να
εισέλθει σε ύφεση,
σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή
Κεντρική Τράπεζα.
Παράλληλα, η Κίνα
ενισχύει τα μέτρα που
παίρνει για να
σταματήσει την κρίση
στον τομέα των ακινήτων.
Οι
εκλογές στις ΗΠΑ
Η
ανθεκτικότητα των
μεγάλων οικονομιών του
κόσμου αναμένεται να
επηρεαστεί από το
αποτέλεσμα των
αμερικανικών εκλογών.
Ενώ η
αντιπρόεδρος Κάμαλα
Χάρις θα συνεχίσει σε
γενικές γραμμές την
πολιτική του προέδρου
Τζο Μπάιντεν, ο
αντίπαλός της, Ντόναλντ
Τραμπ, έχει εξαγγείλει
πολιτικές που θα
προκαλέσουν σοκ στο
παγκόσμιο εμπόριο.
Ο Τραμπ έχει πει ότι θα
επιβάλει δασμούς
τουλάχιστον 10% σε όλα
τα εισαγόμενα αγαθά και
60% -ή και περισσότερο-
στα αγαθά από την Κίνα. Αυτή
είναι μια συνταγή που θα
έσπερνε «χάος για τις
επιχειρήσεις» σύμφωνα με
κοινή ανάλυση της Wendy
Edelberg του Ινστιτούτου
Brookings και του
Maurice Obstfeld του
Ινστιτούτου Peterson για
τα Διεθνή Οικονομικά..
Ωστόσο,
οι οικονομικές
προβλέψεις δείχνουν ότι οι
ΗΠΑ είναι αυτές που
έχουν να χάσουν τα
περισσότερα.
Εάν η Κίνα προβεί σε
αντίποινα για το είδος
των δασμών που προτείνει
ο Τραμπ, το ΑΕΠ των ΗΠΑ
μπορεί να είναι κατά
0,8% χαμηλότερο στις
εκλογές του 2028,
σύμφωνα με το Bloomberg
Economics. Το πλήγμα για
την κινεζική οικονομία
θα ήταν περίπου το μισό,
και ακόμη μικρότερο για
την ΕΕ και την Ιαπωνία.
Η Ευρώπη θα υφίστατο
μεγαλύτερη ζημιά αν τα
κινεζικά προϊόντα
έβρισκαν το δρόμο τους προς
την περιοχή σε μια εποχή
που οι βιομηχανίες της
ήδη δοκιμάζονται από την
αδύναμη ζήτηση.
Οι
επενδύσεις δεν ανέκαμψαν
ποτέ πλήρως μετά την
πανδημία και έχουν
μειωθεί από τα τέλη του
περασμένου έτους, ενώ οι
ιδιωτικές δαπάνες
παραμένουν υποτονικές
παρά τις ισχυρές
μισθολογικές αυξήσεις,
την υποχώρηση των
πληθωριστικών πιέσεων
και την μέχρι στιγμής
σταθερή αγορά εργασίας.
Η προειδοποίηση της
Λαγκάρντ
Την
περασμένη εβδομάδα, η
πρόεδρος της
ΕΚΤ, Κριστίν
Λαγκάρντ, προειδοποίησε
ότι ένας νέος
εμπορικός πόλεμος θα
έθετε σε κίνδυνο την
προοπτική της ομαλής
προσγείωσης της
οικονομίας της
Ευρωζώνης. «Κάθε
περιορισμός, κάθε
αβεβαιότητα, κάθε
εμπόδιο στο εμπόριο έχει
σημασία για μια
οικονομία όπως η
ευρωπαϊκή οικονομία, η
οποία είναι πολύ
ανοιχτή», δήλωσε.
Το φάσμα
ενός εμπορικού πολέμου
ελλοχεύει καθώς ο
πόλεμος συνεχίζει να
μαίνεται στην Ουκρανία
και τη Μέση Ανατολή.
Ενας
γενικευμένος πόλεμος στη
Μέση Ανατολή θα είχε
συνέπειες πολύ πέρα από
την περιοχή. Το
Bloomberg Economics
εκτιμά ότι αν το
πετρέλαιο φτάσει στα 100
δολάρια το βαρέλι και
υπάρξει αποστροφή από
τον κίνδυνο στις
χρηματοπιστωτικές
αγορές, αυτό θα
αφαιρούσε μισή
ποσοστιαία μονάδα από
την παγκόσμια ανάπτυξη
τα επόμενα τέσσερα
τρίμηνα και θα άφηνε τον
πληθωρισμό 0,6 μονάδες
υψηλότερα.
Πηγή: Ημερησία, FT και
Bloomber
|