Ενας από
τους βασικούς λόγους για
τη διάσπαση της
κυβέρνησης ήταν η
διαφωνία σχετικά με την
άρση του «φρένου χρέους»
της Γερμανίας, το
συνταγματικό όριο που
έχει τεθεί για τον
περιορισμό του
δανεισμού. Η πρώτη
αντίδραση της αγοράς
ήταν ότι οι εκλογές του
Φεβρουαρίου μπορεί να
επαναφέρουν ένα κλίμα
σιγουριάς για την
οικονομία, η οποία μέχρι
στιγμής έχει γλιτώσει
οριακά την ύφεση. Ετσι,
την ημέρα που έγινε
γνωστό ότι η κυβέρνηση
καταρρέει, οι γερμανικές
μετοχές υπεραπέδωσαν σε
σύγκριση με την υπόλοιπη
Ευρώπη, παρότι λίγες
ώρες νωρίτερα είχε
επιβεβαιωθεί η νίκη του
Trump στις προεδρικές
εκλογές των ΗΠΑ και
συνεπώς άνοιξε το
παράθυρο για δασμούς σε
εισαγωγές από την
Ευρώπη.
«Η
δυναμική της γερμανικής
ανάπτυξης είναι αναιμική
και σε μεγάλο βαθμό αυτό
το έχει προκαλέσει η
ίδια η χώρα στον εαυτό
της, καθώς η Γερμανία
έχει κολλήσει στο φρένο
χρέους σε μία περίοδο
που η οικονομία
χρειάζεται στήριξη»,
δήλωσε στο Reuters ο Guy
Miller, επικεφαλής
αναλυτής αγορών στη
Zurich Insurance Group.
«Η κατάρρευση του
συνασπισμού είναι
εποικοδομητική και
ελπίζουμε ότι μπορεί να
υπάρξει μεγαλύτερο
δημοσιονομικό περιθώριο
στον προϋπολογισμό του
2025», συμπλήρωσε.
Το
δίλημμα του φρένου
χρέους
Οι
οικονομολόγοι θεωρούσαν
ανέκαθεν ότι το φρένο
χρέους, ένα μέτρο το
οποίο υιοθετήθηκε το
2009, κρατά πίσω τη
γερμανική οικονομία.
Σύμφωνα με τον
επικεφαλής οικονομολόγο
της ING, Carsten
Brzeski, αν οι κρατικές
δαπάνες αυξηθούν από το
1% στο 2% του ΑΕΠ σε
βάθος δεκαετίας, η
ανάπτυξη μπορεί να
επιταχυνθεί τουλάχιστον
στο 1% από 0,5% που
προβλέπεται με τα τωρινά
δεδομένα.
Το ΔΝΤ
έχει επίσης δηλώσει ότι
η Γερμανία οφείλει να
εξετάσει τη χαλάρωση του
«φρένου χρέους» και ότι
οποιαδήποτε ένδειξη για
υψηλότερες δαπάνες
μπορεί να δώσει ώθηση
στις ευρωπαϊκές μετοχές.
Σημειώνεται ότι οι
αναλυτές αναμένουν στην
περίπτωση αυτή πιθανά
οφέλη και για το ευρώ,
το οποίο έχει υποχωρήσει
στο χαμηλότερο σημείο
του τελευταίου εξαμήνου
και για το οποίο έχουν
επανέλθει τα σενάρια
περί ισοτιμίας στο 1
προς 1 με το δολάριο
λόγω φόβων για δασμούς
στις εισαγωγές προς ΗΠΑ.
Αλλά και
πέραν της Γερμανίας,
υπάρχει ελπίδα ότι αν η
κυβέρνηση κάνει στροφή
στις πολιτικές της, θα
υπάρξει περιθώριο για
υψηλότερο κοινό δανεισμό
σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Εξάλλου, λόγω της
ανάδειξης του Trump στις
εκλογές των ΗΠΑ, το
ευρωπαϊκό μπλοκ
ενδέχεται να υποχρεωθεί
να αυξήσει τις δαπάνες
για άμυνα, ενώ δέχεται
ήδη πιέσεις για
επενδύσεις προς τόνωση
της ανταγωνιστικότητας.
«Μια
αλλαγή τόνου στην
κυβέρνηση της Γερμανίας
είναι απαραίτητη, ώστε
να προχωρήσουμε προς μια
μεγαλύτερη ευρωπαϊκή
ολοκλήρωση», δήλωσε ο
Gilles Guibout,
επικεφαλής ευρωπαϊκών
αγορών στην AXA
Investment Managers.
Μάλιστα, χαρακτήρισε την
αποπομπή του υπουργού
Οικονομικών της
Γερμανίας, Christian
Lindner, σπουδαία νέα
για την Ευρώπη,
δεδομένου ότι πάντοτε
υποστήριζε πως η χώρα
πρέπει να είναι «σφιχτή»
δημοσιονομικά. Τόνισε
όμως ότι τίποτα δεν
είναι βέβαιο.
Πράγματι, η πολιτική
αβεβαιότητα σημαίνει ότι
στο εγγύς μέλλον η
βιομηχανία θα δεχθεί
πλήγματα, επιφέροντας
πιθανές επιβαρύνσεις και
για το οικονομικό και
επενδυτικό κλίμα. Αλλά
και σε μακροπρόθεσμο
επίπεδο πολλά θα
εξαρτηθούν από το αν και
πόσο θα περιοριστεί το
φρένο χρέους, καθώς αυτή
τη στιγμή δεν μπορεί να
αποκλειστεί κανένα
σενάριο.
Money Review
- Reuters
|