Μετά από
ένα δυνατό ράλι που
άρχισε πέρυσι, οι
μετοχές των
κατασκευαστών τσιπ
μνήμης υποχώρησαν
σημαντικά στα μέσα του
έτους. Η νοτιοκορεατική
SK Hynix και η Micro
Technology, που εδρεύει
στις ΗΠΑ, ανέκτησαν
πρόσφατα κάποιο από το
χαμένο έδαφος, αλλά τόσο
αυτές όσο και η Samsung
Electronics είναι
χαμηλότερα κατά περίπου
20%-30% από τα υψηλά
όπου βρέθηκαν τον
Ιούλιο.
Μεγάλη
ζήτηση
Η έκρηξη
της τεχνητής νοημοσύνης
έχει οδηγήσει σε μεγάλη
ζήτηση για τσιπ μνήμης
υψηλών επιδόσεων –
ιδιαίτερα της SK Hynix
και της Micron. Η μετοχή
της Samsung, του ηγέτη
ολόκληρης της αγοράς
τσιπ μνήμης, έμεινε πιο
πίσω από τους
ανταγωνιστές της. Η
εταιρεία αναγκάστηκε να
απολογηθεί για την κακή
απόδοση του τίτλου της
μετά τα απογοητευτικά
οικονομικά αποτελέσματα
που ανακοίνωσε αυτόν τον
μήνα.
Η πιο
πρόσφατη ανησυχία του
κλάδου ωστόσο είναι η
επιθετική επέκταση της
παραγωγικής ικανότητας
των κινέζων
κατασκευαστών.
Συγκεκριμένα, ανησυχία
προκαλεί η αυξημένη
κεφαλαιακή επένδυση σε
DRAM – δηλαδή σε τσιπ
μνήμης που
χρησιμοποιούνται στους
επεξεργαστές – από μια
εταιρεία που ονομάζεται
ChangXin Memory
Technologies (CXMT). Η
παραγωγική δυνατότητα
DRAM των Κινέζων στον
τομέα των λεπτών
πλακιδίων πυριτίου που
χρησιμοποιούνται για την
κατασκευή τσιπ
πραγματοποίησε άλμα, και
από το 4% της παγκόσμιας
παραγωγικής ικανότητας
που κάλυπτε το 2022,
βρέθηκε φέτος στο 11%,
σύμφωνα με την
TrendForce, που
παρακολουθεί τον κλάδο.
Η Morgan Stanley εκτιμά
ότι η παραγωγική
ικανότητα DRAM της Κίνας
θα μπορούσε να φτάσει το
16% της παγκόσμιας
αγοράς έως το τέλος του
επόμενου έτους.
Πτώση
τιμών
Ωστόσο,
ο πραγματικός αντίκτυπος
είναι προς το παρόν πολύ
μικρότερος. Σύμφωνα με
την Bernstein, η
πυκνότητα της CXMT σε
bit, ένα μέγεθος το
οποίο μετρά την
πραγματική αποθηκευτική
δυνατότητα σε
συγκεκριμένο εμβαδό,
φτάνει μόλις στο 55% της
πυκνότητας bit των πιο
προηγμένων ανταγωνιστών
της. Η εταιρεία έχει
επίσης χαμηλότερη
απόδοση παραγωγής, που
σημαίνει ότι δεν παράγει
τόσα αξιοποιήσιμα τσιπ
δεδομένης χωρητικότητας.
Προς το
παρόν η προσφορά έχει
κυρίως επηρεάσει τα
λεγόμενα legacy chips,
τα οποία είναι τσιπ
προηγούμενης γενιάς. Οι
τιμές για τέτοια τσιπ με
μικρότερες δυνατότητες
έχουν αρχίσει να
πέφτουν, ενώ οι τιμές
των πιο εξελιγμένων τσιπ
είναι πιο ανθεκτικές.
Αυτό
εξηγεί και το γιατί οι
μετοχές των μικρότερων
εταιρειών που
κατασκευάζουν τσιπ
μνήμης και εστιάζουν στο
συγκεκριμένο τμήμα της
αγοράς έχουν χειρότερες
επιδόσεις. Η τιμή της
μετοχής της ταϊβανέζικης
Nanya Technology, για
παράδειγμα, έχει
υποχωρήσει κατά 43%
φέτος.
Οι τρεις
μεγάλες ανταγωνίστριες –
οι Samsung, Sk Hynix και
Micron, οι οποίες
αθροιστικά ελέγχουν
περισσότερο από το 80%
της αγοράς – έχουν
σχετικά λιγότερη έκθεση
στην αγορά των προϊόντων
χαμηλότερης ποιότητας.
Επίσης,
οι έλεγχοι των εξαγωγών
από τη Δύση μπορεί να
εμποδίσουν τους κινέζους
κατασκευαστές να
κινηθούν γρήγορα προς
την επόμενη γενιά τσιπ.
Ο
κίνδυνος
Η Bernstein εκτιμά ότι
το τεχνολογικό χάσμα
μεταξύ της CXMT και των
παγκόσμιων ανταγωνιστών
της κυμαίνεται μεταξύ
έξι και οκτώ χρόνων
χοντρικά. Η δεδομένη
επιδείνωση των
γεωπολιτικών σχέσεων
μεταξύ της Κίνας και της
Δύσης δίνει σε κινεζικές
εταιρείες, όπως αυτές
που κατασκευάζουν
smartphones, ισχυρό
κίνητρο για να
χρησιμοποιούν στα
προϊόντα τους εγχώρια
τσιπ μνήμης, εφόσον αυτό
είναι δυνατό. Και, καθώς
το Πεκίνο ρίχνει πολλά
χρήματα σε αυτή την
υπόθεση, είναι πιθανό να
πετύχουν ταχύτερη πρόοδο
από το αναμενόμενο.
Η Κίνα
είναι μια μεγάλη αγορά
για τους κατασκευαστές
τσιπ μνήμης: Σύμφωνα με
την JP Morgan, η αγορά
της αντιπροσωπεύει το
20%-25% της συνολικής
παγκόσμιας ζήτησης για
DRAM. Αν οι κινέζοι
προμηθευτές αρχίσουν να
καλύπτουν την εγχώρια
ζήτηση υποκαθιστώντας
τις ξένες εταιρείες, οι
κορεάτες και οι
αμερικανοί ανταγωνιστές
τους θα μείνουν με
πλεονάζουσα παραγωγική
ικανότητα και θα
αναγκαστούν να
περικόψουν την παραγωγή
– ή να ρίξουν ποσότητα
προϊόντων στην παγκόσμια
αγορά σε πολύ χαμηλές
τιμές.
Οι
μεγάλοι κατασκευαστές
τσιπ μνήμης πιθανώς δεν
κινδυνεύουν προς το
παρόν από τον κινεζικό
ανταγωνισμό. Αλλά πρέπει
να προσέχουν τα νώτα
τους.
Πηγή:
Wall Street Journal
|