|
Έλεγχοι
στις μεταβιβάσεις
ακινήτων
Υπό
εξέταση τίθενται:
1. 270
υποθέσεις απόκτησης
πρώτης κατοικίας,
προκειμένου να
διαπιστωθεί εάν οι
φορολογούμενοι
δικαιούνται την απαλλαγή
από τον φόρο
μεταβίβασης, η οποία
χορηγείται εφόσον:
α) Ο
αγοραστής, ο/η σύζυγος ή
τα ανήλικα τέκνα δεν
έχουν δικαίωμα πλήρους
κυριότητας, επικαρπίας ή
οίκησης σε άλλη
κατοικία, ούτε πλήρη
κυριότητα σε
οικοδομήσιμο οικόπεδο ή
ιδανικό μερίδιο
οικοπέδου που
αντιστοιχεί σε εμβαδό
κτίσματος ικανό να
καλύψει στεγαστικές
ανάγκες, εντός δημοτικού
διαμερίσματος με
πληθυσμό άνω των 3.000
κατοίκων.
β) Το
αγοραζόμενο ακίνητο ή
οικόπεδο είναι
οικοδομήσιμο κατά τον
χρόνο της αγοράς και
βρίσκεται εντός
ρυμοτομικού σχεδίου ή
εντός ορίων οικισμού
χωρίς εγκεκριμένο
σχέδιο.
γ) Δεν
υπάρχει συγγένεια πρώτου
βαθμού εξ αίματος ή εξ
αγχιστείας μεταξύ
αγοραστή και πωλητή.
δ) Το
ακίνητο θα παραμείνει
στην κυριότητα του
αγοραστή για τουλάχιστον
πέντε έτη.
Το
αφορολόγητο όριο για
πρώτη κατοικία εξαρτάται
από την οικογενειακή
κατάσταση: για άγαμους
ανέρχεται σε 200.000
ευρώ, για έγγαμους σε
250.000 ευρώ, με
προσαύξηση 25.000 ευρώ
για καθένα από τα δύο
πρώτα παιδιά και 30.000
ευρώ για κάθε επιπλέον
τέκνο.
2. 230
δηλώσεις κληρονομιάς,
στις οποίες θα
πραγματοποιηθούν
ψηφιακοί έλεγχοι ώστε να
επιβεβαιωθεί ότι οι
αιτούντες απαλλαγές
πληρούν όλες τις νόμιμες
προϋποθέσεις και
διαθέτουν τα απαιτούμενα
δικαιολογητικά.
3. 270
δηλώσεις χρηματικών
γονικών παροχών και
δωρεών,
με στόχο την επαλήθευση
ότι τηρούνται οι όροι
για το αφορολόγητο όριο
έως 800.000 ευρώ. Η
απαλλαγή αυτή ισχύει
αποκλειστικά για
μεταβιβάσεις μεταξύ
προσώπων της Α’
κατηγορίας: συζύγων ή
μερών συμφώνου
συμβίωσης, τέκνων,
εγγονών και γονέων.
Οι
χρηματικές γονικές
παροχές και δωρεές
πρέπει να αποδεικνύονται
μέσω τραπεζικής
μεταφοράς.
Τι
εξετάζεται
Οι
ελεγκτές διερευνούν:
εάν το
αφορολόγητο
χρησιμοποιήθηκε από
άτομα που δεν
δικαιούνται απαλλαγή,
εάν η
μεταφορά χρημάτων
πραγματοποιήθηκε
αποκλειστικά μέσω
τραπεζικού συστήματος,
όπως ορίζει η νομοθεσία,
ή αν χρησιμοποιήθηκαν
μετρητά που κατατέθηκαν
εκ των υστέρων στον
λογαριασμό του
δωρεοδόχου.
Σε
περίπτωση μη τήρησης της
προβλεπόμενης
διαδικασίας, η νομοθεσία
επιβάλλει φόρο 10% επί
του ποσού της χρηματικής
δωρεάς.
|