Οι
τράπεζες, που έχουν
κυρίαρχη συμμετοχή στη
χρηματιστηριακή αξία του
Γενικού Δείκτη, σχεδόν
25%, δείχνουν τον
Νοέμβριο ότι καταφέρνουν
να βγουν από μια δύσκολη
χρηματιστηριακή περίοδο,
που επηρεάσθηκε από τις
αναδιαρθρώσεις
χαρτοφυλακίων, ως
αποτέλεσμα του μεγάλου
placement της Εθνικής
Τράπεζας. Μέσα στον
Νοέμβριο ο κλαδικός
δείκτης κερδίζει 7,3%,
αλλά εξακολουθεί πάντως
να απέχει περισσότερο
από 8% από τα υψηλά του
καλοκαιριού.
Τις
επόμενες ημέρες
αναμένεται ότι οι ξένοι
οίκοι και οι εγχώριες
χρηματιστηριακές
εταιρείες θα μπουν στον
χορό της νέας
αξιολόγησης των
τραπεζικών μετοχών,
«χωνεύοντας» τις
ανακοινώσεις
αποτελεσμάτων τρίτου
τριμήνου / 9μήνου, οι
οποίες έχουν αρκετά
στοιχεία για να
οδηγήσουν σε επενδυτικές
αναβαθμίσεις, καθώς
εκτός των άλλων
περιλαμβάνουν και τον
νέο σχεδιασμό για το DTC
που θα αυξήσει σε
μακροχρόνιο ορίζοντα τις
μερισματικές αποδόσεις.
Ειδικότερα,
Σε ό,τι
αφορά την κερδοφορία, οι
τέσσερις συστημικές
τράπεζες πέρασαν με
άνεση τον πήχη των
εκτιμήσεων των αναλυτών.
Για το σύνολο του γ’
τριμήνου οι συγκλίνουσες
εκτιμήσεις των αναλυτών
της αγοράς ανέμεναν
καθαρά κέρδη 1,15 δισ.
ευρώ, ενώ οι τράπεζες
πέτυχαν συνολική
κερδοφορία 1,249 δισ.,
δηλαδή υπερέβησαν τις
προβλέψεις σχεδόν κατά
9%. Τα καθαρά κέρδη της
Eurobank ανήλθαν σε
413,6 εκατ. ευρώ, της
Πειραιώς σε 320 εκατ.,
της Εθνικής σε 315 και
της Alpha σε 200,3 εκατ.
Με βάση τις επιδόσεις
του 9μήνου που είναι
καλύτερες από τις
αρχικές εκτιμήσεις και
την αναμενόμενη συνέχισή
τους κατά το δ' τρίμηνο,
οι τραπεζικές διοικήσεις
αναθεώρησαν θετικά την
καθοδήγηση (guidance)
για τα μεγέθη του 2024.
Στα
επιμέρους στοιχεία που
περίμεναν να εξετάσουν
με προσοχή οι αναλυτές,
οι τράπεζες επίσης
κινήθηκαν καλύτερα από
τις προσδοκίες. Η
αναμενόμενη μείωση των
εσόδων από τόκους ήταν
πολύ μικρή, χάρη στη
σημαντική αύξηση των
νέων δανείων, οι
προμήθειες επιβεβαίωσαν
τις πιο αισιόδοξες
εκτιμήσεις, καθώς
υποστηρίχθηκαν και από
τα έσοδα προμηθειών από
τη διαχείριση κεφαλαίων,
ενώ ο σχηματισμός νέων
μη εξυπηρετούμενων
δανείων ήταν αμελητέος.
Το
σπουδαιότερο στοιχείο
των ανακοινώσεων, όμως,
ήταν η δραστική
επιτάχυνση της απόσβεσης
των αναβαλλόμενων
φορολογικών πιστώσεων, η
οποία θα έχει
ολοκληρωθεί οκτώ χρόνια
νωρίτερα από τον αρχικό
προγραμματισμό (το 2033
αντί του 2041). Οι
τράπεζες κάνουν μια
ανταλλαγή που θα αποβεί
σε όφελος των μετόχων:
«καίνε» κάποια επιπλέον
κεφάλαια για να
«σβήσουν» το DTC από
τους ισολογισμούς τους,
αλλά αυτό θα τους
επιτρέψει να επιστρέψουν
περισσότερα κέρδη στους
μετόχους με τη μορφή των
μερισμάτων και της
επαναγοράς μετοχών. Αυτό
σημαίνει ότι θα κινηθούν
σε συντελεστές διανομής
50% τα επόμενα χρόνια,
εξαλείφοντας ένα
ανταγωνιστικό
μειονέκτημα που είχαν
έναντι των ευρωπαϊκών
τραπεζών στην ανταμοιβή
των μετόχων. Ήδη, η
Eurobank αυξάνει το
ποσοστό διανομής στο 50%
από το 2025, δηλαδή από
τη διανομή που θα γίνει
από τα φετινά κέρδη, ενώ
το ποσοστό για τις άλλες
τρεις τράπεζες αυξήθηκε
σε 35% - 40%.
Ήδη η
αναμενόμενη αύξηση των
διανομών οδηγεί τους
αναλυτές των διεθνών
οίκων στο συμπέρασμα ότι
από το 2025 η
μερισματική απόδοση των
ελληνικών τραπεζικών
μετοχών, που ήταν ως
τώρα ένα «χλωμό» σημείο
για τον κλάδο, θα
«ισοφαρίσουν» τις
αντίστοιχες αποδόσεις
των ευρωπαϊκών. Όπως
σημείωσε η JP Morgan την
περασμένη εβδομάδα, «οι
συνολικές αποδόσεις
(σ.σ.: μερίσματα και
επαναγορά μετοχών) θα
μπορούσαν να ξεπεράσουν
το 10% το 2025,
αντιστοιχώντας στον
ευρωπαϊκό μέσο όρο».
Σύμφωνα με τον οίκο οι
τρέχουσες αποτιμήσεις
των ελληνικών τραπεζών
(5,4x P/E για το 2025
και 0,6x P/TBV για 12,1%
ROTE) είναι ελκυστικές,
λαμβάνοντας υπόψη και το
υψηλό δυναμικό διανομής
κερδών.
Με απλά
λόγια, οι ανακοινώσεις
για DTC και ποσοστά
διανομής στους μετόχους
«αλλάζουν την πίστα» των
ελληνικών τραπεζικών
μετοχών. Ενώ μέχρι τώρα,
ακόμη και αν είχαν υψηλή
κερδοφορία, ήταν
υποχρεωμένες να είναι
φειδωλές στην ανταμοιβή
των μετοχών, λόγω του
DTC, πλέον
απελευθερώνονται και
μπορούν να ανεβάσουν τις
μερισματικές αποδόσεις
των μετοχών σε επίπεδα
συγκρίσιμα με αυτές των
ευρωπαϊκών τραπεζών,
ώστε να προσελκύσουν
περισσότερα συντηρητικά
κεφάλαια. Αυτό φάνηκε να
αναγνωρίζεται από την
αγορά την προηγούμενη
εβδομάδα και το
ζητούμενο είναι αυτή η
ανατιμολόγηση να
συνεχισθεί σε υψηλότερα
επίπεδα.
Εκτός
τραπεζικού τομέα,
αναλυτές επισημαίνουν
ότι η υποτονική
συμπεριφορά της αγοράς
το τελευταίο διάστημα
έχει αφήσει πολλές
μετοχές της μεγάλης και
μεσαίας κεφαλαιοποίησης
σε ελκυστικές
αποτιμήσεις και θα
μπορούσαν να
προσελκύσουν αγοραστές,
ώστε να υποστηριχθεί μια
ανοδική κίνηση
επαναφοράς του Γενικού
Δείκτη αρχικά στο
επίπεδο των 1.450
μονάδων.
Ενθαρρυντικά τεχνικά
στοιχεία
Από
τεχνική άποψη, όπως
σημειώνει ο
Μάνος Χατζηδάκης της
Beta, «ο
Γενικός Δείκτης έδειξε
κάποια ενθαρρυντικά
σημάδια ανάκαμψης που
μπορεί να αποτελέσουν
την αρχή μιας ανοδική
κίνησης με καλύτερες
προϋποθέσεις από τις
προηγούμενες απόπειρες.
Το σημείο αναφοράς και
κριτήριο για την
μακροπρόθεσμη ανοδική
τάση ανακτήθηκε στην
συνεδρίαση της Τρίτης
και της Τετάρτης καθώς ο
Γενικός Δείκτης με ένα
εμφατικό ανοδικό χάσμα
τιμών (1399-1406)
διέσπασε τον κινητό μέσο
όρο των 200 ημερών. Η
συνέχεια δεν ήταν μεν
ανάλογη σε δυναμική,
ωστόσο διαφύλαξε τα
κεκτημένα βάζοντας στην
ανοδική εικόνα και τον
MACD.
Η
ζώνη των 1.420 μονάδων
αποτελεί ένα σημαντικό
πεδίο προσφοράς και θα
χρειαστεί την συνδρομή
περισσότερης
συναλλακτικής
δραστηριότητας για μια
πειστική υπέρβαση που θα
ενεργοποιήσει πλέον
ισχυρά σήματα αγορών από
τους μεσοπρόθεσμους
κινητούς μέσους των 30
και 50 ημερών. Η κίνηση
αντιστροφής που
βρίσκεται σε εξέλιξη από
τα χαμηλά των 1381
μονάδων έρχεται από
συσσώρευση με ήπιες
μεταβολές και αποτελεί
ένα υποσχόμενο ανοδικό
σχηματισμό για τους
αγοραστές. Ο Γενικός
Δείκτη έχει ένα μικρό
όριο ανοχής ως τις 1399
μονάδες, επίπεδο στο
οποίο κλείνει το ανοδικό
χάσμα και κινείται η
χρονοσειρά των 200
ημερών. Ως
πιο πιθανό σενάριο τάσης
για την ερχόμενη
εβδομάδα θα αναμέναμε
την πλάγια ανοδική
κίνηση και την
επαναπροσέγγιση των
1.420 μονάδων».
Η Ευρώπη
σε πολιορκία από τον
Τραμπ
Αστάθμητος παράγοντας
στις εγχώριες
χρηματιστηριακές
εξελίξεις θα είναι και
αυτή την εβδομάδα οι
κινήσεις των κεφαλαίων
στις διεθνείς αγορές,
καθώς διαπιστώνεται μετά
τη νίκη του Ντόναλντ
Τραμπ στις προεδρικές
εκλογές ότι οι αγορές
Ευρώπης και ΗΠΑ
ακολουθούν αντίθετες
πορείες. Μετά τις
εκλογές, οι δείκτες της
Wall Street έχουν
σημειώσει εντυπωσιακή
άνοδο, ενώ οι ευρωπαϊκοί
υποχωρούν.
Ο Stoxx
600 έχασε περίπου 0,6%
στις δύο συνεδριάσεις
μετά τις εκλογές, ενώ
ήδη βρίσκεται σε πτωτική
κίνηση εδώ και τρεις
εβδομάδες, έχοντας
αρχικά επιβαρυνθεί από
τα υποτονικά μέτρα
τόνωσης της οικονομίας
από την Κίνα και,
ακολούθως, από τις
ανησυχίες ότι ο Τραμπ θα
επιβάλει υψηλούς δασμούς
στα ευρωπαϊκά προϊόντα,
που θα μπορούσαν ακόμη
και να βυθίσουν την
Ευρώπη σε ύφεση.
Οι πρωτοβουλίες των
Ευρωπαίων ηγετών για
μέτρα τόνωσης της
ανταγωνιστικότητας με
βάση την έκθεση του
Μάριο Ντράγκι, με την
κοινή δήλωση της
Βουδαπέστης, την
Παρασκευή, φαίνονται
φιλόδοξες, αλλά δεν
έχουν πείσει τους
αναλυτές ότι θα
υλοποιηθούν γρήγορα και
αποτελεσματικά. Η δε
πολιτική αβεβαιότητα στη
Γερμανία, μετά την
κατάρρευση της
κυβέρνησης Σολτς, μπορεί
να δημιούργησε
κάποιες προσδοκίες στις
αγορές για εκλογή μιας
πιο αποτελεσματικής και
αποφασιστικής
κυβέρνησης, δεν παύει
όμως να στερεί
βραχυπρόθεσμα από το
Βερολίνο τη δυνατότητα
ανάληψης πρωτοβουλιών σε
μια κρίσιμη φάση για την
Ευρώπη.
Αν το
κλίμα απαισιοδοξίας
διατηρηθεί και αυτή την
εβδομάδα στην Ευρώπη,
αυτό θα δυσχεράνει την
εισροή ξένων κεφαλαίων
στο ΧΑ, το οποίο δύσκολα
θα αυτονομηθεί από τις
τάσεις των ευρωπαϊκών
αγορών, όπως εκτιμούν
αναλυτές.
Πηγή:
Business Daily
|