Ο
πανικός αυτός έχει τις
ρίζες τους στην
προσπάθεια του F.
Augustus Heinze, ενός
υπερδραστήριου
χρηματιστή της Wall
Street, να χειραγωγήσει
την αγορά του χαλκού,
μέσω της μετοχής της
United Copper.
Όταν
στις 17 Οκτωβρίου του
1907 η προσπάθεια αυτή
απέτυχε και η μετοχή της
United Copper βρέθηκε σε
απότομη πτώση, οι
τράπεζες που
χρηματοδότησαν το
ριψοκίνδυνο εγχείρημα
του Heinze ήταν πλέον
αντιμέτωπες με σαρωτικές
ζημιές.
Στις 21
Οκτωβρίου, το Clearing
House Association
αρνήθηκε να διασώσει το
Knickerbocker Trust και
έτσι την επόμενη ημέρα,
η τράπεζα κατέβασε ρολά.
Ο πανικός άρχισε να
μεταδίδεται σε ολόκληρο
το αμερικανικό
χρηματοοικονομικό
σύστημα, καθώς πολλές
από τις συναλλαγές της
Wall Street είχαν
χρηματοδοτηθεί μέσω
πολύπλοκων σχημάτων
χρέους.
Έχοντας
λάβει τα νέα για την
κρίση που μαγειρευόταν,
ο Αμερικανός τραπεζίτης
John Pierpont Morgan,
σπεύδει να επιστρέψει
στη Νέα Υόρκη. Παρότι
ήταν πια 70 ετών και
είχε σχεδόν αποσυρθεί,
αναλαμβάνει δράση για να
σώσει το τραπεζικό
σύστημα από την
κατάρρευση, με
αποτέλεσμα η κρίση αυτή
να θεμελιώσει την εικόνα
του σαν του «βασιλιά της
Wall Street».
Μετά την
επιστροφή του στη Νέα
Υόρκη, ο JPMorgan
χρησιμοποιεί τις υψηλές
διασυνδέσεις του για να
συγκεντρώσει πόρους από
όλους τους εμπλεκόμενους
στην οικονομία,
προκειμένου να αυξηθεί η
ρευστότητα.
Δόθηκε
εντολή στους ταμίες να
μετρούν αργά τα χρήματα
για να ανακοπεί ο ρυθμός
των εκροών και στους
ιερείς να συμβουλεύουν
το ποίμνιό τους να
ηρεμήσει.
Τραπεζίτες και
διευθυντές επιχειρήσεων
είχαν συγκεντρωθεί στη
βιβλιοθήκη του Morgan,
όπου και στήθηκε ένα
σχέδιο για τη διάσωση
του χρηματοοικονομικού
συστήματος. Ό,τι δηλαδή
κάνει σήμερα η Federal
Reserve όταν υπάρχει μία
κρίση. Το σχέδιο
εξασφάλισε την προεδρική
έγκριση και ο πανικός
υποχώρησε.
Αναγνωρίζοντας ότι μόνο
ένας ηλικιωμένος
τραπεζίτης έσωσε τις ΗΠΑ
από την οικονομική
καταστροφή, η κυβέρνηση
αποφάσισε να αναμορφώσει
τον τραπεζικό κλάδο και
να δημιουργήσει το
Federal Reserve System.
Ο
πανικός του 1907 ήταν η
καλύτερη στιγμή του
Morgan, όμως η
συνειδητοποίηση της
δύναμής του επί της
οικονομίας επιδείνωσε
την εικόνα που είχε το
ευρύ κοινό για εκείνον
και την αντίληψη ότι
ήταν ένας από τους
λεγόμενους «ληστές
βαρόνους» της Αμερικής.
Το αποτέλεσμα ήταν ότι
κλήθηκε να καταθέσει
ενώπιον της επιτροπής
που ερευνούσε τα
μονοπώλια.
Πικραμένος από την
κριτική, ο Morgan
μετακόμισε στην Ευρώπη,
όπου έζησε έως τον
θάνατό του, στις 31
Μαρτίου του 1913.
|