|
Από τη
«συσσώρευση εργατικού
δυναμικού» στις
στοχευμένες περικοπές
Τα
προηγούμενα χρόνια, οι
αμερικανικές
επιχειρήσεις απέφευγαν
να απολύουν προσωπικό,
επιλέγοντας να
συγκρατήσουν ακόμη και
υπαλλήλους που δεν ήταν
απολύτως απαραίτητοι.
Αυτό το φαινόμενο,
γνωστό ως «labor
hoarding», δημιούργησε
μια αγορά με χαμηλή
κινητικότητα, όπου οι
νέοι υποψήφιοι
δυσκολεύονταν να βρουν
δουλειά, ενώ οι ήδη
απασχολούμενοι
απολάμβαναν σχετική
σταθερότητα.
Πλέον
όμως, η κατάσταση
θυμίζει περισσότερο τη
δεκαετία του 1990, όταν
οι μεγάλες εταιρείες
επιβραβεύονταν για τη
μείωση προσωπικού που
θεωρούσαν πλεονάζον.
Όπως εξηγεί ο Joseph
Brusuelas, επικεφαλής
οικονομολόγος της RSM,
οι διοικήσεις
επικεντρώνονται ξανά
στην αποδοτικότητα,
ακόμη κι αν αυτό
σημαίνει μαζικές
απολύσεις.
Οι
αιτίες πίσω από το νέο
κύμα απολύσεων
Οι λόγοι
για τη στροφή αυτή είναι
πολλοί. Πρώτον, η αύξηση
του εργατικού κόστους
ωθεί τις εταιρείες να
προστατεύσουν τα
περιθώρια κέρδους τους.
Παράλληλα, η αβεβαιότητα
γύρω από την πολιτική
των δασμών δυσκολεύει
τον επιχειρηματικό
προγραμματισμό, ενώ οι
τεχνολογικές εξελίξεις
και η Τεχνητή Νοημοσύνη
δημιουργούν την αίσθηση
ότι ορισμένες θέσεις
μπορούν να
αντικατασταθούν.
Η
υπερανάπτυξη προσωπικού
στη διάρκεια της
πανδημίας αποτελεί έναν
ακόμη παράγοντα. Η
Amazon, για παράδειγμα,
αύξησε το προσωπικό της
από 800.000 εργαζομένους
το 2019 σε περίπου 1,5
εκατομμύριο το 2023, και
πλέον προσπαθεί να
περιορίσει το μέγεθός
της. Αντίστοιχα, ο νέος
CEO της Target, Michael
Fiddelke, εξήγησε ότι οι
επικαλύψεις ρόλων και τα
πολλαπλά επίπεδα
διοίκησης καθιστούν
δύσκολη τη λήψη
αποφάσεων — μια
κατάσταση που οδηγεί σε
αναδιάρθρωση 1.800
θέσεων.
Οι
αγορές επιβραβεύουν τις
περικοπές
Παρά τον
κοινωνικό αντίκτυπο, οι
επενδυτές δείχνουν να
επιδοκιμάζουν τις
αποφάσεις αυτές. Η
μετοχή της Target
ενισχύθηκε την ημέρα της
ανακοίνωσης των
απολύσεων, ενώ οι
μετοχές της Amazon και
της UPS σημείωσαν επίσης
άνοδο μετά τις
ανακοινώσεις περικοπών
προσωπικού.
Σε
αντίθεση με τα πρώτα
μεταπανδημικά χρόνια, οι
εταιρείες δεν ανησυχούν
πλέον ότι θα
δυσκολευτούν να
ξαναπροσλάβουν
προσωπικό. Η ανεργία
έχει αυξηθεί από το
ιστορικά χαμηλό 3,4% τον
Απρίλιο του 2023 στο
4,3% τον Αύγουστο του
2025, ενώ σχεδόν δύο
στους τρεις Αμερικανούς
πιστεύουν ότι θα αυξηθεί
περαιτέρω μέσα στους
επόμενους 12 μήνες.
Κίνδυνος
για την οικονομία
Ωστόσο,
η αύξηση των απολύσεων
ενδέχεται να έχει
επιπτώσεις στη συνολική
οικονομική
δραστηριότητα. Με την
απασχόληση να αυξάνεται
ήδη με αργούς ρυθμούς
—μόλις 22.000 νέες
θέσεις τον Αύγουστο—
κάθε επιπλέον κύμα
απολύσεων θα μπορούσε να
επιταχύνει την
επιβράδυνση.
Όπως
επισημαίνει ο
οικονομολόγος Jed Kolko
του Ινστιτούτου
Peterson, οι
ανακοινώσεις αυτές δεν
αντικατοπτρίζουν ακόμη
πλήρως την κατάσταση
μιας αγοράς εργασίας με
πάνω από 170 εκατομμύρια
εργαζόμενους. Η συνολική
εικόνα θα γίνει πιο
ξεκάθαρη όταν
δημοσιευθούν εκ νέου τα
επίσημα στοιχεία μετά το
κυβερνητικό shutdown.
Ο ρόλος
της Τεχνητής Νοημοσύνης
Η
αυξανόμενη εμπιστοσύνη
των επιχειρήσεων στην
Τεχνητή Νοημοσύνη
ενισχύει περαιτέρω τη
διάθεση για
αναδιάρθρωση. Σύμφωνα με
το πρόσφατο «Μπεζ
Βιβλίο» της Fed, αρκετές
εταιρείες έχουν μειώσει
προσωπικό επικαλούμενες
ασθενέστερη ζήτηση,
οικονομική αβεβαιότητα
και επενδύσεις στην
αυτοματοποίηση.
Αν και η
έκταση της επίδρασης της
AI στην απασχόληση
παραμένει ασαφής, πολλές
εταιρείες —από τη
Walmart και τη Ford έως
τη JPMorgan και την
Amazon— θεωρούν ότι η
τεχνολογία θα επιτρέψει
τη σταδιακή κατάργηση
θέσεων εργασίας.
Σύμφωνα
με τον Kolko, η
«συσσώρευση εργατικού
δυναμικού» ήταν
ιδιαίτερα έντονη σε
επαγγέλματα υψηλών
αμοιβών, όπως οι
τεχνολογικές
ειδικότητες, οι οποίες
τώρα κινδυνεύουν
περισσότερο από την
επερχόμενη
αυτοματοποίηση.
Η
αμερικανική αγορά
εργασίας, λοιπόν,
φαίνεται να περνά σε μια
νέα φάση: λιγότερες
προσλήψεις, περισσότερη
αναδιάρθρωση και
μεγαλύτερη εξάρτηση από
την τεχνολογία — με
άγνωστες ακόμη συνέπειες
για την απασχόληση και
την ανάπτυξη.
|